Home ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΑ Ποιος δεν βλέπει το θείο θέλημα, τη θεία δύναμη πίσω από την...

Ποιος δεν βλέπει το θείο θέλημα, τη θεία δύναμη πίσω από την εμφάνιση και την εξάπλωση του Χριστιανισμού; – Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

1407
Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου Κορυδαλλού
Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ

Περίεργη είναι η τυφλότητα και ακατανόητη η σκληρότητα των συγχρόνων του Χριστού, οι οποίοι, μολονότι άκουγαν την πανάγια διδασκαλία Του και έβλεπαν τα εκπληκτικά θαύματά Του, δεν πίστευαν σ’ Αυτόν. Επτά αιώνες πριν, ανεβασμένος, θαρρείς, στην κορυφή ενός μακρινού βουνού και κατάπληκτος από τη θέα της ανθρώπινης αναισθησίας, ο προφήτης Ησαΐας κραύγαζε στο πολυάριθμο πλήθος των ζωντανών νεκρών: «Θ’ ακούσετε με τ’ αυτιά, μα δεν θα καταλάβετε· θα δείτε με τα μάτια, μα δεν θ’ αντιληφθείτε» (Ησ.6, 9).

Το ίδιο περίεργη είναι και η σημερινή απιστία πολλών ανθρώπων στον Χριστιανισμό, που λάμπει με τις ακτίνες της ολοκάθαρης αλήθειας του. Αλλά η Γραφή αιτιολογεί την απιστία τους: «Γιατί έγινε αναίσθητη η καρδιά αυτού του λαού» (Ησ. 6, 10), έγινε σκληρή από τη σαρκική ζωή, έγινε τυφλή και κουφή, έγινε νεκρή για καθετί το πνευματικό, το αιώνιο, το θείο.

Η ορθή σπουδή του Χριστιανισμού δείχνει με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα την αλήθεια του. Η ορθή σπουδή του Χριστιανισμού εδραιώνει στην ψυχή την πεποίθηση για την ύπαρξη όλων των αοράτων που κηρύσσονται απ’ αυτόν, πεποίθηση πολύ ισχυρότερη από τη γνώση της υπάρξεως των ορατών, που παρέχεται από τις αισθήσεις. Η αξιοπιστία και η δύναμη αυτής της πεποιθήσεως αποδεικνύονται από το ότι εκατομμύρια άνθρωποι άφησαν τα ορατά για ν’ αποκτήσουν τα αόρατα, περιφρονώντας τα βασανιστήρια, με τα οποία η άλογη κακότητα προσπαθούσε να τους κερδίσει, και επισφραγίζοντας την πίστη τους με το αίμα του μαρτυρίου.

Ακόμα και μια επιφανειακή ματιά στην εμφάνιση, τη στερέωση και την εξάπλωση του Χριστιανισμού μας προκαλεί έκπληξη, αλλά και μας πείθει ότι αυτός δεν προέρχεται από ανθρώπους· προέρχεται από τον Θεό. Ο Κύριος, προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, ευδόκησε να φανερωθεί στη γη όχι ένδοξος, λαμπρός και μεγαλειώδης, αλλά άδοξος, ασήμαντος και ταπεινός. Ως άνθρωπος προερχόταν από βασιλική γενιά (βλ. Ματθ. 1, 1-17. Αποκ. 22, 16). Αλλά η γενιά αυτή είχε από καιρό ξεπέσει. Χάνοντας τον βασιλικό θρόνο και την ηγεμονική αξία, είχε μετοικήσει από τα μεγαλόπρεπα ανάκτορα σε φτωχικές καλύβες και είχε εξομοιωθεί με τους απλούς ανθρώπους του λαού, που κέρδιζαν το ψωμί τους με τον κόπο των χεριών τους. Μην έχοντας πάρει τίποτε από την ανθρώπινη δόξα και δύναμη, ο Θεάνθρωπος δεν πήρε τίποτε και από την ανθρώπινη σοφία. Δεν είχε σπουδάσει (Βλ. Ιω. 7, 15). Όταν άρχισε να κηρύσσει, σε ηλικία τριάντα χρονών, διάλεξε δώδεκα μαθητές από την τάξη στην οποία ανήκε και ο Ίδιος (Βλ. Μαρκ. 3, 13-19). Οι μαθητές, με τα κριτήρια της πεσμένης φύσεως, ήταν επίσης «αγράμματοι και απλοϊκοί» (Πράξ. 4, 13). Τέτοια, λοιπόν, ήταν τα πρόσωπα που θα γίνονταν οι θεμελιωτές του Χριστιανισμού.

