
Ἀδελφοί µου ἀγαπητοί,
Ἔχουµε ἤδη εἰσέλθει στόν δεύτερο αἰῶνα ἀπό τά δραµατικά γεγονότα πού ἐκτυλίχτηκαν στή Μικρά Ἀσία καί στόν Πόντο ἐκεῖνες τίς ἀποφράδες µέρες τοῦ 1922. Ἦταν τότε πού ἐκείνη ἡ γῆ, ἡ εὐλογηµένη ἀπό τόν Θεό καί ποτισµένη ἀπό τόν ἱδρῶτα τῶν τιµίων προγόνων, ποτίζεται πιά µέ τό αἷµα ἀθώων ἀνθρώπων. Καί ἡ θάλασσα ἡ γαλανή µατώνεται κι ἐκείνη ἀπό τή θυσία τῶν Νεοµαρτύρων µας, στή Σµύρνη µέ τά παράλιά της, στήν Τραπεζοῦντα, στήν Κερασοῦντα, στή Σαµψοῦντα καί στή Σινώπη. Προσευχές, δεήσεις, κραυγές ἀπόγνωσης, χωρίς δυνατότητα γιά τό τελευταῖο ἱερό καθῆκον, τό µοιρολόι γιά νεκρούς γονεῖς, ἀδελφούς, δασκάλους, εὐεργέτες.
Ἡ γῆ τῆς Ἰωνίας καί τοῦ Πόντου ἔδωσε µεγάλους σοφούς κατά τούς ἀρχαίους χρόνους, γύρω ἀπό τίς θεωρίες τῶν ὁποίων περιστρέφεται ἡ σκέψη στή συνέχεια, µέχρι τίς µέρες µας. Οἱ ἴδιες περιοχές δέχτηκαν πρῶτες τό Εὐαγγέλιο ἀπό τούς Ἀποστόλους Πέτρο καί Ἀνδρέα καί ἀνέδειξαν Ὁσίους καί Ἁγίους τῆς Πίστεως, καί, στήν περίοδο τῶν διωγµῶν, µάρτυρες τῆς Ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐκεῖ µεγαλούργησε ἡ προσευχητική σκέψη τῶν Ἁγίων Καππαδοκῶν Πατέρων, πού µπόλιασαν µέ τόν εὐαγγελικό λόγο τήν ἀρχαία σοφία, καί σµίλευσαν τόν µοναδικό Ἑλληνοχριστιανικό Πολιτισµό.
Ἡ ὅποια ἀναδροµή σ’ αὐτούς τούς ἱερούς τόπους συνυφαίνεται µέ τήν αἴσθηση ἑνός µεγαλείου, πού προσκαλεῖ στή µελέτη τοῦ χώρου καί τῆς ἱστορίας του καί προκαλεῖ δικαιολογηµένη περηφάνεια γιά ὅσα, µεγάλα καί θαυµαστά, κατόρθωσαν οἱ πατέρες µας, µέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, µέ τήν καθάρια σκέψη καί τόν τίµιο ἱδρῶτα τους. Ὡστόσο, κάπου σφίγγεται ἡ καρδιά, λυγίζουν τά γόνατα, τό βλέµµα χαµηλώνει καί κρουνοί δακρύων κατακαῖνε τό πρόσωπο.
Στή σκέψη µας ὁ Ἐθνοµάρτυρας Μητροπολίτης Σµύρνης Χρυσόστοµος, ὁ γενναῖος Ἱεράρχης, τό πρῶτο θύµα τῆς τουρκικῆς θηριωδίας. Μποροῦσε νά φύγει, ὅπως τοῦ προτάθηκε ἀπό ἰσχυρούς τῆς ἐποχῆς, ἀλλά δέν ἦταν τυχαῖος ἄνθρωπος. Ἦταν ὁ Ποιµενάρχης «εἰς τύπον Χριστοῦ», ὁ ὁποῖος θά ἔθετε καί αὐτός τήν ψυχήν του ὑπέρ τοῦ λαοῦ του. Ἔµεινε στήν ἕδρα του, γνωρίζοντας ὅτι τόν περίµενε ὀ µαρτυρικός θάνατος. Ὁ Νουρεντίν τόν προσέβαλε µέ αἰσχρά λόγια καί τόν παρέδωσε στό µαινόµενο πλῆθος. Οἱ «δικαστές» του ἦσαν ἡµιάγριοι, αἱµοδιψεῖς καί ἀδίστακτοι, ἕτοιµοι νά τόν κατασπαράξουν. Τοῦ κόψανε τά αὐτιά, τή µύτη, τά ἄκρα, τοῦ βγάλανε τά µάτια, τόν τρύπησαν µέ τίς λόγχες τους καί, ἀφοῦ τόν ἔδεσαν σέ ἄλογα ἀφηνιασµένα, τόν περιέφεραν στά στενά τῆς Σµύρνης. Κάθε πέτρα καί κάθε ρεῖθρο µατώθηκε ἀπό τό αἷµα τοῦ Ἁγίου. Ὅσο γιά τό σκήνωµά του, δέν βρέθηκε ποτέ, γιατί γνώριζαν ἀσφαλῶς οἱ δήµιοι ὅτι θά ἀπολάµβανε τῆς τιµῆς τοῦ πιστοῦ λαοῦ, ὅπως συµβαίνει µέ τά ἱερά Λείψανα ὅλων τῶν Ἁγίων διαχρονικά.
