4 Ὀκτωβρίου
|
|
Ὁ Ἅγιος Ἰερόθεος, πρῶτος ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν Ὁρισµένοι συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι ὁ Ἰερόθεος ἦταν ἀρεοπαγίτης, ὅπως καὶ ὁ ἅγιος Διονύσιος. Διδάχτηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Ἀπ. Παῦλο, βαπτίσθηκε καὶ χειροτονήθηκε ἀπ᾿ αὐτὸν ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Καὶ κατόπιν εἰσήγαγε τελειότερα στὰ δόγµατα περὶ Χριστοῦ τὸν µαθητὴ του, Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη. Ἀλλὰ ὁ Μ. Γαλανὸς στὸν Συναξαριστή του ἀναφέρει, ὅτι εἶναι ἀδύνατο νὰ διδάχτηκε ἀπὸ τὸν Ἀπ. Παῦλο ὁ Ἰερόθεος πρῶτος τὴν χριστιανικὴ πίστη, διότι οἱ Πράξεις βεβαιώνουν ῥητὰ ὅτι πρῶτος πίστεψε µὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀπ. Παύλου ὁ Διονύσιος. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόµη ἦταν ἀρεοπαγίτης ἤ, ἀκόµα σπουδαιότερο, πρῶτος ἐπίσκοπος της Ἐκκλησίας Ἀθηνῶν, ἦταν δυνατὸν νὰ παραλειφθεῖ µία τέτοια µεγάλη φυσιογνωµία γιὰ νὰ συµπεριληφθεῖ ἁπλὰ στὴν γενικὴ ἔκφραση: «ὅτι ἐπίστευσαν καὶ ἕτεροι»; Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν λογικότερο εἶναι – συνεχίζει ὁ Μ. Γαλανός- νὰ δεχτοῦµε, ὅτι µᾶλλον ὁ Ἰερόθεος πίστεψε κατόπιν τοῦ Διονυσίου καὶ ἀπ᾿ αὐτὸν διδάχτηκε, ἀφ’ ὅτου ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ὁ Παῦλος. Ἀλλ᾿ ὅπως καὶ ἂν ἔχουν τὰ πράγµατα, βέβαιο εἶναι ὅτι ὁ Ἰερόθεος ἦταν ἄνδρας µεγάλης κοινωνικῆς παιδείας, χρημάτισε πρῶτος ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ ἐργάστηκε γιὰ τὸ ποίµνιό του µὲ πίστη καὶ πολὺ ζῆλο. Σύµφωνα µάλιστα µὲ κάποια παράδοση, ὁ Ἰερόθεος ἦταν παρὼν καὶ κατὰ τὴν κοίµηση τῆς Παναγίας στὴν Ἱερουσαλήµ. Ὁ Ἅγιος Πέτρος, ἱεροµάρτυρας, ἀπὸ τὴν Καπιτώλιο Ἡ Ἁγία Δοµνίνη καὶ οἱ θυγατέρες της, Βερνίκη (ἢ Βερίνη) καὶ Προσδόκη Ἡ Δοµνίνη ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια. Συνελήφθη µαζὶ µὲ τὶς κόρες της, Βερνίκη καὶ Προσδόκη, ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη ἄντρα της, διότι πίστευαν στὸν Χριστό. Στὶς πιέσεις του προτίµησαν νὰ πνιγοῦν καὶ οἱ τρεῖς στὸ ποτάµι, παρὰ νὰ χάσουν τὴν τιµὴ καὶ τὴν πίστη τους. Ἐδῶ ἀξίζει νὰ ἀναφέρουµε µερικὰ λόγια τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόµου σὲ µετάφραση, ἀπὸ τὸν ἐγκωµιαστικὸ λόγο του πρὸς τὶς Ἁγίες αὐτές. Λέει, λοιπόν: «Ἂς τὸ ἀκούσουν καὶ µητέρες καὶ θυγατέρες, καὶ ἔτσι οἱ θυγατέρες ἂς ὑπακούουν στὶς µητέρες, οἱ µητέρες ἂς παιδεύουν ἔτσι τὶς θυγατέρες, ἔτσι ἂς ἀγαποῦν τὰ τέκνα τους. Εἰσῆλθε λοιπὸν ἡ µητέρα στὸ µέσον τοῦ ποταµοῦ, ἔχοντας ἀπὸ τὸ ἕνα καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο µέρος τὶς θυγατέρες της, ἡ µητέρα ποὺ εἶχε ἀνάµεσα στὶς ἀπειρόγαµες τὸν ἄνδρα, καὶ ἔτσι τελοῦνταν ἐκεῖ ὁ γάµος τῆς παρθενίας, µὲ ἐκεῖνον ποὺ βρισκόταν ἀνάµεσά τους, καὶ ὁ βρισκόµενος ἀνάµεσά τους ἦταν ὁ Χριστός. Σὰν ῥίζα λοιπὸν δένδρου ποὺ ἔχει δυὸ βλαστοὺς φυόµενους ἀπὸ τὸ ἕνα µέρος καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο, ἔτσι καὶ ἡ µακαρία τότε ἐκείνη εἰσήρχετο στὸ ποτάµι ἔχοντας τὶς παρθένες αὐτὲς ἀπὸ τὸ ἕνα καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο µέρος καὶ παρέδινε αὐτὲς στὴν ὁρµὴ τῶν ὑδάτων καὶ ἔτσι πνίγονταν ἢ καλύτερα δὲν πνίγονταν, ἀλλὰ βαπτίζονταν βάπτισµα πρωτάκουστο καὶ παράδοξο». (Ε.