13 Ὀκτωβρίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι Κάρπος, Πάπυλος, Ἀγαθόδωρος καὶ Ἀγαθονίκη Μαρτύρησαν ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Δέκιος (249-251), σκληρότατος διώκτης τῶν χριστιανῶν. Ὅλοι πατρίδα εἶχαν τὴν Πέργαµο. Ὁ Κάρπος, µὲ ἄρτια γραµµατικὴ µόρφωση, εὐσεβέστατος καὶ µὲ πολλὲς ὑπηρεσίες στὴν Ἐκκλησία, εἶχε γίνει ἐπίσκοπος Θυατείρων. Ὁ Πάπυλος, ποὺ εἶχε σπουδάσει ἰατρικὴ καὶ πρόσφερε τὶς ὑπηρεσίες του ἀµισθί, ἔγινε διάκονος καὶ ἄµεσος συνεργάτης τοῦ Κάρπου. Ὁ Ἀγαθόδωρος, ψυχὴ ἐκλεκτὴ καὶ πιστή, ἦταν ὑπηρέτης στὴν ἐπισκοπὴ Θυατείρων. Ὅταν καὶ τοὺς τρεῖς συνέλαβε ὁ ἀνθύπατος Οὐαλέριος, ὁµολόγησαν µπροστά του µὲ παρρησία τὸν Χριστό. Τότε ὁ Οὐαλέριος τοὺς εἶπε: «Οἱ χριστιανοὶ εἶναι δεισιδαίµονες, ἀνίκανοι, χωρὶς ἀνώτερα αἰσθήµατα. Ἐσεῖς, σὰν µορφωµένοι ἄνθρωποι, ἀµέσως πρέπει νὰ τοὺς ἀρνηθεῖτε». Στὴν κατηγορία αὐτή, ἀπάντησε ὁ Ἐπίσκοπος Κάρπος µὲ τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Μία ἀπάντηση ποὺ ἴσχυε, ἰσχύει καὶ θὰ ἰσχύει στοὺς αἰῶνες, γιὰ τὸ φρόνηµα τῶν συνειδητῶν χριστιανῶν. Εἶπε λοιπόν: «Κοπιῶµεν ἐργαζόµενοι ταῖς ἰδίαις χερσί, λοιδορούµενοι εὐλογοῦµεν, διωκόµενοι ἀνεχόµεθα, βλασφηµούµενοι παρακαλοῦµεν», ποὺ σηµαίνει: Ἐµεῖς οἱ χριστιανοί, βασιλιά, κοπιάζουµε µὲ τὰ ἴδια µας τὰ χέρια. Ἔπειτα, τὴν ὥρα ποὺ οἱ ἄπιστοι στὸ Εὐαγγέλιο µᾶς βρίζουν καὶ µᾶς περιγελοῦν, ἐµεῖς εὐχόµαστε ἀγαθὰ γι᾿ αὐτούς. Ἐνῷ µᾶς καταδιώκουν, τοὺς δείχνουµε ἀνοχή, ἐνῷ µας συκοφαντοῦν, ἀπαντοῦµε µὲ λόγια γλυκὰ καὶ παρακλητικά. Ἐκνευρισµένος ὁ Οὐαλέριος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀφοῦ τοὺς βασάνισε, µαζὶ µὲ τὴν ἀδελφὴ τοῦ Παπύλου Ἀγαθονίκη, ὅλους τοὺς ἀποκεφάλισε. Ὁ Ἅγιος Φλωρέντιος Τὸν διέκριναν χαρακτηριστικὴ ψυχραιµία καὶ θάρρος, ἀκόµα καὶ ὅταν ἡ ζωή του κρεµόταν ἀπὸ µία κλωστή. Ὁ Ἅγιος Φλωρέντιος ζοῦσε στὴν Θεσσαλονίκη, ἀπ᾿ ὅπου καὶ καταγόταν. Μὲ τὴν µεγάλη πίστη καὶ τὸ θεῖο ζῆλο του γιὰ τὸν φωτισµὸ καὶ τὴν σωτηρία τῶν ψυχῶν, ἀφιέρωσε τὴν ζωή του στὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου. Καταγγέλθηκε γι᾿ αὐτὸ στὸν τότε εἰδωλολάτρη ἡγεµόνα τῆς Θεσσαλονίκης καὶ µὲ θάρρος ὁµολόγησε µπροστά του τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Δὲν δίστασε µάλιστα νὰ συστήσει καὶ στὸν ἴδιο τὸν ἡγεµόνα νὰ ἀσπαστεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη, σπάζοντας ἔτσι τὰ δίχτυα τῆς εἰδωλολατρικῆς