Είναι απαραίτητο να γίνη διάκριση μεταξύ δόγματος και μυστηρίου, αφού άλλο είναι το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, που βιώνεται όσο είναι δυνατόν από τον θεούμενο άνθρωπο και άλλο είναι το δόγμα, δηλαδή η λογική διατύπωση περί του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος ή της αποκαλύψεως. Η διάκριση αυτή είναι βασική για την ορθόδοξη θεολογία.
«Ο Θεός πάντοτε είναι μυστήριον. Πρέπει κανείς να ξεχωρίση το μυστήριον της Αγίας Τριάδος από το δόγμα της Αγίας Τριάδος. Άλλο το δόγμα και άλλο το μυστήριον».
Αυτό σημαίνει ότι ενώ το δόγμα κατανοείται λογικά, δεν γίνεται το ίδιο με το μυστήριο. Γύρω από το θέμα αυτό υπάρχει σύγχυση σε μερικούς συγχρόνους θεολόγους και δημιουργείται σοβαρό πρόβλημα. Για παράδειγμα, όταν μιλούμε για την Αγία Τριάδα, ομιλούμε για το δόγμα, την ορολογία περί της Αγίας Τριάδας, όπως διατυπώθηκε από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας (ουσία, υποστάσεις, υποστατικό ιδίωμα κλπ.) και όχι για το μυστήριο της Αγία Τριάδος. Δεν μπορούμε, δηλαδή, να μιλούμε για «το μυστήριο της Αγίας Τριάδος», που είναι ακατανόητο από την ανθρώπινη λογική, αλλά για το «δόγμα περί του μυστηρίου της Αγίας Τριάδος».
«Πρέπει κανείς σαφώς να ξεχωρίση το δόγμα από το μυστήριο. Οπότε, άλλο είναι να καταλάβη κανείς (λογικά) το μυστήριο, που είναι αδύνατον, και άλλο να καταλάβη το δόγμα, που είναι δυνατόν. Μπορεί κανείς να καταλάβη το δόγμα.
Υπάρχει μεγάλη σύγχυση στην νεώτερη θεολογία, κατά επιρροή της ρωσικής θεολογίας, που νομίζει κανείς ότι ένας δογματολόγος ή ένας θεολόγος της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι εκείνος, που έχει βαθειά σκέψη και εμβαθύνει στο μυστήριο της Αγίας Τριάδος, και προσπαθεί να εκφράση αυτό. Δεν έχει καμμιά σχέση η πατερική παράδοση με μια τέτοια αντίληψη περί θεολογίας».
Άλλο είναι τα ονόματα και τα νοήματα που διατυπώνει ένας θεόπτης άγιος, όταν χρειασθή, και άλλο είναι η εμπειρία της πραγματικότητος που έχει.
«Εκείνο που έχει σημασία, είναι αυτή η αντίληψη περί σχέσεως ονομάτων, νοημάτων με την πραγματικότητα. Το μυστήριο παραμένει μυστήριο. Και δεν διατυπώνουμε το μυστήριο, αλλά το δόγμα περί μυστηρίου. Μιλάμε για το δόγμα περί μυστηρίου της Αγίας Τριάδος, όχι για το μυστήριο της Αγίας Τριάδος».
Το ίδιο μπορεί κανείς να πη για την διάκριση μεταξύ της Αγίας Γραφής και του Θεού. Η Αγία Γραφή είναι τα ρήματα και τα νοήματα της εμπειρίας του μυστηρίου του Θεού και δεν ταυτίζονται με τον Θεό. Δεν ταυτίζεται ο Θεός με τα ρήματα και τα νοήματα, όπως θα τονισθή σε άλλο μέρος του βιβλίου αυτού. Αν γινόταν μια τέτοια ταύτιση οδηγεί στην ειδωλολατρεία.
«Γι’ αυτό το λόγο πρέπει πολύ να το συλλάβετε αυτό, την διάκριση μεταξύ του μυστηρίου και του δόγματος. Δεν είναι το ίδιο πράγμα, διότι η θεολογία και το δόγμα και η νοερά προσευχή καταργούνται, έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Οπότε, είναι ειδωλολατρεία να ταυτίσουμε τον Θεό με τα ρητά και τα νοήματα περί Αυτού. Από αυτής της απόψεως μπορεί κανείς να πάρη τον υπαρξισμό ορισμένων, για μένα τουλάχιστον, ψευτοθεολόγων και να τους πετάξη όλους στον κάλαθο των αχρήστων. Διότι η μόνη σωστή υπαρξιακή φιλοσοφία από ορθοδόξου απόψεως είναι η αθεϊστική και όχι η θεϊστική».
Αλλά και αυτή η άποψη, ότι μπορούμε να καταλάβουμε το δόγμα, πρέπει να ερμηνευθή βάσει της προοπτικής ότι μπορούμε να κατανοήσουμε λογικά τον σκοπό, την προέλευση και την ιστορία του δόγματος και όχι αυτό καθ’ εαυτό το δόγμα και το πνευματικό νόημα που μεταφέρει.
«Το να λέμε ότι κατανοούμε τα δόγματα, αυτό είναι βλακεία. Κανένας δεν κατανοεί το δόγμα της Αγίας Τριάδος, διότι το δόγμα της Αγίας Τριάδος δεν έχει σκοπό να κατανοηθή. Οπότε, εκείνος που δίνει την εντύπωση ότι καταλαβαίνει το δόγμα της Αγίας Τριάδος είναι απατεώνας. Αυτό είναι η μεγαλύτερη απάτη.
