19 Ὀκτωβρίου
|
|
Ὁ Προφήτης Ἰωήλ Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα µικροὺς λεγόµενους προφῆτες. Ἦταν γιὸς τοῦ Βαθουήλ, ἀπὸ τὴν φυλὴ Ῥουβὴµ (αὐτὸ ὅµως δὲν εἶναι σαφές, διότι ἄλλοι τὸν θέλουν καταγόµενο ἀπὸ τὴν φυλὴ Γάδ) καὶ προφήτευσε, ὅταν βασιλιὰς στὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα ἦταν ὁ Ἰώας (878-838 π.Χ). Τὸ προφητικό του βιβλίο, ἔχει λεχθεῖ ὅτι τὸ διακρίνει ὕφος ποιητικότατο, περίκοµψο, ζωηρὸ καὶ ἀποτελεῖ κόσµηµα τῆς ἐβραϊκῆς φιλολογίας. Νὰ τί λέει περὶ µετανοίας: «Καὶ νῦν λέγει Κύριος ὁ Θεὸς ὑµῶν ἐπιστράφητε πρός µε ἐξ ὅλης τῆς καρδίας ὑµῶν καὶ ἐν νηστείᾳ καὶ ἐν κλαυθµῷ καὶ ἐν κοπετῷ καὶ διαρρήξατε τὰς καρδίας ὑµῶν καὶ µὴ τὰ ἱµάτια ὑµῶν καὶ ἐπιστράφητε πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ὑµῶν, ὅτι ἐλεήµων καὶ οἰκτίρµων ἐστί, µακρόθυµος καὶ πολυέλεος». Καὶ τώρα, λέει ὁ Κύριος καὶ Θεός σας: «Ἐπιστρέψτε µὲ µετάνοια σ᾿ ἐµένα µὲ ὅλη σας τὴν καρδιά, µὲ νηστεία καὶ µὲ δάκρυα µετανοίας. Σχίστε τὶς καρδιές σας ἀπὸ πόνο µετανοίας καὶ συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς σας καὶ ὄχι τὰ ἐνδύµατά σας. Ἐπιστρέψτε στὸν Κύριο καὶ Θεό σας, διότι Αὐτὸς εἶναι ἐλεήµων καὶ οἰκτίρµων, µακρόθυµος καὶ πολυέλεος». Μποροῦµε νὰ ποῦµε ὅτι τὸ προφητικὸ βιβλίο τοῦ Ἰωήλ, ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία κεφάλαια, ποὺ ἐκεῖ µέσα προφητεύει τὴν ἔκχυση τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος (Πράξ. στ´ 17) στὴν χριστιανικὴ Ἐκκλησία, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ σηµεῖα ποὺ θὰ προηγηθοῦν τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ὁ προφήτης Ἴωηλ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. ( Ὁρισµένοι Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαµβάνουν τὴν µνήµη του καὶ τὴν 31η Μαρτίου). Ὁ Ἅγιος Οὐάρος Μέτοχος τῆς θερµῆς καὶ γενναίας πίστης, ποὺ ἀνθίζει καὶ θαυµατουργεῖ στοὺς µεγάλους ἀγῶνες καὶ στὶς σκληρὲς δοκιµασίες τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Οὐάρος, ἦταν στρατιώτης ἀπὸ τὰ Τύανα στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Ἐκτελοῦσε καθήκοντα φρουροῦ στὶς φυλακές, ὅπου ἔκλειναν χριστιανοῦς. Τὰ παθήµατά τους τὸν ἔθλιβαν καὶ ἡ γενναιότητά τους ἄναβε περισσότερο τὴν πίστη του. Ἦταν καὶ αὐτὸς χριστιανός, ἀλλὰ οἱ ἀνώτεροί του καὶ οἱ συστρατιῶτες του δὲν τὸ ἤξεραν. Ἑποµένως δὲν ὑπῆρχε ἐναντίον του καµία ὑποψία καὶ ἐπωφελούµενος ἀπ᾿ αὐτὸ κατόρθωνε νὰ φέρνει τροφὲς στοὺς µάρτυρες, νὰ τοὺς ἐνισχύει καὶ νὰ τοὺς παρηγορεῖ. Κάποτε ἔφεραν στὴν φυλακὴ ἕξι πιστοὺς σεβάσµιους ἀσκητές. Ἦταν καὶ ἕβδοµος, ἀλλὰ πέθανε στὸ δρόµο λόγῳ γήρατος