6 Φεβρουαρίου
|
|
Ὁ Ὅσιος Βουκόλος, ἐπίσκοπος Σμύρνης Ὁ Ὅσιος Βουκόλος τιμᾶται σὰν ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος τῆς Σμύρνης, ποὺ ἐκλέχθηκε καὶ ἐγκαταστάθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο, ὅταν αὐτὸς πῆγε στὴν Ἔφεσο καὶ εἶχε τὴν ἐπιστασία τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Στὴν διακονία του αὐτή, ὁ ζηλωτὴς αὐτὸς ἱεράρχης ὑπηρέτησε μὲ ὅλη τὴν εὐσυνειδησία, τὴν θερμότητα καὶ τὴν αὐταπάρνηση τῶν ἡρωικῶν καὶ μαρτυρικῶν ἐκείνων χρόνων. Ὑπῆρξε πραγματικὸς πατέρας πρὸς τοὺς χριστιανούς του καὶ στὴν διδασκαλία καὶ στὴν ὑπεράσπισή τους, ὅταν κινδύνευαν ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τοῦ Εὐαγγελίου. Πρὸς δὲ τὰ εἰδωλολατρικὰ πλήθη, συμπεριφερόταν μὲ θαυμάσια σύνεση καὶ ἀγάπη, προσέχοντας μὲν νὰ μὴν τὰ ἐρεθίζει, ἀλλὰ καὶ προσπαθῶντας μὲ ὅλη του τὴν τέχνη, νὰ ἑλκύει πολλοὺς ἀπ΄ αὐτοὺς στὴν χριστιανικὴ πίστη. Οἱ πρὸς τιμήν του ἐκκλησιαστικοὶ ὕμνοι τονίζουν τὴν εἰλικρινῆ πίστη του, τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη του, τὴν καθαρότητα τοῦ νοῦ του καὶ τὸ ὕψος τῆς ταπείνωσής του. Θεωροῦν μάλιστα ὅτι ὁ Ἅγιος Βουκόλος ὑπέδειξε διάδοχό του τὸν ἱερὸ Πολύκαρπο. Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ ἐν Ἐμέσῃ Μαρτύρησε στὰ τέλη τοῦ τρίτου αἰῶνα μετὰ Χριστὸν στὴνἜμεσα (ἢ Ἔμισα), πόλη τῆς Κοίλης Συρίας, ποὺ φέρει σήμερα τὸ ὄνομα Χάρις. Ὁ Ἰουλιανὸς αὐτός, γιατρὸς στὴν τέχνη, ἂν καὶ ἀσθενής, ἔμαθε ὅτι εἶχαν συλληφθεῖ καὶ καταδικασθεῖ νὰ σπαραχθοῦν ἀπὸ τὰ θηρία ὁ ἐπίσκοπος Ἐμέσης Σιλουανός, ὁ διάκονος Λουκᾶς καὶ ὁ ἀναγνώστης Μώκιος. Σηκώθηκε λοιπὸν καὶ ἔτρεξε νὰ συμμεριστεῖ τὴν τύχη τους. Μόλις ἔφτασε στὸν συγκεκριμένο τόπο, ὅρμησε καὶ τοὺς φίλησε. Οἱ στρατιῶτες τὸν τράβηξαν καὶ τὸν κτύπησαν ἄγρια. Ἡ συνέχεια εἶναι εὐνόητη. Καταδικάστηκε καὶ αὐτὸς σὲ θάνατο καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου. Οἱ Ἅγιοι Φαῦστα, Εὐϊλάσιος καὶ Μάξιμος Ἡ Ἁγία Φαῦστα ἦταν ἀπὸ εὐγενῆ καὶ πλούσια οἰκογένεια τῆς Κυζίκου. Σὲ ἡλικία 13 χρονῶν, ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς. Ἀλλὰ οἱ κακοὶ συγγενεῖς καὶ φίλοι δὲν κατόρθωσαν νὰ ἐπηρεάσουν τὴν τρυφερὴ καρδιά της. Ἡ χριστιανικὴ ἀνατροφή, βαθύτατα χαραγμένη στὴν ψυχή της, τὴν ἔκανε νὰ ἀποτροπιάζεται τὰ πλάνα καὶ ἀπατηλὰ λόγια. Τὸ ἔτος 299 μ.