Τι παραγγέλλει και τι προαναγγέλλει αυτός ο άσημος Διδάσκαλος σ’ αυτούς τους άσημους μαθητές Του; Τους παραγγέλνει να Τον αναγνωρίσουν ως τον ενανθρωπήσαντα Θεό, να το κηρύξουν αυτό σ’ όλον τον κόσμο και να οδηγήσουν όλη την ανθρωπότητα στην υπηρεσία και την προσκύνησή Του, καταλύοντας τις άλλες θρησκείες. Τους παραγγέλλει ν’ απαρνηθούν τις επίγειες απολαύσεις, ν’ απαρνηθούν τον ίδιο τους τον εαυτό για την πίστη σ’ Αυτόν και την ένωση μ’ Αυτόν. Προαναγγέλλει ότι ο Ίδιος θα καταδικαστεί στον ατιμωτικό σταυρικό θάνατο των κακούργων και τότε θα τους ελκύσει όλους κοντά Του. Τους προειδοποιεί ότι θα μισηθούν, θα καταδιωχθούν, θα θανατωθούν, αλλά και ότι με τη διδαχή τους θα σαγηνεύσουν την ανθρωπότητα. Σταλμένοι «σαν πρόβατα ανάμεσα στους λύκους» (Ματθ. 10, 16), αυτοί, τα πρόβατα, θα καταβάλουν τους λύκους, τους ισχυρούς και τους σοφούς της γης.

Σύμφωνα με τη λογική του κόσμου, ο Χριστιανισμός δεν μπορούσε να επιβιώσει. Η πρόθεση του Θεμελιωτή του ήταν ένα ουτοπικό όνειρο της φαντασίας και της φιλοδοξίας Του. Τα μέσα για την πραγματοποίησή του ήταν ασήμαντα, παράδοξα, αστεία. Το όλο εγχείρημα φαινόταν εξαρχής παράλογο, επιπόλαιο, καταδικασμένο σε αποτυχία. Τρία μόνο χρόνια δίδαξε ο Διδάσκαλος τους μαθητές Του. Δεν φρόντισε ούτε λίγα γράμματα να τους μάθει, ώστε να διαβάζουν τουλάχιστον τη Γραφή, ούτε τη συντήρησή τους να εξασφαλίσει. Απεναντίας, μάλιστα, τους έδωσε την εντολή της ακτημοσύνης (Βλ. Ματθ. 10, 9-10) και τους υποσχέθηκε πως η θεία πρόνοια θα τους έδινε όλα όσα χρειάζονταν για την πρόσκαιρη επίγεια ζωή (Βλ. Ματθ. 6, 25-34).

Ανεξήγητη, λοιπόν, από την ανθρώπινη λογική είναι η ίδια η ίδρυση του Χριστιανισμού. Εξίσου ανεξήγητα, όμως, είναι και τα γεγονότα που ακολούθησαν την ίδρυσή του τόσο στα Ιεροσόλυμα όσο, στη συνέχεια, και σ’ ολόκληρη την οικουμένη.

Δέκα μέρες μετά την ανάληψη του Κυρίου στον ουρανό, ήρθε το Άγιο Πνεύμα στους αποστόλους και τους φώτισε (Βλ. Πράξ. 2, 1 κ.ε.), δίνοντάς τους σοφία και ικανότητες θαυμαστές: Εκείνοι που δεν μιλούσαν σωστά ούτε στη δική τους γλώσσα, όντας αγράμματοι, άρχισαν τώρα να μιλούν άπταιστα σε διάφορες γλώσσες, άρχισαν να ερμηνεύουν ορθά τις Γραφές που ποτέ δεν τις είχαν διαβάσει, άρχισαν να επιτελούν εξαίσια θαύματα

