«Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, ἐλθέτω ἐφ’ ἡμᾶς ἡ βασιλεία σου, βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων, βασιλεία χρηστότητος, δικαιοσύνης καί εἰρήνης…»
(Εὐχή τῆς Δοξολογίας)
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἔχουμε εἰσέλθει ἤδη στόν «νέον ἐνιαυτόν τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου». Ἕνας ἀκόμη χρόνος τῆς ζωῆς μας πέρασε στό παρελθόν καί ἕνας χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου ἀνήκει πιά στήν Ἱστορία. Χαιρετίζουμε τήν ἀρχή τοῦ νέου ἔτους μέ ποικίλα συναισθήματα, ἄλλοτε λύπης, γιά πρόσωπα πού ἐνδεχομένως ἔφυγαν ἀπό κοντά μας καί ἄλλοτε χαρᾶς γιά κάποιες ἐπιτυχίες μας καί πάντως μέ ἐλπῖδες γιά τό μέλλον.
Ὁ χρόνος οὐσιαστικά εἶναι ἄχρονος, μιά ἀσήμαντη στιγμή μέσα στήν ἀπεραντωσύνη τῆς αἰωνιότητας. Αὐτή τήν αἰωνιότητα εἶχε συλλάβει καί ὁ Πλάτων, συνδέοντας τήν μεταβλητότητα μέ τόν ῥέοντα χρόνο καί τό ἀμετάβλητο μέ τήν αἰωνιότητα. Κατά τόν Ἀριστοτέλη, ὁ χρόνος εἶναι μία ὄψη τῆς συνεχοῦς κινήσεως τῶν σωμάτων. Ὁ Νεοπλατωνικός Πλωτῖνος συνδέει τό χρόνο μέ τήν ψυχή καί τήν αἰωνιότητα, θεωρώντας ὅτι ἡ ψυχή, μέ τό θάνατο, μεταβαίνει ἀπό μιά κατάσταση ζωῆς σέ μιά ἄλλη.
Στή Θεολογία μας ὁ χρόνος δέν ξεχωρίζει ἀπό τήν αἰωνιότητα, ἀλλά ταυτίζεται καί περικλείει τήν πρόγευσή της. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δέν ἔρχεται μετά ἀπό τόν χρόνο, ἀλλά ἀρχίζει μέσα σ’ αὐτόν, ὅπως ἔγινε λ.χ. μέ τή Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ. Βέβαια, «ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ, ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα» (Ἰω.. 2, 17). Μετά τήν Σάρκωση τοῦ Ἰησοῦ κάθε στιγμή τῆς Ἱστορίας προσλαμβάνει πλέον ἐσχατολογικό χαρακτῆρα.
Μιλᾶμε συνήθως γιά τρεῖς διαστάσεις τοῦ χρόνου, παρελθόν, παρόν καί μέλλον. Τό παρελθόν εἶναι ἐμπειρία, συχνά ἔμπονη, τό μέλλον εἶναι προσδοκία, συνήθως αἰσιόδοξη, ἐνῶ τό παρόν εἶναι μιά λεπτή, ἀδιόρατη χρονική στιγμή, πού ἐπεκτείνεται προσευχητικά στό διαρκές “σήμερον” τῆς Θείας Λατρείας, τό ὁποῖο συνιστᾷ πρόγευση τῶν Αἰωνίων.
Ἡ ῥοή τοῦ χρόνου ἀποκαλύπτει τήν ἀλήθεια τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἡ ἀλήθεια αὐτή συμβαδίζει μέ τή φθορά καί τόν θάνατο. Αὐτή τήν ἀλήθεια ὀφείλουμε νά βιώσουμε καί νά ἀποδεχτοῦμε ὑπαρξιακά, ἀλλιῶς κινδυνεύουμε νά μείνουμε ξένοι τῆς ἴδιας τῆς ὑπάρξεώς μας. Ρωτώντας καί στοχαζόμενοι, τί εἶναι χρόνος, ἄν δέν ἔχουμε ἀπάντηση, θά περιέλθουμε σέ πολλά ἀδιέξοδα. Ἡ ἀπάντηση, ὡστόσο, εἶναι συγκεκριμένη καί αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τή μοναδική ἀλήθεια ὅτι ὁ χρόνος εἶναι καιρός, εἶναι εὐκαιρία συνειδητοποιήσεως τοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς μας, τῆς ἑτοιμασίας μας γιά τήν ἄλλη διάσταση τῆς ζωῆς, γιά τήν πορεία πρός τήν Αἰωνιότητα.
Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,
Σήμερα, πρώτη Ἰανουαρίου, τιμοῦμε τήν Περιτομή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού ἀναφέρεται στήν ὀνοματοδοσία τοῦ Χριστοῦ, καί ἡ ὁποία, σύμφωνα μέ τόν Ίουδαϊκό νόμο, ἐλάμβανε χώρα τήν ὀγδόη ἡμέρα ἀπό τῆς γεννήσεως τοῦ παιδιοῦ. Ὁ Θεῖος Λόγος «μορφήν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβε Θεός ὤν κατ’ οὐσίαν… καί νόμον ἐκπληρῶν περιτομήν θελήσει κατεδέχει σαρκικήν…!», ὅπως λέγει τό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς, γιά νά «παύσῃ τά σκιώδη καί περιέλῃ τό κάλυμμα τῶν παθῶν ἡμῶν».
Σήμερα ἐπίσης τιμοῦμε τόν Μέγα Βασίλειο, τόν μεγάλο πατέρα τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἁγιότητά του, τά σοφά του συγγράμματα καί τήν ἐντυπωσιακή φιλανθρωπία του, σημάδευσε τήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Θεολογίας μας. Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας καί Μέγας τῆς ἱστορίας. Ὁ Μεγάλος αὐτός Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Καισαρείας ἔχει καί μιά ἐπικαιρότητα σήμερα, ἡμέρα τῆς Πρωτοχρονιᾶς, καθώς ἔλεγε «Ἡ παροῦσα ζωή, εἶναι ὁ καιρός τῆς μετανοίας, ἐνῶ ἡ μέλλουσα ζωή εἶναι ὁ καιρός τῆς ἀνταπόδοσης. Τώρα εἶναι ὁ καιρός τῆς ὑπομονῆς, τῶν δυσκολιῶν καί τῶν πειρασμῶν, τότε ὁ καιρός τῆς ἀναπαύσεως»
Σᾶς εὔχομαι τό νέον ἔτος πού ἀνέτειλε
νά εἶναι εἰρηνικό καί πλῆρες θείας χάριτος
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ὁ Νικαίας Ἀλέξιος