Το πρόσωπο που έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην Βάπτιση του Χριστού είναι ο Τίμιος Πρόδρομος, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Πρόκειται για μια μεγάλη φυσιογνωμία, έναν μεγάλο Προφήτη, που βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, που είναι ο τελευταίος των Προφητών της Παλαιάς και ο πρώτος των Προφητών της Καινής Διαθήκης.
Ο τρόπος της συλλήψεώς του ήταν θαυματουργικός, δηλαδή έγινε με την παρέμβαση του Θεού, δια του σπέρματος του πατέρα του Ζαχαρία, και όχι εκ’ Πνεύματος Αγίου. Η γέννησή του συνδέεται με θαυματουργικά γεγονότα. Η διαμονή του από τριών ετών στην έρημο δείχνει την αγγελική του πολιτεία. Το κήρυγμα της μετανοίας ήταν προετοιμασία του λαού για την υποδοχή του Μεσσίου. Η ταπείνωσή του μεγαλειώδης. Αλλά και ο τρόπος της τελειώσεώς του δείχνει ότι έφτασε σε μεγάλα ύψη Χάριτος.
Ο Τίμιος Πρόδρομος ήταν συγγενής του Χριστού, αφού η Μητέρα Του (Παναγία) ήταν συγγενής με την μητέρα του Προδρόμου, Ελισάβετ. Όταν ο Τίμιος Πρόδρομος ήταν έμβρυο έξι μηνών στην κοιλιά της μητέρας του, τότε έγινε ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, οπότε καταλαβαίνουμε ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν έξι μήνες μεγαλύτερος από τον Χριστό.
Ο Ιωάννης ο Πρόδρομος έλαβε Πνεύμα Άγιον, το Οποίο τον ανέδειξε Προφήτη, ενώ βρισκόταν στην κοιλιά της μητέρας του, έξι μηνών έμβρυο. Γιατί, όταν η Παναγία, που μόλις είχε συλλάβει με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, χαιρέτισε την μητέρα του Ελισάβετ, τότε «εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ. α. 41). Έτσι, έγινε Προφήτης και μετέδωσε το προφητικό του χάρισμα στην μητέρα του, αφού και εκείνη δι’ αυτού του τρόπου ανεγνώρισε την μητέρα του Κυρίου (αγ. Γρηγόριος Παλαμάς).
Πολλοί είναι οι χαρακτηρισμοί που δόθηκαν στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Η λέξη Ιωάννης θα πη δώρο Θεού. Πρόδρομος σημαίνει αυτόν που προηγείται του δρόμου, δηλαδή τον προάγγελο του Μεσσίου. Λέγεται Βαπτιστής γιατί βάπτισε τον Χριστό.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Οι Δεσποτικές Εορτές, Εισοδικό στο Δωδεκάορτο και στην Ορθόδοξη Χριστολογία, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 2008, σελ. 106-107