Μέ τόν Μητροπολίτη Χρυσόστοµο µαρτύρησαν καί οἱ ἄλλοι Ἱεράρχες τῶν Παραλίων. Εἶναι ὁ Μοσχονησίων Ἀµβρό-σιος, ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος, ὁ Ἰκονίου Προκόπιος, ὁ Ζήλων Εὐθύµιος, ἑκατοντάδες Κληρικοί, πού τό τιµηµένο µαῦρο ῥάσο τους βάφτηκε κόκκινο ἀπό τό αἷµα τους, καί χιλιάδες πιστῶν, Κλῆρος καί Λαός, «ἱερά σφάγια», µάρτυρες «ὑπέρ τῆς ἀµωµήτου ἡµῶν Πίστεως καί τῆς φιλτάτης Πατρίδος». Οἱ ξένοι,«ἑταῖροι» µας στόν προηγηθέντα Α΄ Παγκόσµιο Πόλεµο, παρατηροῦσαν ἀπό τά καράβια τους τή σφαγή καί φωτογράφιζαν τήν ὄµορφη Σµύρνη, πού εἶχε παραδοθεῖ στίς φλόγες. «Ἡ Σµύρνη τῶν Ἑλλήνων΄ ἐσταυρώθη, ὁ Πόντος ἐσταυρώθη, τετέλεσται».
Τό 1922 συνετελέσθη µιά ἐθνική τραγωδία, πολύ χειρότερη, σύµφωνα µέ πολλούς µελετητές, καί ἀπό τήν Ἅλωση τῆς Βασιλεύουσας. Δέν ἦταν µόνο ἡ σφαγή χιλιάδων ἀνθρώπων. Τή φοβερή γενοκτονία ἀκολούθησε ὁ ξεριζωµός ἑκατοντάδων χιλιάδων νοικοκυραίων, πού τούς ἐπεβλήθη ἡ ἐγκατάλειψη τῶν προγονικῶν ἑστιῶν καί ἡ πορεία πρός τήν Πατρίδα, πού ἄνοιξε τήν ἀγκαλιά της ἀλλά δέν εἶχε τά µέσα γιά τίς τόσες ἀνάγκες.
Ἀδελφοί µου ἀγαπητοί,
Ἑνάµιση ἑκατοµµύριο ἀδελφοί ἦλθαν στήν Ἑλλάδα καί ξεκίνησαν µιά νέα ζωή µέ πολλές δυσκολίες. Ἔφεραν τίς ἐφέστιες εἰκόνες καί τά ἱερά σύµβολά τους καί συνέχισαν µέ θέρµη τή Λατρεία στόν Τριαδικό Θεό, µέ τήν πρεσβεία τῆς Παναγίας καί τῶν Ἁγίων. Ἔζησαν σέ παράγκες, µέ θέρµανση τίς ἀνάσες τους, κονσερβοκούτια γιά γλάστρες, τό δρόµο γιά ἑστίαση καί µόνη πολυτέλεια τόν ἀσβέστη. Σύντοµα ἀναγνωρίστηκε τό ἦθος καί ἡ φιλοπρόοδος διάθεσή τους καί κέρδισαν τήν ἐκτίµηση ὅλων.
Στεκόµαστε µέ δέος ἐνώπιον τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καί ἡρώων τῆς Τραγωδίας τοῦ 1922. Μνηµονεύουµε τῶν θυµάτων καί δεόµεθα γιά τίς ψυχές τους. Καµαρώνουµε τήν πρόοδο τῶν προσφύγων ἀδελφῶν µας καί βλέπουµε µέ ἱκανοποίηση τά παιδιά καί τά ἐγγόνια τους νά διακρίνονται. Χαίροµαι νά βλέπω τά ἱερά λάβαρά τους, νά τά σηκώνουν µέ εὐλάβεια νεαροί βλαστοί, γεµᾶτοι ὄνειρα καί ἐλπῖδες. Τούς εὐλογῶ ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς µου.
Ἄς ἔχουµε τήν πρεσβεία τῶν Ἁγίων Ἱεραρχῶν Χρυσοστόµου Σµύρνης, Μοσχονησίων Ἀµβροσίου, Κυδωνιῶν Γρηγορίου, Ἰκονίου Προκοπίου, Ζήλων Εὐθυµίου καί τῶν σύν αὐτοῖς ἀναιρεθέντων κατά τήν Μικρασιατικήν καταστροφήν µαρτύρων καί ἄς προσευχηθοῦµε, ὥστε νά µήν ἀντιµετωπίσουµε ποτέ στό µέλλον τέτοια δοκιµασία.
Χρόνια Πολλά καί Εὐλογημένα
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ὁ Νικαίας Ἀ λ έ ξ ι ο ς