Π.Ε., τόµος 37ος). Ὁ Ἅγιος Αὔδακτος (ἢ Ἄδαυκτος) καὶ Καλλισθένη, ἡ θυγατέρα του Ὁ Αὔδακτος ἦταν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ εἶχε τιµηθεῖ ἀπὸ τὸν Μαξιµίνο ὡς ἔπαρχος, διότι ἦταν πολὺ συνετὸς καὶ πλούσιος. Ὅταν ὅµως ὁ Μαξιµίνος ζήτησε τὴν κόρη του, τὴν Καλλισθένη, γιὰ γυναῖκα του, ὁ Αὔδακτος δὲν θέλησε νὰ τὴν δώσει σ᾿ ἕναν εἰδωλολάτρη. Γι᾿ αὐτὸ ἅρπαξαν τὰ ὑπάρχοντά του καὶ τὸν ἐξόρισαν στὴν Μελιτινή, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἡ δὲ κόρη του, ἡ Καλλισθένη, ἀφοῦ κουρεύτηκε καὶ φόρεσε ἀνδρικὰ ῥοῦχα, κρυβόταν κάπου στὴν Νικοµήδεια. Ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ χρόνια πῆγε στὴν Θράκη. Ἐκεῖ ἔµενε κοντὰ σὲ µία οἰκογένεια, ποὺ εἶχε κόρη µὲ ἄρρωστους τους ὀφθαλµούς. Ἡ Καλλισθένη τὴν θεράπευσε καὶ οἱ γονεῖς ζητοῦσαν νὰ τὴν παντρέψουν µὲ τὴν θεραπευµένη κόρη τους. Τότε ἡ Καλλισθένη, ἀφοῦ φανέρωσε τὴν ἀλήθεια γι᾿ αὐτὴν καὶ ὅλοι µαζὶ δόξασαν τὸ Θεό, ἔφυγε. Τότε γνωρίστηκε µὲ τὴν ἀδελφὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὴν Κωνσταντία, καὶ κατάφερε ὄχι µόνο νὰ πάρει πίσω τὴν περιουσία τοῦ πατέρα της, ἀλλὰ καὶ νὰ µεταφέρει τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πατέρα της ἀπὸ τὴν Μελιτινὴ στὴν Ἔφεσο, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνοµά του καὶ ἐναπόθεσε τὸ ἅγιο λείψανό του. Ἔτσι ἀποστολικὰ ἀφοῦ ἔζησε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς της ἡ Καλλισθένη, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Ἀµµοῦν ὁ Αἰγύπτιος Αἰγύπτιος, φτωχὸς καὶ ὀρφανός, τὸν ὁποῖο ὁ θεῖος του ἐξανάγκασε νὰ παντρευτεῖ. Γιὰ 18 χρόνια ἔζησε µὲ τὴν σύζυγό του µὲ παρθενία καὶ στέρηση. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν ἔρηµο, ὅπου τρεφόταν µὲ χόρτα. Στὴν ἔρηµο γνώρισε καὶ τὸν Μέγα Ἀντώνιο, ὁ ὁποῖος ἐξεπλάγη γιὰ τὴν αὐστηρή του ἄσκηση, τὴν ὁποία πολλοὶ µιµήθηκαν. Ἔτσι ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ θαύµατα ἀρκετὰ ἀφοῦ ἔκανε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Οἱ Ἅγιοι Φαῦστος, Γάιος, Εὐσέβιος καὶ Χαιρήµων (ἢ Χαρήµων) οἱ διάκονοι Ἦταν µαθητὲς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, ἐπισκόπου Ἀλεξανδρείας (βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα στὶς 3 Ὀκτωβρίου, καθὼς καὶ τῶν µαθητῶν του). Εἰδικὰ ὁ Εὐσέβιος µε τὸν Χαιρήµονα, ἔθαβαν τὰ τίµια λείψανα τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Τελικὰ καὶ αὐτοί, ἀφοῦ µὲ θάρρος ὁµολόγησαν τὸν Χριστό, ἀποκεφαλίστηκαν. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Λαµπαδιστής Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Λαµπαδοὺ τῆς Κύπρου, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὴν κωµόπολη Γαλάτη. Γονεῖς εἶχε εὐσεβεῖς καὶ πλούσιους. Τυφλώθηκε καὶ µαζὶ µὲ ἕναν ὑπηρέτη του, τὸν Ἰωάννη, ἔφυγε ἀπὸ τὴν πατρική του οἰκία σὲ τόπο κατάλληλο γιὰ προσευχὴ καὶ ἄσκηση. Δώδεκα χρόνια ἔζησε µὲ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ προσευχὴ καὶ τελικὰ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Σήµερα σῴζεται Μονὴ στὸ ὄνοµά του στὴν Κύπρο. Οἱ Ἅγιοι Γουρίας καὶ Βαρσανούφιος «οἱ ἐν Κοζάνῃ» (Ῥῶσοι) Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος «τοῦ Ταµασοῦ»
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|