Στέργιου Μπούγια – θεολόγου
Είναι αντικειμενικά παραδεκτό πώς η παρουσία τού παππού και της γιαγιάς μέσα στο σπίτι είναι σημαντική και ωφέλιμη και για τα παιδιά και για τα εγγόνια. Μπορεί να μην μένουν στην ίδια στέγη, αλλά είναι χρέος ιερό η φροντίδα των παιδιών προς τούς γονείς. Είναι εντολή τού Θεού η τιμή και ο σεβασμός προς τούς γονείς. Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός καυτηριάζει την αλλοίωση πού επέφεραν σ’ αυτή την εντολή οι Ιουδαίοι και επέτρεπαν την αδιαφορία προς τούς γονείς. Η «τρίτη ηλικία» χρειάζεται στοργή και συμπαράσταση είναι ιερό καθήκον των παιδιών, καθήκον πού δεν επιβάλλεται και απαιτείται, αλλά πηγάζει αυθόρμητα από τίς καρδιές των παιδιών προς τούς γονείς. Η εκπλήρωση τού ιερού αυτού καθήκοντος εξαρτάται από την πνευματική υποδομή και παράδοση των κοινωνιών και των παιδιών.
Στις παλιότερες εποχές ο σεβασμός, η τιμή, η στοργή και η φροντίδα για τούς γονείς ήταν αυτονόητα. Οι γονείς ήταν τα ιερά κειμήλια πού άξιζαν κάθε τιμή και σεβασμό. Αργότερα κηρύγματα και συνθήματα αυτονομίας επηρέασαν τούς νέους και θεώρησαν τούς γονείς εμπόδιο στην πορεία της ζωής τους με αρνητική συνέπεια την επίδειξη αδιαφορίας προς αυτούς. Είναι γνωστά τα αποτελέσματα της τακτικής αυτής και για τούς γέροντες γονείς και για τα παιδιά και για τα εγγόνια. Σέ οικογένειες όμως με χριστιανικές αρχές και αξίες τέτοιες πρακτικές δεν ταιριάζουν.
Η φροντίδα και ο σεβασμός προς τούς γέροντες γονείς είναι ιερό καθήκον. Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει σχετικά: «Σφόδρα ο Θεός βούλεται τούς τεκόντας τιμάσθαι παρά των τεχθέντων» (1) ,(ο Θεός θέλει πάρα πολύ να τιμώνται οι γονείς από τα τέκνα). Και συνεχίζει ο ιερός πατηρ: «Αυτος (ο Κύριος) παρατίθεται την μητέρα αυτού τώ μαθητη, παιδεύων ημάς μεχρι εσχάτης αναπνοής πάσαν ποιείσθαι επιμελειαν των γεγεννηκότων» (2) ,(Αυτος (ο Κύριος) αναθέτει την μητέρα του εις τον μαθητην του, διδάσκων ημάς ότι πρέπει μεχρι την τελευταίαν πνοήν να καταβάλλωμεν κάθε φροντίδα διά τούς γονείς μας).
Για τον σεβασμό των τέκνων προς τούς γονείς γράφει και ο Γέροντας Παΐσιος «έχει μεγάλη ευλογία από τον Θεό όποιος κοιτάζει τούς γονείς του. Μού είπε μια μέρα ένας νεαρός οικογενειάρχης «Γέροντα, σκέφτομαι στο σπίτι πού θα χτίσω, να κάνω στον κάτω όροφο δύο διαμερισματάκια για τούς γονείς και τα πεθερικά μου». Πόσο με συγκίνησε! Πόσες ευχές τού έδωσα!» (3) . Αντίθετα, «όσοι δε νιώθουν αυτο το χρέος προς τούς γονείς τους, θα κριθούν από τον Θεό ως άδικοι και αχάριστοι» (4) . Η συνύπαρξη, συνοδοιπορεία των παππούδων, παιδιών και εγγονών έχει πρώτα και κύρια την ευλογία τού Θεού και πολλές άλλες και ποικίλες ωφέλειες.
