9 Σεπτεμβρίου
|
|
Μνήµη τῶν δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννης
Ἡ σύναξη τῶν δικαίων γονέων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σύµφωνα µὲ τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, ὁρίστηκε τὴν ἑποµένη τοῦ γενεσίου τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὸν λόγο ὅτι αὐτοὶ ἔγιναν πρόξενοι τῆς παγκόσµιας σωτηρίας µὲ τὴν γέννηση τῆς ἁγίας θυγατέρας τους. «Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ ἑξαέρῳ οἴκῳ τῆς Θεοτόκου, πλησίον τῆς µεγάλης ἐκκλησίας ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις». Νὰ ἀναφέρουµε, λοιπόν, ὅτι ὁ Ἰωακεὶµ ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλιακεὶµ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ. Ἔκπτωτος τοῦ θρόνου, ἰδιώτευε στὴν Ἰουδαία καὶ τὸ περισσότερο χρονικὸ διάστηµα στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου εἶχε µέγαρο µὲ βασιλικὸ κῆπο. Παντρεύτηκε τὴν Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Ματθᾶν, ἱερέως ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ, καὶ τῆς Μαρίας, γυναικὸς αὐτοῦ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Ἐπειδὴ οἱ φυλές, Βασιλικὴ καὶ Ἱερατική, συγγένευαν µεταξύ τους, διότι ἡ Βασιλεία ἐθεωρεῖτο ἴση µε τὴν Ἱερωσύνη, δὲν ἔδιναν οὔτε ἔπαιρναν θυγατέρες ἀπὸ ἄλλες φυλὲς ποὺ θεωροῦνταν κοινές. Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ θεάρεστα πέρασε τὴν ζωή του τὸ ἅγιο αὐτὸ ζευγάρι, ὅπως µας πληροφοροῦν τὰ βιογραφικὰ σηµειώµατα τῶν ἑορτῶν τῆς 25ης Ἰουλίου, 8ης Σεπτεµβρίου καὶ 9ης Δεκεµβρίου, ὁ µὲν Ἰωακεὶµ πέθανε ὀκτὼ χρόνια ἀπὸ τὰ Εἰσόδια της κόρης τοῦ Θεοτόκου σὲ ἡλικία 92 ἐτῶν, ἡ δὲ Ἄννα 11 µῆνες µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἰωακείµ, σὲ ἡλικία 83 ἐτῶν. (Τὴν δὲ Θεοτόκο ἀπέκτησαν θαυµατουργικά, ὅπως σὲ προηγούµενο βιογραφικὸ σηµείωµα ἀναφέραµε, σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν ὁ Ἰωακεὶµ καὶ 70 ἡ Ἄννα). Ὁ Ἅγιος Σεβηριανός ὁ Μεγαλοµάρτυρας Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σεβάστεια καὶ τὸν διέκρινε θερµὸς ζῆλος, µὲ τὸν ὁποῖο ὑπηρετοῦσε τὸ Εὐαγγέλιο. Χρησιµοποιοῦσε τὰ πλούτη του γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ γιὰ τοὺς φυλακισµένους χριστιανούς. Εἶχε φέρει πολλοὺς στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀρκετοὺς εἶχε ἐνθαρρύνει νὰ ὑποστοῦν καρτερικὰ καὶ νικηφόρα τὸ µαρτύριο. Ὅλα αὐτὰ ἔκαναν τὸν αἱµοβόρο ἡγεµόνα Λυσία νὰ καλέσει τὸ Σεβηριανὸ στὴν Καισαρεία. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀπέτυχε στὴν προσπάθειά του νὰ κάµψει τὸ φρόνηµα τοῦ Ἁγίου, διέταξε νὰ τὸν µαστιγώσουν µὲ νεῦρα βοδιοῦ. Κατόπιν, ξέσχισαν τὶς σάρκες του µὲ σιδερένια νύχια, ἔτσι ὥστε τὸ αἷµα νὰ τρέχει σὰν χείµαρρος. Οἱ πόνοι ἦταν ἀφόρητοι καὶ οἱ πληγὲς µεγάλες καὶ βαριές. Ἡ ὑποµονή, ὅµως, τοῦ Σεβηριανοῦ ἦταν ἰσχυρότερη καὶ ἀναφώνησε πρὸς τὸν Κύριο θερµὴ προσευχή, τὴν ὁποία πρέπει νὰ χρησιµοποιεῖ κάθε ἀγωνιζόµενος χριστιανός, σὲ καιρὸ δοκιµασιῶν: «Κύριε Ἰησοῦ, ὁ ποιῶν θαυµάσια, ὁ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ κρεµασθεὶς καὶ τὸν ὑπερήφανον τοιουτοτρόπως καταβαλών, ὁ µέχρι καὶ σήµερον δι᾿ ὑπερθαυµάτων ἔργων µεγαλυνόµενος, ἐλθὲ νὰ µὲ σώσῃς, καὶ τὸν µὲν βραχίονα τοῦ πονηροῦ ἁµαρτωλοῦ σύντριψον, τὰς δὲ ἰδικάς µου δυνάµεις σύσφιγξον, ἀγαθέ, καὶ δός µοι τὸν ἀγῶνα τοῦτον νὰ διανύσω τοῦ µαρτυρίου». Καὶ ἡ βοήθεια ἦλθε. Ἡ ψυχή του ἔµεινε σταθερὴ καὶ νικήτρια, τὸ δὲ σῶµα του ἔµεινε κρεµασµένο στὸ τεῖχος τῆς Καισαρείας. Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁµολογητής Οἱ γονεῖς ἦταν φανατικοὶ εἰδωλολάτρες, ἀλλ΄ ὁ γιός τους, ἄκουσε κηρύγµατα χριστιανῶν καὶ ἑλκύστηκε ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς ἦταν ὁ Θεοφάνης, ποὺ γεννήθηκε τὸ 283 µ.Χ. ἐπὶ βασιλέων Κάρου καὶ Καρίνου. Κάποια µέρα λοιπὸν ὁ Θεοφάνης, πρὶν βαπτιστεῖ, νέος ἀκόµα, συνάντησε µέσα στὸν παγωµένο καιρὸ ἕνα παιδί, ὑπερβολικὰ φτωχὸ ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει ἀπὸ τὸ κρύο. Τὸ θέαµα σπάραξε τὴν καρδιὰ τοῦ Θεοφάνη, καὶ χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἕντυσε τὸν φτωχό µε τὸ δικό του πανωφόρι. Ὅταν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι καὶ τὸν εἶδαν οἱ γονεῖς του θορυβήθηκαν. Τὸν ῥώτησαν τί ἔγινε τὸ ροῦχο του, καὶ αὐτὸς ἀπάντησε ὅτι τὸ ἔδωσε στὸν Χριστό. Οἱ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες γονεῖς, δὲν ἄργησαν νὰ καταλάβουν ὅτι ὁ γιὸς τοὺς ἑλκύστηκε ἀπὸ τὸν χριστιανισµό, καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ φύγει ἀπὸ τὸ σπίτι. Τότε ὁ Θεοφάνης βαπτίστηκε καὶ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις καὶ κήρυττε. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος Διαβηνό, κοντὰ σ΄ ἕνα γέροντα ἀσκητή, ὅπου διδάχτηκε πολλὰ ἀπὸ τὴν πεῖρα καὶ τὴν σοφία του. Ὅταν πέθανε ὁ γέροντας, ὁ Θεοφάνης ἔµεινε µόνος στὸ ὄρος µὲ προσευχὴ καὶ ἀκατάπαυστη µελέτη καὶ προσπάθεια γιὰ ἀνώτερη ἠθικὴ καὶ πνευµατικὴ τελειοποίηση. Ἔπειτα, κατέβηκε πάλι στὸν κόσµο, ὅπου ἐπανέλαβε τὰ κηρύγµατά του, σοφότερα τώρα, πνευµατικότερα καὶ ἐποικοδοµητικότερα. Στὸ διάστηµα αὐτὸ συνελήφθη, ἀπειλήθηκε καὶ βασανίστηκε. Ἔµεινε ὅµως ἀµετακίνητος στὴν ὁµολογία του. Πέθανε 75 ἐτῶν στὸ ἀσκητήριό του. Μνήµη τῆς Γ΄ ἁγίας Οἰκουµενικῆς Συνόδου Συγκροτήθηκε στὰ χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ τὸ 413 ἐναντίον τοῦ Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι σαρκωµένος Θεός, ἀλλὰ τέλειο ἀνθρώπινο δηµιούργηµα τοῦ Θεοῦ. Ἡ Γ΄Οἰκουµενικὴ Σύνοδος ἔγινε στὴν Ἔφεσο καὶ τὴν ἀποτελοῦσαν 200 Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Χαρίτων Μαρτύρησε διὰ ξίφους καὶ «ἡ σύναξις αὐτοῦ τελεῖται ἐν τῷ Δευτέρῳ». Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ θαυµατουργὸς ὁ ἐν Βελόνῃ (Ῥῶσος)
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|