Home ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΑ Εύρον πολλούς των Πατέρων εν «πράξει» και «θεωρία» – Γέροντος Ιωσήφ ησυχαστού

Εύρον πολλούς των Πατέρων εν «πράξει» και «θεωρία» – Γέροντος Ιωσήφ ησυχαστού

1312
Γέροντας Χαράλαμπος Διονυσιάτης μαζί με τον μακαριστό Γέροντα Ιωσήφ τον ησυχαστή και τον παραδερφό του Γέροντα Εφραίμ Φιλοθεΐτη
Γέροντας Χαράλαμπος Διονυσιάτης μαζί με τον μακαριστό Γέροντα Ιωσήφ τον ησυχαστή και τον παραδερφό του Γέροντα Εφραίμ Φιλοθεΐτη

Όταν του Κυρίου μας η αγάπη πυρπολήση την ψυχήν του ανθρώπου, δεν κατέχεται πλέον αυτός υπό μέτρων, αλλ’ εβγαίνει του περιορισμού. Δι’ αυτό «έξω βάλλει τον φόβον»· και ει τι γράφει, εί τι λαλεί, κλίνει προς αμετρίαν. Αλλά κατ’ αυτήν την στιγμήν της χάριτος ότι και να λέγη έναντις της πυριφλεγούς αίγλης της θείας αγάπης, όλα είναι μικρά όπου ομιλεί. Κατόπιν, αφού συσταλή η καρδία και η νεφέλη απέλθη στα ίδια, τότε εμβαίνει ο διαβήτης στο μέσον και ζητεί μέτρον να διακρίνη.

Λοιπόν όλα αυτά όσα σας έγραψα, ένας είναι ο σκοπός που ελέχθησαν: Να θερμάνω της ψυχής σας την θέρμην· να προτρέψω εις επιθυμίαν και ζήλον του γλυκυτάτου μας Ιησού. Καθώς και εις τα στρατεύματα κάμουν οι στρατηγοί· όπου διηγούνται των γενναίων τα κατορθώματα, και ούτως τους αναγκάζουν να πολεμούν με ανδρεία.

Αλλά και των Αγίων, τους Βίους και τους λόγους των όπου έγραψαν και μας άφησαν, ο σκοπός αυτός είναι. Επίσης η ψυχή -όπου έτσι την έπλασεν ο Θεός- εάν δεν ακούη συχνά τοιαύτα υψηλά και θαυμάσια, της έρχεται νυσταγμός και αμέλεια. Και μόνον με τα τοιαύτα· με αναγνώσεις και άξια διηγήματα διώκει την λήθην και ανακαινίζει το παλαιόν οικοδόμημα.

Έγω όταν ήλθα στο Άγιον Όρος, εύρον πολλούς των Πατέρων εν «πράξει» και «θεωρία». Γηραιούς και αγίους ανθρώπους.

Ήτον ο Γέρων Καλλίνικος. Άριστος ασκητής. Έγκλειστος τεσσαράκοντα έτη. Εξασκών την νοεράν εργασίαν εσθίων της θείας αγάπης το μέλι· γενόμενος και εις άλλους ωφέλιμος. Ούτος εγεύθη την αρπαγήν του νοός.

Κάτωθεν αυτού ήτον έτερος, ένας Γέρων Γεράσιμος. Άκρον ησυχαστής. Χίος την καταγωγήν. Θαυμάσιος ασκητής. Εξασκών την νοεράν προσευχήν. Ενενήντα ετών. Έκαμε εις την κορυφήν του Προφήτου Ηλιού δεκαεπτά έτη· παλεύων με δαίμονας και κεραυνιζόμενος από τους καιρούς, έμεινεν άσειστος στύλος της υπομονής. Αυτός είχε τα δάκρυα συνεχή. Γλυκαινόμενος τη μελέτη του Ιησού εξετέλεσε τον αμέριμνον βίον του.

Υψηλότεραν ήτον ο Γέρων Ιγνάτιος. Αόμματός έτη πολλά. Χρόνια πνευματικός. Γέρων ενενήντα πέντε ετών. Ευχόμενος νοερώς και αδιαλίπτως· και εκ της ευχής ανέπεμπε το στόμα του ευωδίαν, τόσον όπου εχαίρετο κανείς να ομιλή πλησίον στο στόμα του.

Η ψυχή -όπου έτσι την έπλασεν ο Θεός- εάν δεν ακούη συχνά τοιαύτα υψηλά και θαυμάσια, της έρχεται νυσταγμός και αμέλεια. Και μόνον με τα τοιαύτα· με αναγνώσεις και άξια διηγήματα διώκει την λήθην και ανακαινίζει το παλαιόν οικοδόμημα