Χ. ἡ νεαρὴ Φαῦστα προσκλήθηκε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Παρουσιάστηκε λοιπὸν μπροστὰ στὸν συγκλητικὸ Εὐϊλάσιο, γέροντα 80 χρονῶν καί, ἄφοβη μπροστὰ στὶς ἀπειλές του, ὁμολόγησε μὲ θάρρος ὅτι εἶναι καὶ θὰ παραμείνει χριστιανή. Ἀκολούθησαν ἄγρια βασανιστήρια, ποὺ ἡ Φαῦστα τὰ ὑπέμεινε μὲ θαυμαστὴ καρτερία. Κατόπιν τὴν ἔριξαν στὴ φωτιά, ἀπὸ τὴν ὁποία ἡ Ἁγία βγῆκε ἄθικτη. Ὅλα αὐτὰ ἔκαμψαν τὸ εἰδωλολατρικὸ φρόνημα τοῦ γέροντα Εὐϊλασίου καί, ὧ τοῦ θαύματος, ἔγινε Χριστιανός. Ἡ εἴδηση αὐτὴ ἐξόργισε τὸν ἔπαρχο Μάξιμο. Προσκάλεσε λοιπὸν τὸν Εὐϊλάσιο καὶ τοῦ ἔκανε παρατήρηση μὲ τὰ πιὸ ὑβριστικὰ λόγια. Ὁ Εὐϊλάσιος ἀτάραχος, διηγήθηκε τὰ γεγονότα μὲ τὴν Φαῦστα. Ἀλλ΄ ὁ Μάξιμος, τυφλωμένος ἀπὸ θυμό, διέταξε καὶ βασάνισαν ἄγρια τὸν γέροντα Εὐϊλάσιο καθὼς καὶ τὴν Φαῦστα. Καὶ οἱ δυό, ὅμως, βγῆκαν νικηφόρα ἀπὸ τὸ καμίνι αὐτῶν τῶν φρικτῶν βασανιστηρίων. Καὶ ὁ Θεὸς ἔκανε καὶ πάλι τὸ θαῦμα του. Ὁ ἔπαρχος ὁμολόγησε καὶ αὐτὸς τὸν Χριστό, ζητῶντας μὲ συντριβὴ συγχώρεση ἀπὸ τὴν νεαρὴ Φαῦστα. Ἡ εἴδηση δὲν ἄργησε νὰ φτάσει στὸν αὐτοκράτορα Διοκλητιανό, ποὺ μὲ διαταγή του θανατώθηκαν καὶ οἱ τρεῖς Ἅγιοι. Οἱ Ἅγιοι Φαῦστος, Βασίλειος καὶ Σιλουανός Ἦταν ἀδελφικοὶ φίλοι, νέοι στὴν ἡλικία καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Οἱ Ἅγιοι Νικηφόρος καὶ Περγέτης Βλέπε σχετικῶς τὴν 8η Φεβρουαρίου. Ὁ Ἅγιος Φώτιος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες καὶ λαμπρότερες μορφὲς τῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ τῆς παγκόσμιας Ἱστορίας εἶναι ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος. Στολίζει τὸν 9ο αἰῶνα, σὰν ὁ ἐξοχώτερος τῶν πρωταγωνιστῶν του. Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 820 (κατ΄ ἄλλους τὸ 810) ἀπὸ πλούσια καὶ εὐγενικὴ οἰκογένεια. Ἀναδεικνύεται γρήγορα στὰ γράμματα καὶ τὶς ἐπιστῆμες. Ἦταν μεγαλοφυΐα, πολὺ πλατὺ καὶ θετικὸ μυαλὸ καὶ ἡ κρίση, ἡ μνήμη καὶ ἡ πολυμάθειά του προκαλοῦσαν καταπληκτικὴ ἐντύπωση. Ὁ Φώτιος διαπρέπει στὸν πολιτικὸ στίβο, ἀλλὰ ἡ ἀνωμαλία ποὺ δημιουργεῖται ἐκεῖνο τὸν καιρὸ στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, μὲ τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ Ἰγνατίου, γρήγορα τὸν φέρνει – σὰν τὸν καταλληλότερο ἄνθρωπο – στὸ ἐκκλησιαστικὸ πεδίο. Μέσα σὲ ἕξι μέρες παίρνει ὅλους τοὺς βαθμοὺς τῆς Ἱερωσύνης καὶ γίνεται Πατριάρχης, τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων τοῦ 857, ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους: Συρακουσῶν Γρηγορίου τοῦ Ἀσβεστᾶ, Γορτύνης Βασιλείου καὶ Ἀπαμείας Εὐλαμπίου, διότι ἡ κατάσταση ἔπρεπε νὰ ὀμαλοποιηθεῖ. Ἀπὸ τότε, ἔδωσε πολλοὺς ἀγῶνες ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῶν τειχῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα κατὰ τῶν παπικῶν. Ἔμεινε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο γιὰ 10 χρόνια, ἐπαύθη τὸ 867 ἀπὸ τὸν Βασίλειο τὸν Μακεδόνα καὶ ἐξορίστηκε στὴν Μονὴ Σκέπης στὰ θρακικὰ παράλια του Βοσπόρου. Ὁ Ἰγνάτιος, ποὺ τὸν διαδέχτηκε μὲ σύνοδο ποὺ ἔγινε στὸν ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας (869), καθῄρεσε καὶ ἀναθεμάτισε ὅλους τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Μ. Φωτίου. Ἀλλὰ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἰγνατίου, ἐπανῆλθε γιὰ δεύτερη φορὰ στὸν θρόνο ὁ Μ. Φώτιος (878). Ὅμως ὁ αὐτοκράτωρ Λέων ὁ σοφός, ποὺ ὑπῆρξε καὶ μαθητής του, κατάφερε νὰ τὸν ἐκδιώξει ἀπὸ τὸν θρόνο (886). Ἔτσι, ὁ Φώτιος θὰ τελειώσει τὴν πολυτάραχη ζωή του στὶς 6 Φεβρουαρίου 891 (κατ΄ ἄλλους τὸ 898), σὲ ἕνα μοναστήρι ποὺ τὸ ὀνόμαζαν τῶν Ἀρμενίων. (Ἡ ἑορτή του καθιερώθηκε ἐπίσημα μόλις τὸ 1912). Ὁ Ὅσιος Βαρσανούφιος καὶ Ἰωάννης ὁ μαθητής του Ἔζησαν τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Μεγάλης ἐγκράτειας καὶ ἄσκησης καὶ οἱ δυό τους, ἦταν συγχρόνως στολισμένοι μὲ ἀξιόλογη γνώση τῶν θρησκευτικῶν ζητημάτων. Γιὰ τὴν ὁδηγία καὶ τὸν φωτισμὸ τῶν πιστῶν διατύπωσαν μαζὶ πολλὲς ἐρωτήσεις, ποὺ τὶς λύσεις τους ἔγραψε μὲν ὁ ἕνας, ἀλλὰ καὶ ἕνα μέρος ὁ ἄλλος. Τὸ βιβλίο αὐτὸ τυπώθηκε στὴν Βενετία τὸ 1816. Τὸν Ὅσιο Ἰωάννη, ποὺ ἐπέζησε τοῦ διδασκάλου του, διέκρινε προφητικὸ χάρισμα, καθὼς καὶ θεραπευτικό. Ὁ Μέγας Θεοδόσιος, ποὺ ἄκουσε γι᾿ αὐτόν, τὸν εἶχε σὲ πολὺ σεβασμὸ καὶ τιμή. Καὶ οἱ δυὸ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Λυκῷ Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν στὶς ἀρετὲς περιβόητος καὶ τόσο θαυμάσιος, ὥστε, ἂν καὶ ἀγωνιζόταν μέσα σὲ μεγάλους Ὁσίους, τοὺς ξεπέρασε μὲ τὴν ἀγγελικὴ πολιτεία του. Αὐτὸς κατοικοῦσε στὰ μέρη τῆς Θηβαΐδας κοντὰ στὴν πόλη Λυκώ. Ἡ Λυκώ ἦταν πόλη τῆς Θηβαΐδας, περιοχῆς τῆς ἄνω Αἰγύπτου, ποὺ εἶχε πρωτεύουσα τὴν Θήβα. Ὁ Ἰωάννης γνώρισε τὶς περισσότερες παγίδες τοῦ σατανᾶ, ἀλλὰ μὲ τὴν μεγάλη του ἀρετή, ἄσκηση καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ τὶς ξεπέρασε. Ὁ Ἰωάννης εἶχε ἀξιωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύει θαυματουργικὰ ἀσθένειες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος Γι΄ αὐτόν μας ἀναφέρει ὁ Θεοδώρητος Κύρου, ποὺ τὸν γνώρισε προσωπικά. Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κύρου καὶ στὴν ἀρχὴ ἀσκήθηκε μέσα σ΄ ἕνα στενότατο κελί. Ἔπειτα ἀνέβηκε σ΄ ἕνα βουνό, κοντὰ στὴν πόλη Κύρου, ὅπου βάδισε τὸν ἀσκητικὸ δρόμο μὲ αὐστηρότητα. Στὸ ὄνομα τῆς ἀκτημοσύνης, δὲν ἔκτισε ποτὲ καλύβη. Προσευχόταν στὸ ὕπαιθρο, ὄρθιος καὶ μὲ σιδερένια βάρη ἐπάνω του. Ἡ δὲ νηστεία του ἦταν αὐστηρότατη. Ἔτσι καλὰ ἀφοῦ ἀγωνίστηκε, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Θεό. Ὁ Ὅσιος Μακάριος Ἡ Ἁγία Δωροθέα ἡ ἐν Καισαρείᾳ, ἡ παρθενομάρτυς
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|