Ο άνθρωπος, ως όν κοινωνικό, έχει καθήκοντα προς τον εαυτό του, προς τους γονείς του, τους συγγενείς, τους φίλους, προς την κοινωνία, προς την ανθρωπότητα εν γένει. Αυτά είναι αληθινά καθήκοντα και επιβάλλονται στον άνθρωπο από τον ηθικό νόμο. Ωστόσο, αυτός που δεν έχει πίστη προς τον Θεό και τη θεία αποκάλυψη, δεν αναγνωρίζει καν την ύπαρξη του ηθικού νόμου. Ο ηθικός νόμος είναι νόμος ηθικής ελευθερίας· απέχει από τη βία και τον εξαναγκασμό. Η ηθική ελευθερία θέλει τους οπαδούς της εθελοντές. Κανέναν δεν πιέζει, κανέναν δεν στρατολογεί με τη βία. Ρωτάμε λοιπόν πως ο άπιστος, που δεν δέχεται ότι υπάρχει Θεός και ηθικός νόμος, θα αναγνωρίσει τις υποχρεώσεις που προέρχονται από τον τελευταίο; Ποιος θα του επιβάλλει την εκτέλεσή τους; Κανείς! Διότι τίποτα το ηθικό δεν μπορεί να υποστηριχθεί δίχως πίστη και πέραν του ηθικού νόμου. Τα ευγενέστερα αισθήματα των ευγενέστερων καρδιών, οι καλύτερες διαθέσεις του αγαθότερου ανθρώπου, καταρρέουν στη στιγμή σαν έρθει η ώρα της δοκιμασίας και του πειρασμού. Τότε και μόνο τότε, τα πάντα, εν ριπή οφθαλμού, καταστρέφονται, εξαφανίζονται, και αυτός που πριν είχε μια επιφανειακή αρετή και τον τιμούσαν όλοι, παρουσιάζεται γυμνός και έρημος από κάθε αρετή. Φάνηκε έτσι ότι οι αρετές του ήταν θεμελιωμένες όχι πάνω στη στέρεη πέτρα της πίστης, αλλά πάνω στην άμμο. Κατέβηκε λοιπόν η βροχή, ήρθαν οι ποταμοί, φύσηξαν οι άνεμοι, προσέκρουσαν στο σπίτι αυτό και το σπίτι έπεσε. Και η πτώση ήταν μεγάλη! Τέτοιος είναι ο πλούτος των αρετών του απίστου. Ποιος μπορεί να στηριχτεί σ’ αυτόν; Τι καλό και ορθό μπορεί να αναμένει η κοινωνία ή το έθνος απ’ αυτόν; Ποια αρχή μπορεί να υπαγορεύσει σ’ αυτόν την αυταπάρνηση, την εθελούσια θυσία ή κάποια άλλη ευγενική και γενναία θυσία για την αγάπη προς το έθνος ή την ανθρωπότητα εν γένει; Καμιά μα καμιά! Διότι πλην της πίστης, της μόνης που είναι διδάσκαλος των αληθινά μεγάλων και ευγενικών πράξεων, πλην της πίστης που ενισχύει όσους κάνουν μεγάλα και άξια έργα, που ανορθώνει το πεσμένο φρόνημα αυτών που καταβάλλονται από τις αντιξοότητες, πλην της πίστης που ενθαρρύνει τον αγώνα των μεγάλων άθλων, που περιθάλπει τα ευγενικά και αγνά αισθήματα, τα υψηλά και γενναία φρονήματα, που πυρώνει την καρδιά προς τον ευγενικό έρωτα της πατρίδας, που τονίζει την τέλεια αφοσίωση προς το καθήκον, αφοσίωση που φλογίζει την αγάπη προς τον πλησίον και την εξαπλώνει προς όλη την ανθρωπότητα. Καμιά άλλη αρχή δεν μπορεί να εμπνεύσει τον ιερό αυτό όμιλο των αρετών, αρετών που καταπολεμούν το φρόνημα της σάρκας και μάχονται υπέρ του πνευματικού φρονήματος. Κανείς άλλος, παρά μόνο η αρχή της πίστης. Διότι μόνο αυτή διδάσκει τον άνθρωπο να θυσιαστεί για χάρη της αρετής.
τίποτα το ηθικό δεν μπορεί να υποστηριχθεί δίχως πίστη και πέραν του ηθικού νόμου. Τα ευγενέστερα αισθήματα των ευγενέστερων καρδιών, οι καλύτερες διαθέσεις του αγαθότερου ανθρώπου, καταρρέουν στη στιγμή σαν έρθει η ώρα της δοκιμασίας και του πειρασμού
Καμιά λοιπόν ωφέλεια δεν προστίθεται στην ανθρωπότητα εξαιτίας της απιστίας. Απ’ αυτήν δε, τίποτα το γενναίο δεν περιμένει κανείς, ούτε ελπίζει για κάτι αγαθό. Αλλά μόνο αρνητική είναι η ζημιά από την απιστία; Μόνο το ότι δεν προκύπτει κάτι καλό απ’ αυτήν, τη βαρύνει; Δυστυχώς όχι! Γιατί μαζί με την απιστία συμβαδίζει και πλήθος ζημιών, πλήθος μεγάλων κακών. Η κοινωνία στην οποία κατοικεί ο άπιστος, όχι μόνο δεν περιμένει απ’ αυτόν κανένα αγαθό, αλλά διατρέχει και μεγάλο κίνδυνο. Γιατί ποιος θα χαλιναγωγήσει την ορμή των παθών ενός τέτοιου ανθρώπου; Ποιος θα καταστείλει τις ανώμαλες επιθυμίες του; Ποιος θα προλάβει τα αθέμιτα μέσα, δια των οποίων ο φιλόδοξος, ο τυραννικός, ο φιλήδονος, μαζί και όλος ο χορός όσων έχουν υποδουλωθεί στα αναρίθμητα πάθη τους, θέλουν με κάθε τρόπο να πετύχουν αυτό που ποθούν; Πόσες θυσίες, πόσα αίματα αθώα θα χυθούν χωρίς να το μάθει κανείς, για να κορέσουν ένα τους πάθος, για να εκπληρώσουν μία επιθυμία; Πόσο φόρο αίματος θα καταβάλλει η κοινωνία σ’ αυτούς τους άρπαγες; Ποιος θα ματαιώσει τα πονηρά τους σχέδια; Ποιος θα δεσμεύσει τα εγκληματικά τους χέρια; Ποιος θα μπορέσει να εμποδίσει την εκτέλεση των καταχθόνιων σχεδίων τους; Ποιος θα πείσει τον ισχυρό να σέβεται τον αδύνατο; Τον πλούσιο να ελεεί τον φτωχό, τον υγιή να επισκέπτεται τον άρρωστο; Ποιος θα διδάξει τον σεβασμό προς τον δίκαιο, την αποστροφή προς την αδικία, και το ότι η σκευωρία, η δολιότητα, το μίσος, η κακεντρέχεια και όλο το πλήθος των φοβερών κακιών, είναι θανάσιμες αμαρτίες; Κανείς απολύτως κανείς.
Απόσπασμα από το βιβλίο: « Το γνώθι σαυτόν – κείμενα αυτογνωσίας» – Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Εκδόσεις Άθως, Σεπτέμβριος 2014, σελ. 73-75