Κενοδοξία είναι η μάταιη υπερηφάνεια για τον εαυτό μας. «Κενόδοξος καλείται αυτός που ενώ δεν πράττει τίποτα, θέλει να δοξάζεται» (Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης).
Ο κενόδοξος ένεκα της φθαρτής κοσμικής δόξας, ότι κάνει και λέει, το κάνει για να τον βλέπουν. Μεγάλο εμπόδιο για την αρετή η κενοδοξία.
Ο θείος Χρυσόστομος λέει: «βάσανο είναι ο έρωτας για τη δόξα, βάσανο και γεμάτος από πολλά κακά. Είναι αγκάθι που δύσκολα βγαίνει και θηρίο ατίθασο με πολλά κεφάλια που στρέφει τα όπλα του εναντίον αυτού που το τρέφει. Καθώς το σκουλήκι τρέφεται από τα ξύλα, αν και εκεί γεννιέται, το ίδιο κάνει και η σκουριά στο σίδερο και ο σκόρος στο μαλλί, έτσι και η κενοδοξία, καταστρέφει την ψυχή που την τρέφει».
Μητέρα της κόλασης είναι η κενοδοξία, που ανάβει με σφοδρότητα τη φωτιά και τρέφει το δηλητηριώδες σκουλήκι. Ενώ όλα τα άλλα τελειώνουν με τον θάνατο, αυτή συνεχίζει και μετά τον θάνατο να φιλονικεί, για να επιδεικνύει τη φύση της πάνω στο νεκρό σώμα.
Είναι δύσκολο να ξεφύγουμε από τον δαίμονα της κενοδοξίας, γιατί ότι κι αν κάνεις για να τον απομακρύνεις, αυτό ακριβώς γίνεται αιτία άλλης κενοδοξίας.
Η κενοδοξία είναι κούφια εξωτερικά, μη έχοντας τίποτα χρήσιμο κυνηγώντας μόνο τον επιφανειακό θαυμασμό των πολλών.
Ο κενόδοξος εξαπατά τον εαυτό του, νομίζοντας ότι κάτι είναι, υπερηφανευόμενος από την κενή δόξα, ενώ δεν είναι τίποτα.
Ο κενόδοξος μοιάζει με άνθρωπο ταλαίπωρο, πάντοτε τρέμει και φοβάται, υπηρετώντας μύριους δεσπότες. Η κενοδοξία είναι τυραννία και καταδυναστεύει όσους έχει κατακτήσει.
Ιδίωμα του κενόδοξου είναι να νοιάζεται μόνο για τη δική του δόξα, παρά για των άλλων την ωφέλεια. Οι κενόδοξοι προκαλούν και ζηλεύουν ο ένας τον άλλον. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος λέει: «Η κενοδοξία είναι μεγάλο εμπόδιο για την αρετή. Η κενή δόξα συναρπάζει τους απλοϊκούς. Αυτός που την αναζητάει είναι άδειος κάθε αρετής».
Απόσπασμα από το βιβλίο: « Το γνώθι σαυτόν – κείμενα αυτογνωσίας» – Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Εκδόσεις Άθως, Σεπτέμβριος 2014, σελ 304-306