Ποια είναι λοιπόν τώρα η εντολή του Θεού που αφορά σ’ εμάς; Η μετάνοια. Και η ανακεφαλαίωση αυτής είναι να μην εγγίζομε πλέον τα απαγορευμένα. Αφού λοιπόν εκδιωχθήκαμε από τον τόπο εκείνο της θεϊκής τρυφής και αποκλειστήκαμε δίκαια από τον Παράδεισο και γκρεμιστήκαμε σ’ αυτό το βάραθρο και καταδικαστήκαμε να συγκατοικούμε και να ζούμε μαζί με τα άλογα ζώα και χάσαμε πιά κάθε ελπίδα όσο εξαρτάται από μας να επιστρέψομε στον Παράδεισο, Αυτός ο ίδιος που επέβαλε τότε τη δίκαιη τιμωρία, ή μάλλον που επέτρεψε δίκαια να μας έρθει, τώρα από υπερβολή αγαθότητας, από πολλή ευσπλαχνία, για χάρη μας κατέβηκε μέχρι εμάς.
Και αφού ευδόκησε να γίνει όπως εμείς άνθρωπος, αλλά χωρίς αμαρτία, για να ξαναδιδάξει και να σώσει ως όμοιος τον όμοιο, μας έδωσε την σωτήρια συμβουλή και εντολή της μετάνοιας, λέγοντάς μας: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 4, 17). Πριν από την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, όσο απέχει ο ουρανός από τη γη, τόσο απείχε από μάς η βασιλεία των ουρανών. Αφού όμως ο Βασιλιάς των ουρανών ήρθε και ευδόκησε να ενωθεί με μας, έφτασε σ’ όλους μας η βασιλεία των ουρανών.
Αφού είναι πιά κοντά μας η βασιλεία των ουρανών, με την συγκατάβαση του Θεού Λόγου προς εμάς, ας μην απομακρυνθούμε εμείς απ’ αυτήν, ζώντας αμετανόητοι. Ας αποφύγομε μάλλον την αθλιότητα εκείνων που ζουν στο σκοτάδι κάτω από τη σκιά του θανάτου (Λουκ. 1, 79). Ας αποκτήσομε τα έργα της μετανοίας, φρόνημα ταπεινό, κατάνυξη και πνευματικό πένθος, καρδιά γεμάτη πραότητα και να διψά τη δικαιοσύνη, να οικειοποιείται την καθαρότητα, να είναι ειρηνική και ειρηνοποιός, να υπομένει τα δεινά, να ευχαριστείται με τους για χάρη της αλήθειας και της δικαιοσύνης διωγμούς, ζημίες, ύβρεις, συκοφαντίες και παθήματα. Γιατί η βασιλεία των ουρανών, ή μάλλον ο Βασιλιάς των ουρανών ω ανέκφραστη μεγάλη δωρεά! είναι μέσα μας (Λουκ. 17, 21). Σ’ Αυτόν οφείλομε να προσκολλόμαστε πάντοτε με τα έργα της μετάνοιας, αγαπώντας με όλη μας τη δύναμη Αυτόν που τόσο μας αγάπησε.
Ας αποκτήσομε τα έργα της μετανοίας, φρόνημα ταπεινό, κατάνυξη και πνευματικό πένθος, καρδιά γεμάτη πραότητα και να διψά τη δικαιοσύνη
Την αγάπη προς το Θεό τη συνιστούν η απουσία των παθών και η αφθονία των αρετών. Το μίσος προς τα πονηρά, από το οποίο προκύπτει η απουσία των παθών, αντεισάγει τον πόθο και την απόκτηση των αγαθών. Εκείνος που είναι εραστής και κάτοχος των αγαθών, πώς να μην αγαπά ξεχωριστά τον αυτάγαθο Κύριο, τον μόνο χορηγό και φύλακα κάθε αγαθού, μέσα στόν Οποίο μένει με έξοχο τρόπο ο ίδιος και τον Οποίο έχει μέσα του με την αγάπη, σύμφωνα με τα λόγια του Αποστόλου: «Όποιος μένει στην αγάπη, μένει μέσα στο Θεό και ο Θεός μέσα σ’ αυτόν» (Α΄ Ιω. 4, 16).
Μπορεί κανείς να δει ότι όχι μόνον η αγάπη προς το Θεό γεννιέται από τις αρετές, αλλά και ότι οι αρετές γεννιούνται από την αγάπη. Γι’ αυτό και ο Κύριος στο Ευαγγέλιο, άλλοτε λέει: «Όποιος κρατάει τις εντολές μου και τις τηρεί, αυτός είναι που με αγαπά» (Ιω. 14, 21), και άλλοτε: «Όποιος με αγαπά, θα τηρήσει τις εντολές μου» (Ιω. 14, 23). Αλλά ούτε τα έργα των αρετών είναι αξιέπαινα και ωφέλιμα σ’ εκείνους που τα εκτελούν χωρίς αγάπη, ούτε πάλι κι η αγάπη χωρίς τα έργα. Το πρώτο το φανερώνει με πολλά ο Παύλος, γράφοντας προς τους Κορινθίους: «Αν κάνω αυτά και αυτά, αλλά δεν έχω αγάπη, δεν ωφελούμαι καθόλου» (Α΄ Κορ. 13, 3)? το δεύτερο πάλι, ο εξαιρετικά αγαπημένος από το Χριστό μαθητής, λέγοντας: «Να μην αγαπάμε με λόγια, μήτε με τη γλώσσα, αλλά έμπρακτα κι αληθινά» (Α΄ Ιω. 3, 18).
Απόσπασμα από Φιλοκαλία Ιερών Νηπτικών Τόμος Δ’, ʼγιος Γρηγόριος Παλαμάς, Ηθικά Κεφάλαια, Το Περιβόλι της Παναγιάς, 2004