13 Ἰανουαρίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι Ἑρμύλος καὶ Στρατόνικος Ὁ αὐτοκράτορας Λικίνιος τὸ 320-22 γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ ἀντιπαθοῦσαν τὸν Μ. Κωνσταντῖνο, διέταξε διωγμοὺς κατὰ τῶν χριστιανῶν. Μεταξὺ ἄλλων βιαίων μέτρων, ἔκλεινε καὶ γκρέμιζε τὶς ἐκκλησίες τους καὶ ἐμπόδιζε τὸν ἐκκλησιασμό τους. Ποιός, ὅμως, θὰ τολμοῦσε νὰ διαμαρτυρηθεῖ φανερά; Ὁ διάκονος Ἑρμύλος ἀντιδρᾷ φανερὰ καὶ ἔντονα, σύμφωνα με τὴν προτροπὴ τοῦ Κυρίου μας: «Ἔχετε θάρρος, ἐγὼ νίκησα τὸν κόσμο» καθὼς καὶ τὴν διαβεβαίωση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ὁ Θεὸς δὲν μᾶς ἔδωσε πνεῦμα δειλίας, ὥστε νὰ μᾶς φοβίζουν οἱ ἀπειλὲς καὶ οἱ διωγμοί, ἀλλά μας ἔδωσε πνεῦμα καὶ χάρισμα δυνάμεως γιὰ νὰ ἀντέχουμε στοὺς πειρασμούς». Αὐτὸ ἀμέσως καταγγέλλεται καὶ διατάζεται ὁ βασανισμός του. Πρῶτα μαστιγώνεται μὲ ἀκανθωτὰ μαστίγια καὶ μετὰ ῥίχνεται στὴν φυλακή. Τὸ μαρτύριο δὲ φέρνει τὸ ζητούμενο ἀποτέλεσμα καὶ μετὰ ἀπὸ λίγες μέρες ξανὰ βασανίζεται μὲ φρικτότερο τρόπο. Ἐκεῖ κοντὰ ἦταν καὶ ἕνας στενός του φίλος, ὁ Στρατόνικος, ποὺ δὲν μπόρεσε νὰ συγκρατήσει τὰ δάκρυά του βλέποντας τὸ μαρτύριο τοῦ Ἑρμύλου. Ὅμως, ἦταν ἔγκλημα νὰ δακρύσει κανεὶς γιὰ ἕνα χριστιανὸ μάρτυρα, ὁπότε θανατώνουν καὶ τοὺς δυὸ μαζί. Ἔτσι, ἀπὸ κοινοῦ ἀξιώθηκαν νὰ πάρουν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος, ἐπίσκοπος Νισίβεως Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ἔζησε στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Νίσιβη τῆς Μεσοποταμίας, τῆς ὁποίας ἔγινε καὶ ἐπίσκοπος. Ἦταν ἄριστος γνώστης τῶν Ἁγίων Γραφῶν καὶ συγχρόνως ἀσκητικὸς στὴν προσωπική του ζωή. Ὁ Ἰάκωβος πίστευε, ὅτι ὁ ἐπίσκοπος πρέπει νὰ φαίνεται ἀπὸ τὰ ἔργα του καὶ ὄχι ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση καὶ ἐπίδειξη. Ὁ Ἰάκωβος εἶχε πάρει μέρος καὶ στὴν Α΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (325) στὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Ἀλλ΄ ἐκτὸς ἀπὸ εὐσέβεια, διακατεχόταν καὶ ἀπὸ ἔνθερμη φιλοπατρία. Ὅταν κάποτε οἱ Πέρσες πολιόρκησαν τὴν Νίσιβη, ὁ ἐπίσκοπος Ἰάκωβος ὑπῆρξε ὁ κύριος συντελεστής – μὲ τὴν δύναμη τῆς πίστης του καὶ τὴν ἠθικὴ ἐπιρροή του – τῆς ἀπόκρουσης τῶν ἐχθρῶν καὶ τῆς διάλυσης τῆς πολιορκίας. Πέθανε σὲ βαθειὰ γεράματα. Ἀλλὰ ὁ ζῆλος του δὲν εἶχε γεράσει καθόλου. Διατηρήθηκε ζωηρὸς καὶ ἀκμαῖος μέχρι τέλους (ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 31η Ὀκτωβρίου). Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, μάρτυρας Μαρτύρησε διὰ ῥαβδισμοῦ. Οἱ Ἅγιοι Παχώμιος καὶ Παπυρῖνος Μαρτύρησαν ἀφοῦ τους ἔπνιξαν μέσα σὲ ποτάμι. Τὰ Ἐγκαίνια τῆς Μονῆς Προφήτη Ἡλία, τῆς ὀνομαζομένης τοῦ Βαθέως Ῥύακος Ἡ Μονὴ αὐτὴ βρίσκεται κοντὰ στὴν Τρίγλια, δηλαδὴ στὰ Μουδανιὰ τῆς Μ. Ἀσίας. Ὁ Ὅσιος Μάξιμος ὁ Καυσοκαλυβίτης Μοναχογιὸς εὐσεβῶν γονέων ἀπὸ τὴν πόλη Λάμψακο. Ὀνομαζόταν προηγουμένως Μανουὴλ καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ παιδὶ στὰ θεῖα καὶ σωτήρια διδάγματα τοῦ Κυρίου μας, Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ μοναχικὸ σχῆμα τὸ πῆρε σ΄ ἕνα Μοναστήρι τοῦ ὄρους Γάνου, ὅπου, κοντὰ σ΄ ἕναν ἐξαίρετο γέροντα, τὸν Μᾶρκο, ἀναδείχτηκε ἀκούραστος καὶ ἀκατάβλητος στὴν μελέτη, τὴν προσευχή, τὴν κυριαρχία τῆς γλώσσας, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ὁμόνοια. Ἔπειτα πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἡ ἀρετή του τὸν ἔφερε συνομιλητὴ μὲ τὸν αὐτοκράτορα Ἀνδρόνικο Παλαιολόγο. Κατόπιν πῆγε στὴν Θεσσαλονίκη γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸ ἅγιο λείψανο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ ἀπὸ ‘κεῖ τράβηξε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, κατέληξε στὴν Μονὴ τῆς Λαύρας ἀλλ΄ ἀργότερα, μὲ ἄδεια τοῦ ἡγουμένου λόγῳ τῆς ἀρετῆς του, γύρισε ὅλο τὸν Ἄθω. Οἱ μεγάλοι ἀσκητικοί του ἀγῶνες συγκρίνονται μὲ αὐτοὺς τῶν μεγάλων ἀσκητῶν τῆς Αἰγύπτου. Ἐπειδὴ ἔκανε συχνὲς μετακινήσεις, κατόπιν ἔκαιγε τὴν καλύβα του, γιὰ νὰ ἀσκεῖται στὴν πλήρη ἀκτημοσύνη. Γι΄ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε Καυσοκαλυβίτης. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1320 σὲ ἡλικία 95 ἐτῶν, διατηρῶντας ὅλη τὴν δύναμη καὶ τὴν διαύγεια τοῦ νοῦ του. Ὁ Ὅσιος Εἰρήναρχος ὁ ἔγκλειστος Ῥῶσος (+ 1613).
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|