Ο Θεάνθρωπος καρφώθηκε στον Σταυρό. Η καταδίκη σε σταυρικό θάνατο ήταν εκείνη την εποχή ό,τι είναι σήμερα η καταδίκη σε απαγχονισμό. Στο ικρίωμα ανεβάζουν τους ποινικούς εγκληματίες που θέλουν να τους ατιμάσουν ακόμα και με τον τρόπο της εκτελέσεώς τους. Καρφωμένος, λοιπόν, στον Σταυρό, γυμνός και εξευτελισμένος, ο Θεάνθρωπος άρχισε ήδη να κατακτά την ανθρωπότητα, όπως το είχε προαναγγείλει: «Όταν εγώ θα υψωθώ από τη γη, όλους τους ανθρώπους θα τους τραβήξω κοντά μου» (Ιω. 12, 32). Στον Σταυρό ήταν ακόμα, και ο σταυρωμένος σαν κι Αυτόν ληστής Τον ομολόγησε Κύριο (Βλ. Λουκ. 23, 42). Στον Σταυρό ήταν ακόμα, και ο Ρωμαίος εκατόνταρχος, που Τον φρουρούσε, Τον ομολόγησε Υιό του Θεού (Βλ. Μάρκ. 15, 39).

Δέκα μέρες μετά την ανάληψη του Κυρίου στον ουρανό, ήρθε το Άγιο Πνεύμα στους αποστόλους και τους φώτισε (Βλ. Πράξ. 2, 1 κ.ε.), δίνοντάς τους σοφία και ικανότητες θαυμαστές: Εκείνοι που δεν μιλούσαν σωστά ούτε στη δική τους γλώσσα, όντας αγράμματοι, άρχισαν τώρα να μιλούν άπταιστα σε διάφορες γλώσσες, άρχισαν να ερμηνεύουν ορθά τις Γραφές που ποτέ δεν τις είχαν διαβάσει, άρχισαν να επιτελούν εξαίσια θαύματα. Τα μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου, που το αποτελούσαν ιερείς, γραμματείς, πρεσβύτεροι και άλλοι επιφανείς Ιουδαίοι, άνθρωποι μορφωμένοι και σεβαστοί, επειδή θορυβήθηκαν απ’ όλα αυτά, κάλεσαν τους απλοϊκούς, όπως τους θεωρούσαν, αποστόλους και τους ανέκριναν, για να πάρουν απαντήσεις αποστομωτικές και ν’ ακούσουν κήρυγμα πρωτάκουστο. Μη βρίσκοντας λόγια ν’ αντιπαραθέσουν στην αλήθεια, κατέφυγαν σε απειλές (Βλ. Πράξ. 4, 17, 21) και ξυλοδαρμούς (Βλ. Πράξ. 5, 40), σε φυλακίσεις (Βλ. Πράξ. 12, 1-3) και λιθοβολισμούς (Βλ. Πράξ. 7, 54-60), δείχνοντας έτσι την αδυναμία τους και τη δύναμη των αντιπάλων τους.

Μετά το Συνέδριο και ο βασιλιάς Ηρώδης άρχισε να κατατρέχει τους αποστόλους, αποκεφαλίζοντας μάλιστα έναν απ’ αυτούς (Βλ. Πράξ. 12, 1-3). Ο διωγμός που ξέσπασε στα Ιεροσόλυμα, ανάγκασε πολλούς μαθητές του Χριστού να φύγουν (Βλ. Πράξ. 11, 19). Διασκορπίστηκαν στην οικουμένη κι έριξαν παντού τους σπόρους του Χριστιανισμού, τους οποίους πότισαν με το ίδιο τους το αίμα.