Ο παππούς και η γιαγιά είναι φορείς της πολιτιστικής και ιστορικής παράδοσης. Αυτοί, ως πιστοί θεματοφύλακες, διαθέτουν τον χρόνο και τη διάθεση να μάθουν στα εγγόνια τους τίς ρίζες της οικογένειας, τίς αρχές και τίς παραδόσεις τού τόπου, τα ήθη και τα έθιμα, τίς ιστορίες και τα παραμύθια. Και έτσι να υπάρχει μία ομαλή, φυσιολογική συνέχεια των γενεών, δεμένη με τίς πνευματικές ρίζες, «έχουν περισσότερο χρόνο να διηγούνται ιστορίες από το παρελθόν και να βοηθήσουν τα εγγονάκια να δημιουργήσουν μια αίσθηση της οικογενειακής τους ταυτότητας και παράδοσης». Τονίζεται συνήθως η αναγκαιότητα της παρουσίας τους στο σπίτι για τη φύλαξη και φροντίδα των μικρών παιδιών εγγονών, όμως είναι εξίσου μεγάλη και η προσφορά τους στην αγωγή και διάπλαση τού χαρακτήρα τους. Με την αγία τους ζωή και το φωτεινό παράδειγμά τους τα οδηγούν στον δρόμο τού Θεού.
Ο Απ. Παύλος μνημονεύει και τονίζει την αγάπη της γιαγιάς τού Απ. Τιμοθέου, Λωΐδας και της μητέρας του Ευνίκης (5) χάρη στις οποίες διδάχθηκε «από βρέφους τα ιερά γράμματα»(6) . Ο Μέγας Βασίλειος μνημονεύοντας τη γιαγιά του γράφει: «Μακρίναν λέγω την περιβόητον παρ ής εδιδάχθημεν τα τού μακαριωτατου Γρηγορίου ρήματα»(7) . Η γιαγιά Μακρίνα μετάγγισε πνεύμα ζωής στα εγγόνια της. Μετέδωσε την εμπειρία πού άντλησε απ’ τον Άγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας τον θαυματουργό (8).
Ο παππούς και η γιαγιά είναι φορείς της πολιτιστικής και ιστορικής παράδοσης. Αυτοί, ως πιστοί θεματοφύλακες, διαθέτουν τον χρόνο και τη διάθεση να μάθουν στα εγγόνια τους τίς ρίζες της οικογένειας, τίς αρχές και τίς παραδόσεις τού τόπου, τα ήθη και τα έθιμα, τίς ιστορίες και τα παραμύθια
Το σημαντικό και σπουδαίο ρόλο της γιαγιάς Μακρίνας τού Μεγάλου Βασιλείου και τη σχέση της με τα εγγόνια της παρουσιάζει πολύ όμορφα ο μακαριστός καθηγητής Στ. Παπαδόπουλος: «Η Μακρίνα, η γιαγιά δηλαδή τού Μ. Βασιλείου, ήταν η μεγάλη μορφή πού επηρέασε και κυριολεκτικά διαμόρφωσε τρείς γενεές στην οικογένεια Η διδασκαλία και η θεολογία της γερόντισσας Μακρίνας ήταν οι μνήμες, ιστορίες της πρώτης Εκκλησίας τού Πόντου, αγώνες και κακουχίες για την πίστη. Η διδαχή της γερόντισσας κάτι σαν πυξίδα, σαν δείκτης αληθείας, κάτι σαν αίτιο ισορροπίας»(9) . Οι οικογένειες πού έχουν στο σπίτι τον παππού και τη γιαγιά έχουν μια ιεραρχική δομή (παππούς πατέρας γιός). Όταν λείπει αυτή η ιεραρχική δομή δεν κατορθώνουν, συνήθως, να συνεννοηθούν πατέρας και γιός, μάννα και κόρη και έτσι παρατηρείται το λεγόμενο «χάσμα των γενεών».
