16 Φεβρουαρίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι Πάµφιλος, Οὐάλης, Παῦλος, Σέλευκος, Πορφύριος, Ἰουλιανός, Θεόδουλος, Ἠλίας, ἄλλος Ἠλίας, Ἱερεµίας, Ἡσαΐας, Σαµουὴλ καὶ Δανιήλ Ὅλοι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ. Τὸ ἐντυπωσιακὸ εἶναι, ὅτι, ἐνῷ ὅλοι κατάγονταν ἀπὸ διαφορετικοὺς τόπους, ἦταν στενώτατα ἑνωµένοι µὲ τὸν σύνδεσµο τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ποὺ εἶναι ὁ µόνος ἄρρηκτος σύνδεσµος ἀγάπης καὶ δίνει ζωὴ σ΄ ὅλες τὶς ἀρετὲς τοῦ ἀγωνιζοµένου χριστιανοῦ. Μάλιστα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει: «ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις τὴν ἀγάπην, ἥτις ἐστὶ σύνδεσµος τῆς τελειότητος». Δηλαδή, πάνω σ΄ ὅλα αὐτὰ (τὰ καλὰ ἔργα) βάλτε τὴν ἀγάπη, ποὺ εἶναι σὰν κρίκος καὶ δένει ὅλες τὶς ἀρετὲς σὲ τέλειο σύνολο. Σὰν ἕνα τέτοιο ἁρµονικὸ σύνολο καὶ οἱ ἐνάρετοι αὐτοὶ ἄνθρωποι ἐργάζονταν στὴν Καισάρεια (τῆς Παλαιστίνης). Ἡ µπόρα, ὅµως, τοῦ διωγµοῦ (290) ἔπληξε καὶ αὐτοὺς καὶ ὁµολόγησαν µὲ θάρρος τὸν Χριστό, µπροστὰ στὸν ἔπαρχο Φιρµιλιανό. Οἱ µὲν Πάµφιλος, Οὐάλης, Παῦλος, Σελεύκιος, Ἠλίας, Ἱερεµίας, Ἡσαΐας, Σαµουὴλ καὶ Δανιήλ, µετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια ἀποκεφαλίζονται ὁ ἕνας µετὰ τὸν ἄλλο. Ὁ δὲ Θεόδουλος πεθαίνει µὲ σταυρικὸ θάνατο. Τέλος, ὁ Πορφύριος, ποὺ ἦταν ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Παµφίλου, καὶ ὁ Ἰουλιανός, ὅταν πῆγαν νὰ παραλάβουν τὰ λείψανα τῶν µαρτύρων, ὁ ἔπαρχος κατάλαβε ὅτι ἦταν κι αὐτοὶ χριστιανοὶ καὶ διέταξε νὰ τοὺς ῥίξουν στὴν φωτιά. Ἔτσι, ἑνώθηκαν καὶ αὐτοὶ µὲ τοὺς ὑπόλοιπους µάρτυρες καὶ προστέθηκαν ὅλοι µαζὶ στὸν χορὸ τῶν γενναίων ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς ὁ ἐπίσκοπος καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Περσία καὶ τὰ λείψανα τοὺς µεταφέρθηκαν στὴν Μαρτυρούπολη Ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς (ποὺ ἦταν ἐπίσκοπος Ταγρίτης στὴν Μεσοποταµία) ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου (379-395), ὁ ὁποῖος τὸν ἔστειλε κάποτε µὲ ἐπίσηµη ἐντολὴ στὸν βασιλιὰ τῶν Περσῶν Ἰσδιγέρθη. Αὐτὸς αἰσθάνθηκε βαθὺ σεβασµὸ πρὸς τὸν χριστιανὸ ἐπίσκοπο, τοῦ ὁποίου θαύµασε τὸ ἦθος καὶ τὴν συµπεριφορά. Μάλιστα, ἔµεινε ὑποχρεωµένος ἀπέναντι στὸν Μαρουθᾶ, διότι ὁ Ὅσιος θεράπευσε τὴν βασιλοκόρη, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ δαιµόνιο. Τὸν ῥώτησε τότε, ποιὰ χάρη ἤθελε ἀπ΄ αὐτόν. Ὁ ἐπίσκοπος Μαρουθᾶς ἀπάντησε, ὅτι τίποτα ἄλλο δὲν ζητοῦσε παρὰ µόνο νὰ τοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ κτίσει πόλη, στὴν ὁποία θὰ µεταφέρονταν τὰ λείψανα ὅλων τῶν Ἁγίων ποὺ µαρτύρησαν στὴν Περσία. Ὁ βασιλιὰς δέχτηκε. Χορήγησε λοιπὸν τὴν ἀπαιτούµενη δαπάνη καὶ ἡ πόλη κτίστηκε καὶ ὀνοµάστηκε Μαρτυρούπολη. Ἡ πόλη αὐτὴ βρίσκεται στὴν Μεγάλη Ἀρµενία, πρὸς τὸν Νυµφαῖο ποταµό, ἔγινε µάλιστα µὲ τὸν καιρὸ καὶ ἐπισκοπικὴ ἕδρα. Ἀξιοσηµείωτο δὲ εἶναι, ὅτι ὕστερα ἀπὸ ἀρκετὰ χρόνια ὁ ἐπίσκοπος Μαρουθᾶς πέθανε ἀκριβῶς τὴν ἐπέτειο τῆς ἡµέρας ποὺ εἶχε ἐγκαινιάσει τὴν Μαρτυρούπολη. Τὴν ἡµέρα αὐτὴ τῆς µνήµης του συνεορτάζουµε καὶ τὸ σύνολο ἐκεῖνο τῶν µαρτύρων, γνωστῶν καὶ ἀγνώστων, ποὺ τὰ λείψανά τους κατέθεσε στὴν πόλη ἐκείνη. (Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι ὁ Ὅσιος Μαρουθᾶς συνέγραψε πολλὰ µαρτύρια τῶν συγχρόνων αὐτοῦ µαρτύρων στὴν συριακὴ γλῶσσα, δηµοσιευθέντα ὑπὸ τοῦ Ἀσσαµάνη). Ὁ Ἅγιος Φλαβιανός, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ὁ Ἅγιος Φλαβιανὸς ἦταν πρεσβύτερος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ σκευοφύλακας τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Διαδέχτηκε τὸν ἐπίσης Ἅγιο ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Πρόκλο, κατὰ τὸ 447. Σὰν ἀρχιεπίσκοπος ὁ Φλαβιανὸς κατεδίκασε, µὲ τοπικὴ Σύνοδο ποὺ ἔγινε τὸ 448, τὴν πλάνη τοῦ ἀρχιµανδρίτου Εὐτυχοῦς, ποὺ ἔλεγε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶχε µόνο θεία φύση, ἡ ὁποία ἀπερρόφησε ἐντελῶς τὴν ἀνθρώπινη. Συγχρόνως δέ, ἡ Σύνοδος αὐτὴ καθαίρεσε καὶ ἀφόρισε τὸν Εὐτυχῆ. Ἀλλ΄ ὁ Εὐτυχής, µὲ τὴν ὑποστήριξη τῆς πολιτικῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ ἀναξίου πατριάρχη Ἀλεξανδρείας, Διοσκόρου, κατάφερε νὰ συγκροτηθεῖ, τὸν Αὔγουστο τοῦ 449 στὴνἜφεσο, σύνοδος ἡ λεγοµένη «λῃστρικὴ σύνοδος». Κατὰ τὴν σύνοδο αὐτή, ὅλα ἦταν προετοιµασµένα κατὰ τοῦ Φλαβιανοῦ καί, µάλιστα, ὄχλος µὲ ἐπικεφαλῆς ἀγρίους µοναχοὺς καὶ ὑπὸ τὴν ἀρχηγία ἑνὸς ῥασοφόρου τέρατος, τοῦ ἀρχιµανδρίτη Βαρσουµᾶ, εἰσέβαλαν στὴν σύνοδο καὶ κακοποίησαν βαριὰ τὸν Φλαβιανό, ὁ ὁποῖος µετὰ τρεῖς ἡµέρες πέθανε ἀπὸ τὶς πληγές ποὺ τοῦ προκάλεσαν οἱ φονεῖς του. Ἀλλὰ µετὰ δυὸ χρόνια, τὸ 451, στὴν Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ αἵρεση καταδικάσθηκε, ὁ Εὐτυχὴς ἀναθεµατίστηκε καὶ ὁ Διόσκορος καθαιρέθηκε. Τὸ δὲ λείψανο τοῦ Ἁγίου ἀνακοµίσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ὁ Ὅσιος Φλαβιανός Ὁ Ὅσιος Φλαβιανὸς πῆγε στὴν κορυφὴ ἑνὸς ὄρους, ὅπου ἔκτισε ἕνα µικρὸ κελλί. Ἐκεῖ µέσα κλείστηκε καὶ πέρασε 60 ὁλόκληρα χρόνια µὲ αὐστηρὴ νηστεία, προσευχὴ καὶ χωρὶς νὰ ἔλθει σὲ ἐπαφὴ µὲ κανέναν ἄνθρωπο. Ἀπὸ κάποιο µέρος ἔβγαζε µόνο τὰ χέρια του γιὰ νὰ παραλάβει τὴν τροφή του, ποὺ ἦταν βρεγµένα ὄσπρια, µία φορὰ τὴν βδοµάδα. Ἔτσι, ὁ Θεὸς τὸν προίκισε µὲ τὸ θαυµατουργικὸ χάρισµα, ὥστε µὲ τὴν προσευχή του θανάτωσε µεγάλο δράκοντα, ἔδιωξε ἀπὸ κάποιο χωράφι τὶς ἀκρίδες ποὺ θὰ τὸ κατέστρεφαν, ἔβγαλε τὸ δαιµόνιο ἀπὸ κάποιον νέο καὶ τὸν µαστὸ κάποιας γυναίκας θεράπευσε ἀπὸ καρκίνο. Ἔτσι ἅγια ἀφοῦ ἔζησε, παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν µακάρια ψυχή του. Ὁ Ἅγιος Ῥωµανὸς ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας Βλέπε τὴν βιογραφία του στὶς 5 Ἰανουαρίου.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|