ἀπὸ τὶς κακουχίες. Οἱ ἔγκλειστοι αὐτοί, µὲ τὴν φυσιογνωµία τῶν λόγων καὶ τῶν τρόπων τους, ἐπηρέασαν πολὺ τὴν ψυχὴ τοῦ Οὐάρου, ὥστε θέλησε νὰ πεθάνει µαζί τους. Ὅταν λοιπὸν τοὺς ῥώτησε ὁ δικαστὴς ποὺ εἶναι ὁ ἕβδοµος σύντροφός τους, ὁ Οὐάρος φώναξε: «ἰδοὺ ἐγώ». Καὶ συγχρόνως ἄρχισε νὰ διακηρύττει ὅτι εἶναι Χριστιανός. Μάταια προσπάθησαν οἱ ἀξιωµατικοί του νὰ τὸν µεταπείσουν. Αὐτὸς παρακαλοῦσε τοὺς ἀσκητὲς νὰ προσευχηθοῦν στὸν Θεὸ νὰ τοῦ δώσει δύναµη ν᾿ ἀντέξει στὰ βασανιστήρια ποὺ ἦταν πολὺ ἄγρια. Τελικὰ νίκησε. Πέθανε χωρὶς ν᾿ ἀλλαξοπιστήσει. Τὴν ἑποµένη κόπηκαν καὶ τὰ κεφάλια τῶν ἀσκητῶν. Τὴ νύχτα χριστιανικὰ χέρια ἔθαψαν εὐλαβικὰ τοὺς ἑπτὰ µάρτυρες τῆς πίστης. Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Ὁσιοµάρτυρες, οἱ ἐρηµῖτες Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Οὐάρο. Ἡ Ὁσία Κλεοπάτρα Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Περιποιήθηκε τὸν Ἅγιο Οὐάρο, ὅταν τὸν βασάνιζαν. Ὁ Ἅγιος Σαδὼθ (ἢ Σαδὼκ ἢ Σαδώχ) ὁ ἐπίσκοπος καὶ οἱ 120 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Περσία Ὁ Σαδὼθ ἦταν ἐπίσκοπος τῆς µικρῆς χριστιανικῆς ποίµνης στὴν πρωτεύουσα τῆς Περσίας, ὅταν βασίλευε σ᾿ αὐτὴν ὁ Σαπὼρ ὁ Β´ (330). Ὁ Σαδὼθ διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν φιλανθρωπία του, ποὺ ἐξασκοῦσε µὲ ἀγαθοεργίες ὄχι µόνο στοὺς δικούς του ἀλλὰ καὶ στοὺς ἀλλόδοξους. Οἱ ἱερεῖς ὅµως τῶν Περσῶν, ἡ τάξη δηλαδὴ τῶν λεγόµενων Μάγων, δὲν ἀνέχονταν τὸ ἔργο τοῦ Σαδὼθ καὶ ἔτσι τὸν συκοφάντησαν στὸν βασιλέα, ὅτι δῆθεν τὸν εἰρωνεύεται. Ὁ βασιλιὰς διέταξε τὸν Σαδὼθ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ σώσει τὴν ζωή του, ἀλλ᾿ ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε σθεναρά. Τότε ὁ βασιλιὰς ἔδωσε διαταγὴ καὶ ἀποκεφάλισαν τὸν Σαδὼθ µαζὶ µὲ ἄλλους 120 Χριστιανούς. (Ἡ µνήµη τῶν Ἁγίων αὐτῶν ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 20ή Φεβρουαρίου). Ὁ Ἅγιος Λεόντιος ὁ φιλόσοφος Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Οἱ Ἅγιοι Φήλιξ ὁ πρεσβύτερος καὶ Εὐσέβιος ὁ διάκονος Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Βλέπε καὶ 7 Ὀκτωβρίου, βιογραφία Ἁγίων Ἰουλιανοῦ πρεσβυτέρου καὶ Καισαρίου Διακόνου. Ἦταν Βούλγαρος στὴν καταγωγὴ καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σκρίνο, κοντὰ στὴν Σόφια (Βουλγαρίας), ἐπὶ βασιλείας Πέτρου τοῦ Βούλγαρου. Ἔχοντας µοναχικὴ κλίση, πῆγε πρῶτα σὲ κάποια Μονὴ καὶ κατόπιν ἀνέβηκε στὸ ὄρος Ῥίλα. Ἐκεῖ ἔκτισε πρῶτα µικρὴ καλύβα, ποὺ µὲ τὸ χρόνο ἔγινε καταφύγιο πολλῶν µοναχῶν. Στὴ συνέχεια, ἔκτισε τὴν Μονὴ τοῦ Ῥίλα, στὴν ὁποία ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|