Ήτον και άλλος πλέον θαυσιώτερος εις τον Άγιον Πέτρον τον Αθωνίτην, ο Παπα-Δανιήλ, μιμητής του Μεγάλου Αρσενίου. Άκρον σιωπηλός, έγκλειστος· εφ’ όρου ζωής λειτουργός. Εξήκοντα έτη μήτε μίαν ημέραν δεν εννοούσε να αφήση την Θείαν Ιερουργίαν. Και την Μεγάλην Σαρακοστήν όλες τες ημέρες έκαμε Προηγιασμένες. Και μέχρι τελευταίας ημέρας υπέργηρος ετελειώθη δίχως ασθένειαν. Η δε Λειτουργία του εκράτει πάντοτε τρισήμισυ ή τέσσαρες ώρες, διότι δεν ηδύνατο από την κατάνυξιν να δώση τας εκφωνήσεις. Από τα δάκρυα ‘μούσκευε πάντα μπροστά του το χώμα. Δι’ αυτό δεν ήθελε ξένος κανείς να είναι στην Λειτουργίαν του, να μη βλέπη την εργασίαν του. Αλλ’ εγώ, επειδή με πολλήν θέρμην τον παρεκάλεσα, με εδέχετο. Και την κάθε φορά που επήγαινα -τρεις ώρας βαδίζων ολονυκτίως δια να παρασταθώ εις αυτήν την φρικώδη όντως θείαν παράστασιν- μου έλεγε ένα ή δύο ρητά βγαίνοντας απ’ το Ιερόν, και αμέσως εκρύπτετο εώς την άλλην ημέραν. Αυτός είχεν εφ’ όρου ζωής νεοράν προσευχήν και ολονύκτιον αγρυπνίαν. Από αυτόν και εγώ επήρα την τάξιν και ευρήκα μεγίστην ωφέλειαν. Έτρωγε εικοσιπέντε δράμια ψωμί κάθε ημέραν και ήτον όλος μετέωρος εις την Λειτουργίαν του. Και χωρίς να γενή λάσπη το έδαφος δεν ετελείωνε Λειτουργίαν.

Ήσαν και άλλοι πολλοί θεωρητικοί. Τους οποίους εγώ δεν ηξιώθην να ιδώ, διότι είχον τελειωθή προ ενός ή δύο ετών. Και μου έλεγον τα θαυμάσια αυτών κατορθώματα. Διότι εγώ με αυτά αδολέσχησα. Βήμα προς βήμα εγύριζα τα βουνά και τα σπήλαια να εύρω τοιούτους. Διότι ο Γέροντάς μου ήτον αγαθός και απλούς και, αφού του ετοίμαζα την τροφήν του, μοι έδιδε «ευλογίαν» να γυρεύω τοιαύτα, ωφέλιμα δια την ψυχήν μου. Και όταν τον έθαψα πλέον, τότε εξηρεύνησα όλον τον Άθωνα.

Ήτον ένας σε μία σπηλιά, όπου έπρεπε την ημέρα να κλαύση επτά φορές. Αυτό ήτον η εργασία του. Την δε νύκτα όλην να την διέλθη με δάκρυα. Και το προσκεφάλι του, ήτον όλο πάντα βρεγμένο. Και τον ηρώτα ο διακονητής, όπου πήγαινε δύο-τρεις φορές την ημέρα -διότι δεν ήθελε να τον έχη κοντά του, να μην του διακόπτη το πένθος·

  • Γέροντα, διάτι τόσον κλαίεις;
  • Όταν, παιδί μου, ο άνθρωπος θεωρή τον Θεόν, από την αγάπην του τρέχουν τα δάκρυα και δεν ημπορεί να κρατήση.

Ήσαν και άλλοι μικρότεροι· ο Παπα-Κοσμάς και λοιποί· και μεγάλοι, όπου αν τους γράψη κανείς, θέλει να έχει περίσσα χαρτιά.

Αυτοί όλοι απέθανον τώρα εδώ και ζουν εις τους αιώνας εκεί.

Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Κορυδαλλού
Ο Γέροντας Ιωσήφ με τη συνοδεία του στη σκήτη του Μεγάλου Βασιλείου

Την δε σήμερον δεν ακούεται λόγος περί τα τοιαύτα. Διότι τόσον πολλή μέριμνα και φροντίς υλική κατέλαβε τους ανθρώπους και τελεία σχεδόν καταφρόνησις εις την νηπτικήν, όπου πολλοί όχι μόνον δεν θέλουν να ερευνήσουν, να μάθουν, να πράξουν αυτά, αλλά και αν ακούσουν να ειπή τοιαύτα κανείς, ευθύς εξεγείρονται δυσμενώς εναντίον του. Και τον έχουν δια παράλογον και μωρόν, διότι είναι ανόμοιος ο βίος του, και ελογίσθη εις χλεύην αυτοίς.

Και γίνεται ένα παρόμοιον της ειδωλολατρικής εποχής. Ετότε, όταν ύβριζες τα είδωλα, σε ελιθοβόλουν και κακήν κακώς σε εθανάτωνον. Και τώρα το κάθε πάθος επέχει θέσιν ειδώλου. Και, αν ελέγξης και κατακρίνης το πάθος που βλέπεις ο καθείς να νικάται, όλοι φωνάζουν: Λιθοβολήστε τον· διότι ύβρισεν τους θεούς μας!

Τέλος· εγώ επειδή κανένα δεν δέχομαι, μηδενός εξαιρουμένου· μήτε θέλω να ακούω πως ζουν ή τι κάμουν ο κόσμος -οι μοναχοί, είμαι διαπαντός ο στόχος της κατακρίσεως. Και δεν παύω ημέραν και νύκτα να εύχωμαι τους πατέρας και να λέγω, ότι όλον το δίκαιον έχουν αυτοί. Μόνον εγώ είμαι άδικος οπόταν σκανδαλισθώ εις αυτούς. Διότι βλέπουν με τα μάτια που τους έδωκεν ο Θεός. Δεν είμαι άδικος και κατάδικος, αν θα ειπώ· διατί δεν βλέπουν όπως βλέπω εγώ;

Είθε ο Θεός των όλων όλους να ελεήση δι’ ευχών των Οσίων Θεοφόρων Πατέρων.

Απόσπασμα από το βιβλίο: «Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής Εμπειρίας», Επιστολή 11, Έκδοσις Ιεράς Μονής Φιλοθέου, Αγίον Όρος, 1979