πλάνης. Ὁ ἡγεµόνας ξαφνιασµένος στὴν ἀρχή, ἐξοργισµένος κατόπιν, διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν σκληρά. Τὸν ἔδειραν λοιπὸν καὶ τοῦ ἔσχισαν τὶς σάρκες. Στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν µέσα στὴν φωτιά, ὅπου κάηκε τὸ σῶµα του, ἀλλὰ µέσα ἀπ᾿ αὐτὸ βγῆκε γιὰ ν᾿ ἀνεβεῖ λαµπρότερη ἀπὸ κάθε φλόγα, ἡ εὐσεβὴς καὶ ἡρωικὴ ψυχή του. Ὁ Ἅγιος Μαρτύροχος Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Στὸν Πατµιακὸ Κώδικα 266 ἡ µνήµη του ἀναφέρεται µὲ τὸν πιὸ πάνω Φλωρέντιο. Ἴσως νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µε τὸν νοτάριο Ἅγιο Μαρτύριο (+ 25 Ὀκτ.). Ὁ Ἅγιος Διόσκορος Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Διοκλητιανοῦ τὸ ἔτος 288. Καταγόταν ἀπὸ τοὺς ὀνοµαζόµενους Σκηνοπολίτες καὶ στὸ ἀξίωµα ἦταν βουλευτής. Πέταξε, λοιπόν, στὰ σκουπίδια ὅλα τὰ κατὰ κόσµον ἀξιώµατα καὶ τιµὲς καὶ παρουσιάστηκε µπροστὰ στὸν ἄρχοντα Λουκιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε δριµύτατα γιὰ τὶς διώξεις του ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν. Ἐµβρόντητος ὁ ἄρχοντας γιὰ τὴν στάση τοῦ Διόσκορου, προσπάθησε µὲ κολακεῖες καὶ ἀπειλὲς νὰ µεταστρέψει τὴν γνώµη του. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν τὰ κατάφερε, βασάνισε τὸν Ἅγιο σκληρὰ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε. Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ ὁµολογητὴς καὶ πατρίκιος Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παφλαγονία καὶ γεννήθηκε τὸ ἔτος 763 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Γρηγόριο καὶ τὴν Ἄννα, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνέθρεψαν σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ἰδιαίτερη µάλιστα ἀγάπη πρὸς τὸν Ἅγιο εἶχε ἡ συγγένισσά του βασίλισσα Εἰρήνη (ἄλλοι ἀναφέρουν Θεοδώρα). Προσελήφθη στὰ ἀνάκτορα καὶ ἀνέβηκε µὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἱκανότητά του στὸ ἀξίωµα τοῦ πατρικίου καὶ στρατηγοῦ τῆς Σικελίας. Ἔχοντας ὅµως κλίση στὴν ἤρεµη ζωή, ἔγινε µοναχός. Ἀλλὰ καταδιώχτηκε ἀπὸ τοὺς εἰκονοµάχους βασιλεῖς Λέοντα καὶ Θεόφιλο καὶ ἐξορίστηκε πολλὲς φορές. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς ταλαιπωρίες, σὲ ἡλικία 75 χρονῶν ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 838. Ὁ Ἅγιος Βενιαµίν ὁ διάκονος, ἱεροµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴν Περσία Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰῶνα, ἐπὶ βασιλέων Περσίας, Ἰσδιγέργη, καὶ Κωνσταντινουπόλεως, Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ. Μᾶλλον καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία καὶ ἦταν διάκονος τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας. Κήρυττε µὲ θερµότητα ζήλου καὶ δύναµη λόγου τὶς ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἔτσι εἵλκυε πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Γιὰ τὴν δράση του αὐτὴ καταγγέλθηκε στὸν βασιλιὰ Ἰσδιγέργη καὶ ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ µαρτύρια, µέσα στὰ ὁποῖα παρέδωσε τὴν ἐκλεκτὴ ψυχή του. (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται, ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, καὶ τὴν 31η Μαρτίου). Ὁ Ἅγιος Ἀντίγονος Μαρτύρησε διὰ πυρός. Ὁ Ἅγιος Διοκλητιανός Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Συναντᾶται στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Δ 23 µαζὶ µὲ τὸν Φλωρέντιο, ὅπου καὶ ἡ κοινὴ Ἀκολουθία τους. Τὰ Ἅγια Δύο Παιδιά μαρτύρησαν διὰ πυρός, ποὺ ἄναψαν στὸ ἔδαφος καὶ τὰ ἐξανάγκασαν νὰ τρέχουν µέσα σ᾿ αὐτή. Ἡ Ἁγία Χρυσὴ ἡ Νεοµάρτυς Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σλάτενα (σηµερινὴ Χρυσή) τῆς ἐπαρχίας Ἀλµωπίας Νοµοῦ Πέλλης. Ὁ πατέρας της ἦταν φτωχὸς καὶ εἶχε τέσσερις θυγατέρες. Ἡ Χρυσὴ ἦταν ὡραῖα στὸ σῶµα καὶ στὴν ψυχή. Κάποτε, ἐνῷ βρισκόταν µαζὶ µὲ ἄλλες γυναῖκες στοὺς ἀγροὺς καὶ µάζευε καυσόξυλα, τὴν ἀπήγαγε κάποιος Τοῦρκος καὶ τὴν µετέφερε στὸ σπίτι του. Ὁ Τοῦρκος προσπάθησε µὲ κολακεῖες νὰ τὴν ἐξισλαµίσει καὶ νὰ τὴν κάνει γυναῖκα του. Ἡ Χρυσὴ ὅµως ἀντιστάθηκε καὶ δυναµικὰ ἀπάντησε: «Ἐγὼ τὸν Χριστὸ µόνο γνωρίζω γιὰ νυµφίο µου, ποὺ δὲν θὰ ἀρνηθῶ καὶ ἂν ἀκόµα µὲ κοµµατιάσεις». Οἱ γονεῖς καὶ οἱ συγγενεῖς τῆς Χρυσῆς, µὲ ἐξαναγκασµὸ τῶν Τούρκων, τὴν παρακαλοῦσαν νὰ δεχτεῖ τὸν µωαµεθανισµὸ γιὰ νὰ σωθεῖ. Ἀλλ᾿ ἡ µεγαλόψυχη Χρυσὴ τοὺς ἀπάντησε: «Πατέρα ἔχω τὸν Κύριό µου Ἰησοῦ Χριστό, µητέρα τὴν Κυρία Θεοτόκο, ἀδελφοὺς δὲ καὶ ἀδελφὲς ἔχω τοὺς Ἁγίους καὶ τὶς Ἁγίες τῆς Ἐκκλησίας µας». Μπροστὰ λοιπὸν στὴν σταθερότητα τῆς Χρυσῆς, οἱ Τοῦρκοι ἀπάντησαν µὲ φρικτὰ βασανιστήρια. Τελικά, στὶς 13 Ὀκτωβρίου 1795, κατέκοψαν τὸ σῶµα της µὲ µαχαίρια καὶ ἔτσι πανάξια ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου ἀπὸ τὸν Νυµφίο Χριστό.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|