Την Μεγάλη Πέμπτη (2016), την ώρα που ο Χριστός βρισκόταν σταυρωμένος στους Ιερούς Ναούς, κοιμήθηκε εν Κυρίω ο Γέροντας Θεόδωρος αγιοφαραγγίτης (Κρήτη), ο για πολλά χρόνια σταυρωμένος για την αγάπη του Χριστού, που προς το τέλος της ζωής του εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Νείλος.
Κατά διαστήματα είχα τηλεφωνική επικοινωνία μαζί του και μια φορά τον συνάντησα στον δρόμο και συζήτησα μαζί του για την αγαπημένη του έρημο. Πήγα και στο σπήλαιο που ζούσε μερικές ημέρες τον χρόνο, πλησίον της Ιεράς Μονής Κουδουμά. Τον περισσότερο καιρό ζούσε στα σπήλαια και στην έρημο του Αγιοφάραγγου, σε κελλιά που κατασκεύαζε για να προφυλάσσεται από το κρύο, τις βροχές και τους αέρηδες και να φεύγη μακρυά από την προσοχή των ανθρώπων. Σκληρός, δύσκολος και αφιλόξενος τόπος το Αγιοφάραγγο, τόπος παλαιών και μάλιστα «αθέατων» ασκητών, κατά την παράδοση των ανθρώπων της περιοχής.
Ήταν ένας σπάνιος ερημίτης ασκητής, που ενσάρκωνε τους παλαιούς ασκητές-ερημίτες, οι οποίοι αφανίσθηκαν στις ημέρες μας. Η άσκησή του ήταν υπέρμετρη, απίστευτη, έξω από τα ανθρώπινα όρια. Δύσκολα να αντέξη ο άνθρωπος σε τέτοιες συνθήκες ζωής, με αέρα και κρύο, με ζέστη και καύσωνα, με πείνα και δίψα, με απουσία ανθρώπων και παρουσία ερπετών και αγρίων ζώων, με προσευχή και αϋπνία, με αγγέλους και δαίμονες, με μελέτη και προσευχή, με την κατά άνθρωπον μοναξιά και την αίσθηση της οικουμενικότητας και πολλά άλλα, που φαίνονται αντιφατικά στους λογικούς ανθρώπους. Ανέβαινε τα κακοτράχαλα κρητικά βουνά σαν ένα αγριοκάτσικο, αυτός που ήταν το άκακο πρόβατο του Χριστού, και είχε συμφιλιωθή με την άγρια φύση, τα γυμνά βράχια, χωρίς δένδρα και φυτά.
Είχε αγαπήσει μέχρι τέλους την κατά Χριστόν σαλότητα, κάνοντας πολλές υπερβάσεις, εκφράζοντας το μέγα προνόμιο του «αυτομίσους».
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης ομιλώντας για τον Απόστολο Παύλο, που ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού και γνώρισε το μυστήριο του Παραδείσου και ζούσε πολύ ταπεινά για την δόξα του Χριστού, γράφει: «τούτου χάριν άστεγος ην και ατράπεζος, πένης, αλήτης (περιπλανάτο στον κόσμο) γυμνός, λιμώ και δίψη κατατρυχόμενος…». Αυτήν την ζωή ποθούσε και έζησε ο π. Θεόδωρος για την αγάπη του Χριστού. Γι’ αυτό από τους Πατέρες η μοναχική ζωή χαρακτηρίζεται ως αποστολική ζωή.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρουσιάζει τον Χριστό να λέγη στον άνθρωπο: «Εγώ πένης διά σε και αλήτης διά σε, επί Σταυρού διά σε, επί του τάφου διά σε». Κατά κάποιο τρόπο και ο Ιερομόναχος Θεόδωρος-Νείλος φύλαξε ισχυρό και δυνατό κανόνα στον εαυτό του, σκληρότερο από τους κανόνες των ανθρώπων, να λέη διαρκώς αυτόν τον λόγο του Χριστού: Κύριέ μου και «εγώ πένης διά σε και αλήτης διά σε, επί Σταυρού διά σε, επί του τάφου διά σε». Ως αλήτης, δηλαδή ως περιπλανώμενος, πέρασε από όλα τα σπήλαια του Αγιοφάραγγου, ζώντας ως πένης για τον Χριστόν, ανέβηκε στον δικό του Σταυρό,φυλάσσοντας «οδούς σκληράς» και κατέβηκε στον δικό του τάφο, ως νεκρός ζων, ως ζωντανός πεθαμένος, για την αγάπη του Χριστού και την δίψα της αιωνίου ζωής.
Ο αείμνηστος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθανάσιος Παλιούρας τον γνώριζε και μου έλεγε ότι, όταν τον πλησίαζε, ευωδίαζε. Εγώ εκείνο που κατάλαβα, όταν τον συνάντησα, ήταν ότι έβγαινε μέσα από τον λόγο του, το πρόσωπό του, την ύπαρξή του μια πνευματική γλύκα, που είναι καρπός της ευώδους ερήμου, την οποία αγαπούσε και δεν μπορούσε να αποχωρισθή, ακόμη και τότε που ήταν άρρωστος και έπρεπε να νοσηλευθή. Στην πρόταση να ζήση τα γεράματά του σε κάποιο ήσυχο Μοναστήρι και να δεχθή την περιποίηση των μοναχών έλεγε: «Δεν μπορώ να αφήσω την γλυκύτητα της ερήμου».