Μπορεί κανείς να κατανοήση τον σκοπό του δόγματος, την προέλευση του δόγματος και την ιστορία του. Αλλά το ίδιο το δόγμα αποκλείεται να το καταλάβη, γιατί κατανόηση του δόγματος σημαίνει κατανόηση του μυστηρίου. Γι’ αυτό, άλλο είναι το δόγμα, άλλο είναι το μυστήριο. Ποτέ δεν πρέπει να συγχέωνται αυτά.
Το μυστήριο παραμένει μυστήριο. Και δεν διατυπώνουμε το μυστήριο, αλλά το δόγμα περί μυστηρίου. Μιλάμε για το δόγμα περί μυστηρίου της Αγίας Τριάδος, όχι για το μυστήριο της Αγίας Τριάδος
Το δόγμα υπάρχει ως οδηγός του ανθρώπου. Είναι ένας δείκτης που δείχνει στον άνθρωπο που πρέπει να φθάση. Όταν, όμως φθάνη στον προορισμό του ο άνθρωπος, αυτό καταργείται. Γι’ αυτόν τον λόγο, το δόγμα είναι οδηγός γι’ αυτούς που περνάνε από την κάθαρση και συνεχίζει να είναι οδηγός γι’ αυτούς που εξακολουθούν να είναι στην φώτιση. Είναι ένας οδηγός και τίποτε άλλο. Άλλα αυτοί που βρίσκονται στην φώτιση ξέρουν ότι μια μέρα το δόγμα θα καταργηθή.
Όταν κανείς φθάνη στην θέωση, καταργείται πλέον το δόγμα. Δεν υπάρχει πλέον δόγμα. Η ίδια η νοερά προσευχή σταματάει. Ενώ το Πνεύμα του Θεού προσεύχεται μέσα στον άνθρωπο με ψαλμούς, ύμνους ή ρητά κλπ. –το ίδιο το Πνεύμα προσεύχεται με ανθρώπινα λόγια μέσα στον άνθρωπο- όταν ο άνθρωπος φθάνη στη θέωση, αυτή η ίδια η ευχή η νοερά, του Αγίου Πνεύματος, σταματά.
Είναι αυτό που λέει ο Απόστολος Παύλος: “Όταν έλθη το τέλειον παύσονται προφητείαι”, δηλαδή η θεολογία σταματάει, “παύσονται γλώσσαι”, δηλαδή τα διάφορα είδη της νοεράς προσευχής παύουν, “γνώσεις καταργηθήσονται” (πρβλ. Α’ Κορ. ιγ’, 8-13), δηλαδή αυτό που λέμε σήμερα δόγματα, θεολογία κλπ. Όλα καταργούνται στην θέωση.
Βέβαια, όταν κανείς επανέρχεται από την θέωση, όταν σταματάη να έχη θεοπτία, και πάλι συνεχίζει με τα δόγματα την προσευχή του, το Πνεύμα πάλι προσεύχεται, όπως πριν μέσα του. Σε αυτή την ζωή η κατάσταση της θεώσεως δεν είναι μόνιμη».
Αλλά και τότε που ο Θεός αποκαλύπτεται στον άνθρωπο και πάλι παραμένει μυστήριο. Γνωρίζει ο άνθρωπος στην εμπειρία ότι υπάρχει Θεός, αλλά δεν γνωρίζει «πως» υπάρχει.
«Δεν μπορούν να κατανοηθούν ούτε η ενσάρκωση ούτε το δόγμα περί Αγίας Τριάδος. Και γι’ αυτόν τον λόγο ο Θεός, κι’ όταν αποκαλύπτεται, εκεί, κυρίως, παραμένει μυστήριο και δεν μπορεί ο ανθρώπινος νους να διαπεράση αυτό το μυστήριο του ακτίστου και πως το άκτιστο σαρκώθηκε και είναι ενωμένο με την ανθρώπινη φύση. Το ξέρουμε μόνο επειδή φαίνεται σαφώς από την εμπειρία της Πεντηκοστής και της Μεταμορφώσεως και της θεώσεως του Προδρόμου στην βάπτιση, που είναι αποκάλυψη, η κατ’ εξοχήν αποκάλυψη της Αγίας Τριάδος, δηλαδή, ότι ο Θεός παραμένει μυστήριο.
Οπότε, το να καθόμαστε σαν τους Προτεστάντες και τους Φράγκους και να ισχυριζόμαστε ότι με την πάροδο του χρόνου έχουμε βαθύτερη κατανόηση των δογμάτων της Εκκλησίας, αυτό είναι βλακείες· διότι, τι σημαίνει βαθύτερη κατανόηση, εφ’ όσον στην εμπειρία της θεώσεως, της Πεντηκοστής, καταργήθηκε το δόγμα, καταργήθηκαν τα νοήματα και τα ρήματα από τα οποία αποτελούνται τα δόγματα; Η εμπειρία της θεώσεως δεν είναι δόγμα, είναι κάτι παραπάνω από δόγμα, γιατί το δόγμα είναι η έκφραση του μυστηρίου, αλλά η έκφραση του μυστηρίου δεν είναι η κατανόηση του μυστηρίου, διότι “Θεόν φράσαι αδύνατον· νοήσαι αδυνατώτερον” αυτό είναι, τελείωσε το θέμα».
Απόσπασμα από το βιβλίο: «Εμπειρική Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ιωάννη Ρωμανίδη», Τόμος Α’, Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγ. Βλασίου Ιεροθέου, Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου, Β’ Έκδοση, 2011, σελ. 106-110