Η διακριτική παρουσία τους μέσα στην οικογένεια αποπνέει μια ευχάριστη αίσθηση ελευθερίας για τα παιδιά. Αβίαστα και απαλά μεταδίδουν στα εγγονάκια τους πολύτιμες αξίες από μια άλλη εποχή, ιστορίες και αναμνήσεις από το παρελθόν, τίς οποίες τα μικρά παιδιά σαν διψασμένη γη με μεγάλο ενδιαφέρον ακούνε και αποθηκεύουν στις άδολες καρδούλες τους, ως θησαυρούς ηθικών, θ ρ η σ κ ε υ τ ι κ ώ ν , ιστορικών και πολιτισμικών αξιών. Ψυχολόγοι και παιδαγωγοί και οικογενειακοί σύμβουλοι τονίζουν πώς τα παιδιά έχουν ανάγκη τούς παππούδες, σχεδόν, όσο και τούς γονείς τους, γιατί ζουν και έχουν εμπειρίες μαζί τους ασύγκριτες, οι οποίες μένουν στην ψυχή τους ανεξίτηλες. Ασφαλώς ο ρόλος τους προς τα εγγονάκια είναι διαφορετικός, γι‘ αυτό κι εκείνα απολαμβάνουν τίς στιγμές μαζί τους, την αγάπη τους, την ανεκτικότητα, την λιγότερο αυστηρή στάση, τα παιχνίδια και τα χατίρια, την υποστήριξη και κατανόηση, τη λιγότερη πειθαρχία, τίς λιχουδιές πού δίνονται χωρίς περιορισμούς.
Όλα αυτά δημιουργούν μια χαλαρή στάση και άνετη ατμόσφαιρα πού τη χαίρονται και τα παιδιά και οι παππούδες. Όμως πολλές φορές οι γονείς εκφράζουν τα παράπονα τους για τη στάση των παιδιών τους και τα ανάμικτα μηνύματα πού δέχονται από τη σχέση τους με τούς παππούδες. Γιατί είναι αλήθεια πώς η υπερβολική αγάπη τους κάνει να ακολουθούν μια διαφορετική, πολλές φορές, τακτική και να εφαρμόζουν τη δική τους αγωγή πού δεν είναι ωφέλιμη και προπαντός είναι αντίθετη μ εκείνη των γονιών τους. Αυτό γίνεται γιατί ίσως δεν μπορούν να δεχθούν ότι τον πρώτο λόγο για την ανατροφή και αγωγή των εγγονών έχουν οι γονείς τους. Έτσι αυτή η στάση και συμπεριφορά δημιουργεί προβλήματα σοβαρά τα οποία έχουν αρνητικές συνέπειες και για τούς γονείς και για τα εγγόνια.
Εδώ χρειάζεται να βρεθεί η χρυσή τομή, να υπάρχει κοινή γραμμή από γονείς και παππούδες για να παίρνουν τα παιδιά ξεκάθαρα μηνύματα. Οι γονείς να δουν με κατανόηση το θέμα και με αγάπη και σεβασμό να τούς βοηθήσουν να αντιληφθούν τον ρόλο τους και τα όριά τους, όσον αφορά την αγωγή των παιδιών, αλλά και την παρέμβασή τους στη λειτουργία και πορεία της οικογένειάς τους. Οι παππούδες πρέπει να γνωρίζουν και να αποδεχθούν ότι η παρουσία τους στην οικογένεια των παιδιών τους πρέπει να είναι διακριτική και προσεγμένη, ώστε να διαφυλαχθεί η ενότητα τού ζευγαριού και η ομαλή συνέχεια της οικογένειας.
Τότε η σχέση γονιών, παππούδων και παιδιών θα είναι αρμονική και θα διατηρείται η ισορροπία. Ο παππούς και η γιαγιά θα αντιδρούν πιο ήρεμα και πιο σοφά δεν θα κάνουν κριτική των παιδιών τους, ειδικά μπροστά στα εγγόνια, γιατί έτσι ακυρώνουν τον ρόλο τού γονιού. Οι γονείς με τη σειρά τους θα συμπεριφέρονται με πολύ σεβασμό και αγάπη και τίς τυχόν αστοχίες των παππούδων θα τίς βλέπουν με κατανόηση και με τρόπο καλό και με συζήτηση θα υπενθυμίζουν τα όρια και τον ρόλο τους. Έτσι θα δημιουργείται θετικό κλίμα θαυμαστής συνεργασίας και θα αποφεύγονται προβλήματα και καταστάσεις πού σίγουρα θέτουν σέ σοβαρό κίνδυνο την εύρυθμη λειτουργία της οικογένειας.
