Κάποτε, ὁ Θεὸς δοκίμασε τὴν μεγάλη του «καμπάνα», τὸν Ἰώβ. Ἡ χεῖρα τοῦ Θεοῦ τὸν ἄγγισε. Θέλετε νὰ μάθετε τί ἐργαλεῖο χρησιμοποίησε; Τὴν σφῦρα τοῦ κόσμου, δηλαδὴ τὸν διάβολο. Ὅμως, τί ἦχο αὐτὴ ἡ «καμπάνα» ἐξέπεμψε; «Ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον!» (Ἰὼβ α´ 2).
Τὶ εὐχάριστος ἦχος! Ὅμως, ὁ Ἰὼβ ἐπρόκειτο νὰ κτυπηθῆ καὶ ἄλλο. Ἐτέθη κάτω ἀπὸ τὴν δύναμι τοῦ διαβόλου καὶ ὅλο του τὸ σῶμα ἐπλήγη· ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ποδῶν ἐκαλύφθη ἀπὸ πληγὲς καὶ σκώληκες καὶ ἐκάθητο στὴν κόπρο…
Ἀκούσατε τί κτυπήματα δέχθηκε; Ἀλλὰ ἀκοῦστε καὶ τὶ φωνὴ ἀνέπεμψε: «Εἰ τὰ ἀγαθὰ ἐδεξάμεθα ἐκ χειρὸς Κυρίου, τὰ κακὰ οὐχ ὑποίσωμεν;» (Ἰὼβ β´ 1)
Ὤ, τὶ δυνατὴ φωνή! Ὤ, τὶ γλυκὺς ἦχος! Ποιός κοιμώμενος δὲν θὰ ξυπνήση ἀπὸ αὐτήν; (Ἱ. Αὐγουστίνου, Εἰς τὸν Ψαλμὸν 97).
Εἰ τὰ ἀγαθὰ ἐδεξάμεθα ἐκ χειρὸς Κυρίου, τὰ κακὰ οὐχ ὑποίσωμεν;
Εὐλογημένη εἶναι αὐτὴ ἡ «καμπάνα», ἡ ὁποία ἐξέπεμψε ἕναν τέτοιο εὐλογημένο ἦχο! Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔνδειξις τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου, τοῦ εὐγνώμονος ἀνθρώπου στὸν Θεό. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ σημεῖο τοῦ ἀγνώμονος (ἀχαρίστου) ἀνθρώπου: ἂν τοῦ ἔλθη κάποια δυστυχία, παραπονεῖται, θρηνεῖ, ἀντιτίθεται, θλίβεται ὑπερβολικά, ἐπαινεῖ τὶς πράξεις του καὶ ἀποδεικνύει τὴν ἀθωότητά του (Ἱ. Ἀντιόχου τοῦ Πανδέκτου, Λόγος ριζ´, εὐχαριστίας).
Τί περισσότερο θὰ μποροῦσε νὰ λεχθῆ; Ὁ καλὸς καὶ ὁ κακὸς εἶναι ὅμοιοι μὲ δύο γεμᾶτα δοχεῖα, τὸ ἕνα πλῆρες πολυτίμων ἀρωμάτων, καὶ τὸ ἄλλο πλῆρες δυσώδους ὑλικοῦ (Ἱ. Αὐγουστίνου, Ἐπιστολὴ 111/Πρὸς Θεόδωρον). Ἔτσι, ὁ καλὸς καὶ ὁ κακὸς δοκιμάζονται συνεχῶς μὲ δυσάρεστα, χωρὶς διάκρισι· ἐν τούτοις, ἀπὸ τὴν ἴδια αὐτὴ δοκιμασία χωρίζονται ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν Πάνσοφη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
Οἱ καλοί, ὅταν τοὺς εὕρη ὁποιαδήποτε δοκιμασία, προσφέρουν εὐχαριστίες στὸν Θεό, ποὺ τοὺς ἀξίωσε τῆς τιμωρίας τους, ἐνῶ ὁ ἀλαζών, ὁ φιλήδονος καὶ ὁ φιλοχρήματος βλασφημοῦν καὶ παραπονοῦνται στὸν Θεό, λέγοντες: «Ὤ Θεέ, τί κακὸ κάναμε, ὥστε νὰ πάσχουμε τόσο;»!…