Γερόντισσας Φιλοθέης,
Καθηγουμένης Ι. Ησυχαστηρίου Παναγίας Βρυούλων Αττικής
Κάποτε ρώτησαν τον γέροντα μας, τον π. Γαβριήλ, ποιό είναι το μυστικό του και τραβάει τόσα νέα παιδιά. Και εκείνος έφερε ένα πολύ ζωντανό παράδειγμα από την μικρασιάτικη γειτονιά του στο Πολύγωνο. Ανάμεσα στο φτωχικό τους δωμάτιο και του γείτονα υπήρχε ένας μικρός χώρος, ένα τετραγωνικό όλο και όλο. Και σ αυτό το ένα τετραγωνικό η κυρά Λένη, η Μικρασιάτισσα μάνα του είχε βάλει πολλά λουλούδια. Έλεγε λοιπόν ο π. Γαβριήλ «Αν αγαπάς τα λουλούδια, βρίσκεις χώρο να τα βάλεις, ακόμη και αν είναι ένα τετραγωνικό μόνο ο χώρος που έχεις. Αν αγαπάς τα παιδιά βρίσκεις και τον τρόπο να τα πλησιάσεις». Τα πάντα δηλαδή είναι θέμα κινήτρου.
Η γερόντισσα Γαβριηλία και ο γέροντας μας έμοιαζαν πολύ σ αυτό. Πονούσαν για τα νέα παιδιά και προσεύχονταν πολύ και αυτό τους έκανε να βρίσκουν «τρόπο» να τα πλησιάσουν. Όσοι ζήσαμε κοντά τους μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι αυτό γινόταν αβίαστα.
Ποιά λοιπόν η σχέση της γερόντισσας Γαβριηλίας με τα νέα παιδιά; Γιατί ακόμη και σήμερα νέοι με διαφορετικές αντιλήψεις χαίρονται να διαβάζουν για εκείνη και την επικαλούνται;
Πηγή έμπνευσης
Το πρώτο που μπορούμε να πούμε για την γερόντισσα ήταν ότι ήταν ένα ζωντανό παράδειγμα αγιότητος η ίδια η ζωή της. Δεν χρειαζόταν να σου κάνει κήρυγμα, να σε ζαλίσει με τις φοβερές της γνώσεις, να σε πείσει για κάτι.
Όπως έγραφε η ίδια σε έναν νέο άνθρωπο: «οι βιβλιοθήκες είναι γεμάτες βιβλία, οι αίθουσες γεμάτες κηρύγματα. Όλα αυτά δεν ωφελούν σε τίποτα. Ο άνθρωπος θέλει να δει ένα ζωντανό παράδειγμα. Γι αυτό και προσπαθούν οι άνθρωποι να διαβάζουν τους βίους των αγίων και τρέχουν απ’τήν μία άκρη στην άλλη για να βρουν έναν άνθρωπο που τα βάζει σε πράξη».
Ισχύει αυτό που λένε οι παλιοί «ο,τι βγαίνει από την καρδιά, μπαίνει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου».
Ας ξεκινήσω από την δική μου προσωπική μαρτυρία. Καταρχήν η γερόντισσα ήταν η πρώτη μοναχή που συνάντησα στην ζωή μου. Ήμουν 19 χρονών, ένα πολύ μοντέρνο παιδί που μόλις είχα αρχίσει να κάνω τα πρώτα μου βήματα στην εκκλησία δίπλα στον π Γαβριήλ στο ταπεινό εκκλησάκι του αγ Ανδρέου. Θυμάμαι όταν την πρωτοείδα στο εκκλησάκι μας που την είχε καλέσει ο γέροντας μας να μας μιλήσει παραμονές της Αγ. Φιλοθέης, πόση εντύπωση μου έκανε το φωτεινό και δίχως ρυτίδες πρόσωπό της, παρόλο που ήταν 91 ετών, και το πλατύ της χαμόγελο. Θυμάμαι πόσο με κέρδισε σαν παιδί αυτή η εικόνα που σκέφτηκα μέσα μου «τι ωραία, βρήκα την ενορία που μου ταιριάζει, αν είναι έτσι και ο μοναχισμός τότε «καλόν εστίν ώδε είναι».
Πόσο σημαντικό δηλ είναι για μας τους ρασοφόρους αλλά και για τον καθένα είτε είναι μικρός είτε μεγάλος, είτε λαικός είτε όχι, να φέρει μέσα του και να αντανακλά στο πρόσωπό του την χαρά του Χριστού.
Η μητέρα του γέροντα μας του έλεγε: «Γαβριήλ στο κελί σου να κλαις όσο θέλεις, στους ανθρώπους όμως να χαμογελάς, το έχουν τόσο ανάγκη».
Και εννοείται ότι δεν μιλάμε για ψεύτικα χαμόγελα η χαχανητά, αυτά δεν ξεγελάνε για πολύ. Μιλάμε για την όντως χαρά που μας προσφέρει ως δώρο του Αγ. Πνεύματος ο Χριστός μας και που είναι αδύνατο να την κρατήσουμε μόνο για μας. Όπως γράφει και ο σοφός Σολομώντας «καρδίας εφραινομένης το πρόσωπο θάλλει».
Το πρώτο λοιπόν που συνδέει την γερόντισσα και σήμερα με τους νέους είναι ότι εξακολουθεί να εμπνέει.
Μία κοπέλα που είχε ήδη αρχίσει να βουλιάζει στην απελπισία και στην ακηδία ομολογεί: «Το πρόσωπο της γερόντισσας με παρηγόρησε, με ξεμπλόκαρε, με γέμισε φως την στιγμή που είχα αρχίσει να βουλιάζω. Μου έδωσε μια ώθηση, ένα κίνητρο να δεσμευτώ με κάτι. Είχα παραιτηθεί και τώρα ξανάνιωσα. Κίνητρο για ζωή. Απέκτησα αισιοδοξία, άλλαξε ο τρόπος σκέψης μου».
Γράφει ένα σύγχρονο νέο παιδί ( έτσι όπως την γνώρισε από τα βιβλία) : «Αυτό που με ενθουσίασε στην γερόντισσα ήταν ο τρόπος που προσέγγιζε τον κάθε άνθρωπο αλλά πολύ περισσότερο μου τράβηξε την προσοχή το πως καταδεχόταν τους νέους παρά την εξωτερική τους εμφάνιση και παρά τις αμαρτίες που είχαν κάνει».