Μια τέτοια καλή επικοινωνία και συνεργασία μόνον οφέλη θα έχει, τα οποία θα είναι ανεκτίμητα σέ προσωπικό, οικογενειακό και κοινωνικό επίπεδο. Έχει υποστηριχθεί και από ανθρωπολογικές, ψυχολογικές και κοινωνικές μελέτες, πώς όταν σέ μια οικογένεια συμμετέχουν πρόσωπα από τρείς ή και τέσσερις καμία φορά γενιές, «εφόσον βέβαια οι σχέσεις μεταξύ των μελών είναι ομαλές και αλληλοσυμπληρωματικές», οι επιδράσεις είναι θετικές. «Τα παιδιά θα έχουν τη δυνατότητα να αντλήσουν γνώσεις και εμπειρίες από διαφορετικές γενιές, να αισθανθούν λιγότερο απομονωμένα, να αναπτύξουν περισσότερες στενές συναισθηματικές επαφές πού θα εμπλουτίσουν τον ψυχικό τους κόσμο». Θα έχουν έτσι έναν ολόκληρο θησαυρό για να κληροδοτήσουν στα παιδιά και στα εγγόνια τους.
Τα τελευταία χρόνια δυστυχώς και στη χώρα μας την Ορθόδοξη με την επικράτηση της λεγόμενης πυρηνικής οικογένειας και την αυτονόμηση των νέων ζευγαριών η τρίτη ηλικία, ο παππούς και η γιαγιά, απουσιάζει από το σπίτι. Παλιότερα γερνούσαν και πέθαιναν στο σπίτι πού μεγάλωσαν τα παιδιά τους, τριγυρισμένοι από τα παιδιά τους μέσα σέ μια ζεστή πατριαρχική οικογένεια πού τα παιδιά ζούσαν μαζί με τούς γονείς. Σήμερα κάθε οικογένεια ζει στο δικό της σπίτι πού βρίσκεται μακριά από το πατρικό. Η απουσία τους από την οικογένεια μείωσε τον σεβασμό των παιδιών προς τούς γέροντες.
Η σύγχρονη γενιά δεν γνωρίζει από κοντά την τρίτη ηλικία τη βλέπει μόνο στον δρόμο και στα Ιδρύματα, ως μια «άχρηστη γενεά» γι’ αυτό, «υποτιμήθηκε ο ρόλος τού παππού και της γιαγιάς και η συνδρομή της ευρύτερης οικογένειας». Είναι καιρός να συνειδητοποιήσουμε αυτό πού μάς επιτάσσει η Ελληνορθόδοξη κουλτούρα μας, να γυρίσουμε στις πνευματικές μας ρίζες. Να επαναπροσδιορίσουμε την πορεία μας, για να μπορέσουμε να βρούμε την οικογενειακή ισορροπία και γαλήνη. Για να γίνει το σπίτι μας ζεστό και χαρούμενο, όπου όλοι θ αναπαύονται και θα γεύονται τούς καρπούς της «κατ’ οίκον» Εκκλησίας. Με την προσευχή και την σύνδεση με την εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή η οικογενειακή εστία θα γίνεται εργαστήριο αγιότητος με βασικό στόχο και σκοπό τη θέωση, τον αγιασμό.
- 1 Ιερού Χρυσοστομου, Ε. Π. Ε., 8, , Εκδ. Γρηγό- ριος Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1983, 72 -76.
- Όπ. π. ΠΕ, Ε. Π. Ε., 14, 668 670.
- Γ. Παϊσίου Λόγοι, Δ΄, Οικογενειακή ζωή, Σουρωτη Θεσσαλονίκης, 2002, σσ. 141 142.
- Όπ. π. , σσ. 140.
- Β΄ Τιμ. 1, 3 5.
- Β΄ Τιμ. 3, 15.
- Μ. Βασιλείου, Ε. Π. Ε., 3, Επιστολή 214, Εκδ. Γρηγόριος Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1973, σσ. 170.
- Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Η ζωή ενός Μεγάλου, Εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1988, σσ. 22 24 και π. Βασιλείου Καλλιακμάνη, εφ. Μακεδονίας της Θεσ/νίκης, 31 Οκτ. 2013,
- Στ. Γ. Παπαδόπουλου, όπ. π.