Home ΑΡΧΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΝΗΠΤΙΚΟΙ Ας σκορπίζουμε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς – Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

Ας σκορπίζουμε σε όλους την αγάπη μας ανιδιοτελώς – Αγίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου

1459
Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης στο Άγιο Όρος

Ὑπεράνω ὅλων ἡ ἀγάπη. Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ, παιδιά μου, εἶναι ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄλλο, ἡ ψυχή του. Ὅ,τι κάνομε, προσευχή, συμβουλή, ὑπόδειξη, νὰ τὸ κάνομε μὲ ἀγάπη. Χωρὶς τὴν ἀγάπη ἡ προσευχὴ δὲν ὠφελεῖ, ἡ συμβουλὴ πληγώνει, ἡ ὑπόδειξη βλάπτει καὶ καταστρέφει τὸν ἄλλον, ποὺ αἰσθάνεται ἂν τὸν ἀγαπᾶμε ἢ δὲν τὸν ἀγαπᾶμε καὶ ἀντιδρᾶ ἀναλόγως. Ἀγάπη, ἀγάπη, ἀγάπη! Ἡ ἀγάπη στὸν ἀδελφὸ μᾶς προετοιμάζει ν’ ἀγαπήσομε περισσότερο τὸν Χριστό. Ὡραῖο δὲν εἶναι;

Ἂς σκορπίζομε σὲ ὅλους τὴν ἀγάπη μας ἀνιδιοτελῶς, ἀδιαφορώντας γιὰ τὴ στάση τους. Ὅταν ἔλθει μέσα μας ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, δὲν θὰ ἐνδιαφερόμαστε ἃν μᾶς ἀγαπᾶνε ἢ ὄχι, ἃν μᾶς μιλᾶνε μὲ καλοσύνη. Θὰ νιώθομε τὴν ἀνάγκη ἐμεῖς νὰ τοὺς ἀγαπᾶμε ὅλους. Εἶναι ἐγωισμὸς νὰ θέλομε οἱ ἄλλοι νὰ μᾶς μιλᾶνε μὲ καλοσύνη. Ἂς μή μᾶς στενοχωρεῖ τὸ ἀντίθετο. Ἂς ἀφήσομε τοὺς ἄλλους νὰ μᾶς μιλᾶνε ὅπως αἰσθάνονται. Ἂς μὴ ζητιανεύομε τὴν ἀγάπη. Ἐπιδίωξή μας νὰ εἶναι ν’ ἀγαπᾶμε καὶ νὰ προσευχόμαστε μὲ ὅλη μας τὴν ψυχὴ γιὰ κείνους. Τότε θὰ προσέξομε ὅτι ὅλοι θὰ μᾶς ἀγαπᾶνε χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώκομε, χωρὶς καθόλου νὰ ζητιανεύομε τὴν ἀγάπη τους. Θὰ μᾶς ἀγαπᾶνε ἐλεύθερα καὶ εἰλικρινὰ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς τους χωρὶς νὰ τοὺς ἐκβιάζομε. Ὅταν ἀγαπᾶμε χωρὶς νὰ ἐπιδιώκομε νὰ μᾶς ἀγαπᾶνε, θὰ μαζεύονται ὅλοι κοντά μας σὰν τὶς μέλισσες. Αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους μας.

Ἂν ὁ ἀδελφός σου σ’ ἐνοχλεῖ, σὲ κουράζει, νὰ σκέπτεσαι: «Τώρα μὲ πονάει τὸ μάτι μου, τὸ χέρι μου, τὸ πόδι μου• πρέπει νὰ τὸ περιθάλψω μ’ ὅλη μου τὴν ἀγάπη» (Πρβλ. Α’ Κορ. 12,21). Νὰ μὴ σκεπτόμαστε, ὅμως, οὔτε ὅτι θὰ ἀμειφθοῦμε γιὰ τὰ δῆθεν καλά, οὔτε ὅτι θὰ τιμωρηθοῦμε γιὰ τὰ κακὰ ποὺ διαπράξαμε. Ἔρχεσαι εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας, ὅταν ἀγαπάεις μὲ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Τότε δὲν ζητάεις νὰ σ’ ἀγαπᾶνε• αὐτὸ εἶναι κακό. Ἐσὺ ἀγαπάεις, ἐσὺ δίνεις τὴν ἀγάπη σου• αὐτὸ εἶναι τὸ σωστό. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται νὰ σωθοῦμε. Ὁ Θεὸς τὸ θέλει. Ὅπως λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «… πάντας θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (A’ Τιμ. 2,4).

