Ο παραδομένος στην αμαρτία θεωρεί φυσικά τα παρά φύση πάθη, δηλαδή την ασέλγεια, την πορνεία, την πλεονεξία, το μίσος, τη δολιότητα και τα κάνει με απόλαυση και ηδονή. Ομοίως και ο αληθινός Χριστιανός πραγματοποιεί σαν φυσικές όλες τις αρετές δηλαδή την αγάπη, την ειρήνη, την υπομονή, την πίστη, την ταπείνωση με μεγάλη απόλαυση και ηδονή, άκοπα και εύκολα. Και δε μάχεται πλέον εναντίον των παθών της κακίας, γιατί λυτρώθηκε τελείως και δέχθηκε στην καρδιά το Άγιον Πνεύμα και την ειρήνη και αγαλλίαση του Χριστού μας, με τον Οποίον έγινε «ένα πνεύμα».
Όσοι δεν μπορούν να επιδοθούν στο έργο της προσευχής, αυτοί ας αναλαμβάνουν διάφορα διακονήματα της μονής με ευλάβεια και χαρά, οπότε το έργο τους θα γίνεται ευπρόσδεκτο από το Θεό και δεν θα χάσουν το μισθό τους.
Ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Όποιος δώσει σε κάποιον ένα ποτήρι κρύο νερό, μόνο επειδή είναι μαθητής μου, σας βεβαιώνω, ότι δεν θα χάσει το μισθό του». Και πάλι: «Εφόσον το κάνετε σ’ έναν από αυτούς σε εμένα το κάνετε». Μόνον ότι γίνεται να γίνεται γιατί το θέλει ο Θεός και όχι για ανθρώπινη δόξα. Και κατηγορώντας εκείνους που κάνουν το καλό επιδεικτικά, κατέληξε: «Σας βεβαιώνω, ότι δεν θα πάρουν άλλη ανταμοιβή…»
Εκείνος που και στην προσευχή είναι οκνηρός, και στην διακονία των αδελφών νωθρός και αμελής, ονομάζεται από τον Απόστολο αργός και κρίνεται ανάξιος και για αυτό το ψωμί του
Η απλότητα πριν από όλα και η αγάπη του ενός προς τον άλλον, η χαρά και η ταπείνωση να είναι σαν θεμέλιο στην αδελφότητα, για να μην υπερηφανευόμαστε και γογγύζουμε ο ένας κατά του άλλου. Ο προσευχόμενος αδιαλείπτως να μην υπερηφανεύεται και ο διακονών να μη γογγύζει κατά του σχολάζοντος στην προσευχή.
Τότε γίνεται το θέλημα του Θεού πάνω στη γη όπως στον Ουρανό, όταν –όπως είπαμε- δεν υπερηφανευόμαστε ό ένας κατά του άλλου. Και όταν χωρίς ζηλοτυπία, με απλότητα, αγάπη, ειρήνη και χαρά είμαστε ενωμένοι μεταξύ μας και θεωρούμε την προκοπή του πλησίον σαν δική μας, και τις ελλείψεις του σαν δική μας ζημιά.
Εκείνος που και στην προσευχή είναι οκνηρός, και στην διακονία των αδελφών νωθρός και αμελής, ονομάζεται από τον Απόστολο αργός και κρίνεται ανάξιος και για αυτό το ψωμί του. «Ο αργός» είπε «ούτε να τρώει». Και αλλού «Τους αργούς τους μισεί και ο Θεός» και «Ο αργός ούτε πιστός μπορεί να είναι». Πρέπει λοιπόν ο καθένας μας να μη μένει αργός, για να μη βρεθεί άκαρπος σαν τη συκή και στερηθεί τελείως των αιωνίων αγαθών.