Η ύπαρξή του ήταν διαφανής, ευαίσθητη. Του μίλησα για την αξία της ερήμου και έλαμψε το πρόσωπό του. Η έρημος έγινε το σπίτι του, η ζωή του, η αγάπη του, η αναπνοή του, η προσευχή του, ο γλυκασμός του, η πείνα και η δίψα του, η παλαίστρα του. Προσευχόταν για όλο τον κόσμο και ο αντίδικος, βλέποντας την δύναμη της προσευχής του τον πολεμούσε σκληρά. Και εκείνος τον αντιμετώπιζε με θάρρος, δύναμη, αλλά και εσωτερική καρδιακή γαλήνη.
Είχε κάποιες άγιες ιδιορρυθμίες ο μακάριος Γέροντας που του τις ενέπνευσε το Άγιον Πνεύμα, κάνοντας υπακοή στους πεπειραμένους πατέρες, ζώντας ως ξένος και σταυρωμένος, βιώνοντας σε όλη του την ζωή την οδύνη του Σταυρού του Χριστού. Και ο Χριστός τον κάλεσε κοντά Του την ημέρα της Σταυρώσεώς Του, αφού προηγουμένως έλαβε την ευχή του Μητροπολίτου του, του Σεβ. Μητροπολίτου Γόρτυνος Μακαρίου, και κοιμήθηκε και ενταφιάσθηκε το Μέγα Σάββατο, όταν η ψυχή του Χριστού μαζί με την Θεότητά Του ήταν στον Άδη και το σώμα Του μαζί με την Θεότητά Του ήταν στον τάφο. Έτσι, ο Εσταυρωμένος και Αναστάς Χριστός αγάπησε τον φίλο Του, τον Ιερομόναχο Θεόδωρο-Νείλο, που έζησε ως σταυρωμένος και αναστημένος για τον Χριστό.
Αγαπητέ μου π. Θεόδωρε-Νείλε, σε ευχαριστώ για την αγάπη και την συμπαράστασή σου, για την αγία πλάνη σου, για την καρποφόρα ερημική ζωή σου, για την κατά Χριστόν τρέλλα σου, για την πνευματική ευωδία που έλαβες από το Αγιοφάραγγο και ευωδίασες όλο τον κόσμο, και τώρα είσαι ένα «μυρίπνοο άνθος» του Παραδείσου μαζί με τους φίλους σου αγίους, τον μεγάλο ασκητή και θεολόγο π. Αναστάσιο Κουδουμιανό, ιδιαιτέρως τον «έρωτά» σου, τον Χριστό. Μας έδειξες ότι οι Κανόνες της Εκκλησίας είναι αποφθέγματα του Αγίου Πνεύματος, διά των οποίων λαμβάνει κανείς Άγιον Πνεύμα, κατά το λόγιο «δος αίμα, λάβε Πνεύμα» και μας δίδαξες ότι και η έρημος είναι μυροφόρα, πυρφόρα, αγιοφόρα. Η πνοή της ερήμου έγινε για σένα η πνοή του Παραδείσου, σού γέμισε τα πονεμένα και πληγωμένα πνευμόνια σου από την αγάπη του Χριστού, από θείο έρωτα. Εύχου για μας.
Φωτογραφικό Υλικό
Είπε ο γέροντας Θεόδωρος-Νείλος:
«Φιλάδελφα χέρια που μου κόλλησαν την ετικέτα του πλανεμένου, μου προσήγαγαν την μεγαλύτερη ευεργεσία. Δεν ήρθα στην έρημο για ανθρώπινη πελατεία αλλά για την πολυπόθητη σωτηρία. Αυτό με έκανε να φύγω από το αρχικό μου σπήλαιο και να πάω ψηλότερα και πιο απρόσιτα, στον Αη-Λιά. Ήθελα μόνωση και ησυχία, όχι θόρυβο και πολυκοσμία»,
«Την πιο έντονη προσευχή μου την έκανα για τους διώκτες μου. Ιδιαίτερα, γι’ αυτόν που με εδίωξε από τον Προφήτη Ηλία και γκρέμισε την εκκλησία και την σκήτη και για όσους κρύβονται πίσω απ’ αυτόν. Παρακαλώ τον Θεό να τους συγχωρήσει, να τους χαρίσει υγεία και μετάνοια, να μην τους συμβεί κακό και να μην στήσει αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην. Αν είχα ίχνος εμπαθείας μέσα στην καρδιά μου, θα σταματούσα την Θεία Κοινωνία»,
«Αν θα με ρωτούσατε να σας πω, τι κατάλαβα τόσα χρόνια στην έρημο, θα σας απαντούσα με μια λέξη: τη δύναμη του ψαλτηρίου. Αν ξεκινούσα την ζωή μου τώρα, ένα θα πάσχιζα να κάνω, να αποστηθίσω το ψαλτήρι. Αυτό είναι η γονική μήτρα της νοεράς προσευχής. Αυτό είναι το εύφορο χώμα, όπου ευδοκιμεί ο σπόρος της ευχής. Αυτό μαστίζει τους δαίμονες. Όταν διάβαζα, στις αγρυπνίες μου, το ψαλτήρι, ερχόνταν ο δαίμονας, που μούγκριζε σαν αγριόχοιρος στο αυτί μου. Ειδικά όταν έλεγε τον στίχο, «Αναστήτω ο Θεός…» και τον στίχο που λέε: «Εσύ είσαι Κύριος και Θεός μου». Λυσσούσε, με έπιανε από τον λαιμό, με έπνιγε. Μπέρδευε τα λόγια μου, για να μην το πω. Τόσο πολύ καιγόταν…».