«…μηδενὶ μηδὲν ὀφείλομεν, εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους»

Ὅταν κάποιος μᾶς ἀδικήσει μ’ ὁποιονδήποτε τρόπο, μὲ συκοφαντίες, μὲ προσβολές, νὰ σκεπτόμαστε ὅτι εἶναι ἀδελφός μας ποὺ τὸν κατέλαβε ὁ ἀντίθετος. Ἔπεσε θύμα τοῦ ἀντιθέτου. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸν συμπονέσομε καὶ νὰ παρακαλέσομε τὸν Θεὸ νὰ ἐλεήσει κι ἐμᾶς κι αὐτὸν κι ὁ Θεὸς θὰ βοηθήσει καὶ τοὺς δύο. Ἄν, ὅμως, ὀργισθοῦμε ἐναντίον του, τότε ὁ ἀντίθετος ἀπὸ κεῖνον θὰ πηδήσει σ’ ἐμᾶς καὶ θὰ μᾶς παίζει καὶ τοὺς δύο. Ὅποιος κατακρίνει τοὺς ἄλλους, δὲν ἀγαπάει τὸν Χριστό. Ὁ ἐγωισμὸς φταίει. Από κεῖ ξεκινάει ἡ κατάκριση. Θὰ σᾶς πῶ ἕνα μικρὸ παράδειγμα.

Ἂς ὑποθέσομε ὅτι ἕνας ἄνθρωπος βρίσκεται μόνος του στὴν ἔρημο. Δὲν ὑπάρχει κανείς. Ξαφνικὰ ἀκούει κάποιον ἀπὸ μακριὰ νὰ κλαίει καὶ νὰ φωνάζει. Πλησιάζει κι ἀντικρίζει ἕνα φοβερὸ θέαμα: μία τίγρις ἔχει ἁρπάξει ἕναν ἄνθρωπο καὶ τὸν καταξεσχίζει μὲ μανία. Ἐκεῖνος ἀπελπισμένος ζητάει βοήθεια. Σὲ λίγα λεπτὰ θὰ τὸν κατασπαράξει. Τί νὰ κάνει, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσει; Νὰ τρέξει κοντά του; Πῶς; Αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον. Νὰ φωνάξει; Ποιόν; Κανεὶς ἄλλος δὲν ὑπάρχει. Μήπως θὰ πάρει καμιὰ πέτρα νὰ τήνε ρίξει στὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τὸν ἀποτελειώσει; «Ὄχι, βέβαια!», θὰ ποῦμε. Κι ὅμως αὐτὸ εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει, ὅταν δὲν καταλαβαίνομε ὅτι ὁ ἄλλος πού μᾶς φέρεται ἄσχημα κατέχεται ἀπὸ τὸν διάβολο, τὴν τίγρη. Μᾶς διαφεύγει ὅτι, ὅταν κι ἐμεῖς τὸν ἀντιμετωπίζομε χωρὶς ἀγάπη, εἶναι σὰν νὰ τοῦ ρίχνομε πέτρες πάνω στὶς πληγές του, ὁπότε τοῦ κάνομε πολὺ κακὸ καὶ ἡ «τίγρις» μεταπηδάει σ’ ἐμᾶς καὶ κάνομε κι ἐμεῖς ὅ,τι ἐκεῖνος καὶ χειρότερα. Τότε, λοιπόν, ποιὰ εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ ἔχομε γιὰ τὸν πλησίον μας καί, πολὺ περισσότερο, γιὰ τὸν Θεό;

Νὰ αἰσθανόμαστε τὴν κακία τοῦ ἄλλου σὰν ἀρρώστια ποὺ τὸν βασανίζει καὶ ὑποφέρει καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαλλαγεῖ. Γι’ αὐτὸ νὰ βλέπομε τοὺς ἀδελφούς μας μὲ συμπάθεια καὶ νὰ τοὺς φερόμαστε μὲ εὐγένεια λέγοντας μέσα μας μὲ ἁπλότητα τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», γιὰ νὰ δυναμώσει μὲ τὴ θεία χάρι ἡ ψυχή μας καὶ νὰ μὴν κατακρίνομε κανένα. Ὅλους γιὰ ἁγίους νὰ τοὺς βλέπομε. Ὅλοι μας μέσα φέρομε τὸν ἴδιο παλαιὸ ἄνθρωπο. Ὁ πλησίον, ὅποιος κι ἂν εἶναι, εἶναι «σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός μας», εἶναι ἀδελφός μας καὶ «μηδενὶ μηδὲν ὀφείλομεν, εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους», σύμφωνα μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο (Ρωμ. 13,8). Δὲν μποροῦμε ποτὲ νὰ κατηγορήσομε τοὺς ἄλλους, γιατί «οὐδεὶς τὴν ἑαυτοῦ σάρκα ἐμίσησεν» (Ἐφ. 5, 29).

Ὅταν κάποιος ἔχει ἕνα πάθος, νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοῦ ρίχνομε ἀκτίνες ἀγάπης κι εὐσπλαγχνίας, γιὰ νὰ θεραπεύεται καὶ νὰ ἐλευθερώνεται. Μόνο μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ γίνονται αὐτά. Νὰ σκέπτεσθε ὅτι αὐτὸς ὑποφέρει περισσότερο ἀπὸ ἐσᾶς. Στὸ κοινόβιο, ὅταν κάποιος φταίει, νὰ μὴν τοῦ ποῦμε ὅτι φταίει. Νὰ στεκόμαστε μὲ προσοχή, σεβασμὸ καὶ προσευχή. Ἐμεῖς νὰ προσπαθοῦμε νὰ μὴν τὸ κάνομε τὸ κακό. Ὅταν ὑπομένομε τὴν ἀντιλογία τοῦ ἀδελφοῦ, λογίζεται μαρτύριο. Νὰ τὸ κάνομε μὲ χαρά.

Ὁ χριστιανὸς εἶναι εὐγενής. Νὰ προτιμᾶμε ν’ ἀδικούμαστε. Ἅμα ἔλθει μέσα μας τὸ καλό, ἡ ἀγάπη, ξεχνᾶμε τὸ κακὸ πού μᾶς κάνανε. Ἐδῶ κρύβεται τὸ μυστικό. Ὅταν τὸ κακὸ ἔρχεται ἀπὸ μακριά, δὲν μπορεῖτε νὰ τὸ ἀποφύγετε. Ἡ μεγάλη τέχνη εἶναι, ὅμως, νὰ τὸ περιφρονήσετε. Μὲ τὴν χάρι τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ θὰ τὸ βλέπετε, δὲν θὰ σᾶς ἐπηρεάζει, διότι θὰ εἶστε πλήρεις χάριτος.

Στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ὅλα εἶναι ἀλλιώτικα. Ἐκεῖ κανεὶς τὰ δικαιολογεῖ στοὺς ἄλλους ὅλα.Ὅλα! Τί εἴπαμε; «Ὁ Χριστὸς βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. 5,45). Ἐγὼ ἐσένα βγάζω φταίχτη, ἔστω κι ἄν μοῦ λέεις ὅτι φταίει ὁ τάδε ἢ ἡ τάδε. Τελικὰ σὲ κάτι φταίεις καὶ τὸ βρίσκεις, ὅταν σοῦ τὸ πῶ. Αὐτὴ τὴ διάκριση ν’ ἀποκτήσετε στὴ ζωή σας. Νὰ ἐμβαθύνετε στὸ καθετὶ καὶ νὰ μὴν τὰ βλέπετε ἐπιφανειακά. Ἂν δὲν πᾶμε στὸν Χριστό, ἂν δὲν ὑπομένομε, ὅταν πάσχομε ἀδίκως, θὰ βασανιζόμαστε συνέχεια. Τὸ μυστικὸ εἶναι ν’ ἀντιμετωπίζει κανεὶς τὶς καταστάσεις μὲ πνευματικὸ τρόπο. Κάτι παρόμοιο γράφει ὁ Ἅγιος Συμεὼν ὁ Νέος Θεολόγος:

«Ὅλους τοὺς πιστοὺς ὀφείλομε νὰ τοὺς βλέπομε σὰν ἕνα καὶ νὰ σκεπτόμαστε ὅτι στὸν καθένα ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ Χριστός. Καὶ νὰ ἔχομε γιὰ τὸν καθένα τέτοια ἀγάπη, ὥστε νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ θυσιάσομε γιὰ χάρη του καὶ τὴ ζωή μας. Γιατί ὀφείλομε νὰ μὴ λέμε, οὔτε νὰ θεωροῦμε κανένα ἄνθρωπο κακό, ἀλλὰ ὅλους νὰ τοὺς βλέπομε ὡς καλούς. Κι ἂν δεῖς ἕναν ἀδελφὸ νὰ ἐνοχλεῖται ἀπὸ πάθη, νὰ μὴν τὸν μισήσεις αὐτὸν• μίσησε τὰ πάθη ποὺ τὸν πολεμοῦν. Κι ἂν τὸν δεῖς νὰ τυραννεῖται ἀπὸ ἐπιθυμίες καὶ συνήθειες προηγουμένων ἁμαρτιῶν, περισσότερο σπλαγχνίσου τον, μὴν τυχὸν δοκιμάσεις καὶ σὺ πειρασμό, ἀφοῦ εἶσαι ἀπὸ ὑλικὸ ποὺ εὔκολα γυρίζει ἀπὸ τὸ καλὸ στὸ κακό”. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφὸ σὲ προετοιμάζει ν’ ἀγαπήσεις περισσότερο τὸν Θεό. Τὸ μυστικό, λοιπόν, τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀδελφό. Γιατί, ἂν δὲν ἀγαπάεις τὸν ἀδελφό σου ποὺ τὸν βλέπεις, πῶς εἶναι δυνατὸν ν’ ἀγαπάεις τὸν Θεὸ ποὺ δὲν Τὸν βλέπεις; ” Ὁ γὰρ μὴ ἀγαπῶν τὸν ὰδελφὸν αὐτοῦ, ὅν ἑώρακε, τὸν Θεόν, ὅν οὐχ ἑώρακε, πῶς δύναται ἀγαπᾶν;”»