Πολλές φορές διερωτώμεθα πως να θυμώμαστε όσα ακούμε. Δεν χρειάζεται να τα θυμάσαι. Όλα ξέχασέ τα. Να κάνεις μόνο τρία πράγματα, το εργόχειρο, δηλαδή το διακόνημα, -οι παλαιοί το έκαναν το κελλάκι τους, διότι δεν είχαν τα μέσα που έχουμε εμείς σήμερα-, την μελέτη και την προσευχή. Η κορωνίδα της μελέτης ήταν οι ψαλμοί. Είναι καλό από μικρό παιδί να διαβάζει κανείς ερμηνευτικά έργα στους ψαλμούς, διότι το Ψαλτήρι δεν κατανοείται κατά γράμμα, αλλά κατά πνεύμα, και ανάλογα με το Πνεύμα το Άγιον το οποίο επιτρέπομαι να εισέρχεται μέσα μας. Ταυτόχρονα οι ψαλμοί δίνουν Πνεύμα Άγιον.
Μου είχε κάνει εντύπωση ένα μικρό παιδάκι. Από μωρό διάβαζε Ψαλτήρι και συνεχίζει να διαβάζει. Τι καταλάβαινε; Και όμως ρουφάει η καρδιά του ανθρώπου. Γι’ αυτό, ότι υπάρχει σχετικά με τους ψαλμούς, πρέπει να το διαβάσωμε. Δεν πρόκειται να πετύχωμε ούτε προσευχή, ούτε νηστεία, ούτε αγρυπνία, εαν δεν απορροφήσωμε το πνεύμα του Ψαλτηρίου. Το Ψαλτήρι είναι αποκάλυψις της θεότητος, μύησις στα δόγματα, εισαγωγή στην ηθική και πνευματική ζωή, κοινωνία της Αγίας Τριάδος. Για τους μορφωμένους μάλιστα είναι ακατανόητο να περιμένουν σταγόνα χαράς από τον Θεόν, εάν το Ψαλτήρι δεν είναι εντρύφημά τους.
Δεν πρόκειται να πετύχωμε ούτε προσευχή, ούτε νηστεία, ούτε αγρυπνία, εαν δεν απορροφήσωμε το πνεύμα του Ψαλτηρίου
Βλέπετε στην πρώιμη μοναχική πολιτεία πόσο τόνιζαν τους ψαλμούς, τι κύρος και ισχύ είχαν οι ψαλμοί. Από τότε επεκράτησε να επαναλαμβάνωμε την ανάγνωση του Ψαλτηρίου κάθε εβδομάδα, και εν’ συνεχεία σε ορισμένες περιόδους να το διαβάζωμε περισσότερο.
Τους ψαλμούς τους διαβάζομε και στην εκκλησία, γιατί όταν τους ακούμε εκεί είναι σαν την βροχούλα που πιάνει την γη, την εκκλησιαστική μας σύναξη. Άλλη απήχηση έχουν στην ψυχή μας όταν του ακούμε στην εκκλησία, άλλη όταν τους διαβάζωμε στην προσωπική μας ζωή, άλλη όταν τους μαθαίνωμε από στήθους. Το κάθε τι είναι κάτι διαφορετικό, δεν αντικαθίσταται το ένα από το άλλο.
Απόσπασμα από το βιβλίο: Νηπτική Ζωή και Ασκητικοί Κανόνες, Ερμηνεία στους Οσίους Πατέρες Αντώνιο Αυγουστίνο και Μακάριο, Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου, Εκδόσεις «ΙΝΔΙΚΤΟΣ», 2011, 130-131