Μέσα σε είκοσι χρόνια ο Χριστιανισμός είχε αγκαλιάσει όλον τον γνωστό τότε κόσμο. Μέσα σε πενήντα χρόνια οι χριστιανοί είχαν αυξηθεί τόσο, που, στον καιρό του αυτοκράτορα Τραϊανού (98-117), βρέθηκε στην Ανατολή ένα στρατιωτικό σώμα του οποίου και οι έντεκα χιλιάδες άνδρες ήταν χριστιανοί. Ο αυτοκράτορας πρόσταξε πρώτα να εξοριστούν στην Αρμενία και μετά να θανατωθούν. Δέκα χιλιάδες σταυρώθηκαν σ’ έναν ερημικό τόπο, κοντά στο βουνό Αραράτ. Οι υπόλοιποι χίλιοι εκτελέστηκαν με διάφορους άλλους τρόπους. Ο Ρωμύλος, χριστιανός αξιωματούχος του παλατιού, που διαμαρτυρήθηκε για την απάνθρωπη αλλά και άκριτη αυτή εξολόθρευση ολόκληρου στρατεύματος, αφού, με εντολή του Τραϊανού, ξυλοκοπήθηκε άγρια, αποκεφαλίστηκε.

Τον Τραϊανό μιμήθηκαν κι άλλοι Ρωμαίοι αυτοκράτορες, κυρίαρχοι τότε της οικουμένης, οι οποίοι έτρεφαν άσβεστο μίσος εναντίον των χριστιανών. Ούτε οι Κέλτες και οι Μαρκομάνοι, ούτε ο Αττίλας και ο Γκιζέριχος εξόντωσαν τόσα πλήθη στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όσα οι διώκτες των χριστιανών αυτοκράτορες.

Τρεις αιώνες κράτησε ο αιματηρός αγώνας ανάμεσα στους λύκους και τα πρόβατα. Οι λύκοι χρησιμοποιούσαν το σπαθί, τη φωτιά, τα θηρία, τις σκοτεινές φυλακές, όλα τα μέσα βασανιστηρίων και φόνων. Τα πρόβατα αγωνίζονταν με τη δύναμη της πίστεως, τη δύναμη του Πνεύματος, τη δύναμη του Θεού, υπομένοντας ως το τέλος τις πιο φρικτές κακοποιήσεις και πεθαίνοντας γενναία για τον Κύριο. Με νίκη τους έληξε αυτός ο παράδοξος πόλεμος των τριών αιώνων.

Στην αρχή του τέταρτου αιώνα η χριστιανική πίστη είχε κυριαρχήσει στον κόσμο. Μπροστά στη διδαχή των αγράμματων ψαράδων υποκλίθηκαν τόσο οι ισχυροί όσο και οι σοφοί της γης, όπως και όλοι οι λαοί της. Ο σταυρός, όργανο ως τότε ατιμωτικής τιμωρίας και φρικτού θανάτου, έγινε σημείο μέγιστης τιμής: Στολίζει τα κεφάλια και τα στήθη βασιλέων και αρχιερέων, υψώνεται στους ναούς του αληθινού Θεού, αποτελεί το σημάδι κάθε αληθινού χριστιανού, το σημάδι της πίστεως, της ελπίδας, της αγάπης του. Ποιος δεν βλέπει το θείο θέλημα, τη θεία δύναμη και τη θεία ενέργεια, που υπερβαίνουν την ανθρώπινη λογική και τις ανθρώπινες δυνατότητες, πίσω από την εμφάνιση και την εξάπλωση του Χριστιανισμού; Πραγματοποιήθηκε κάτι το υπερφυσικό, πραγματοποιήθηκε ένα έργο θεϊκό.

Αυτά τα συμπεράσματα βγάζουμε με μια γρήγορη ματιά στην ιστορία του Χριστιανισμού. Η λεπτομερής σπουδή του διαμορφώνει μέσα μας πιο σαφή πεποίθηση για τη θεϊκή του προέλευση. Αυτή η πεποίθηση, πάντως, ολοκληρώνεται και εδραιώνεται στην ψυχή μας, όταν ζούμε σύμφωνα με τις ευαγγελικές εντολές, καθώς βεβαιώνει και ο προφήτης: «Από τις εντολές Σου κατάλαβα…» (Ψαλμ. 118, 104). Η πεποίθηση που γεννιέται και ενεργεί άμεσα στην ψυχή από την τήρηση των εντολών, είναι ισχυρότερη από κάθε εξωτερικό πειστήριο. Οι ευαγγελικές εντολές ειρηνεύουν, ζωογονούν, ενισχύουν την ψυχή. Όποιος αισθάνθηκε την ενέργειά τους, απέκτησε ζωντανή πίστη στον Κύριο Ιησού Χριστό, πίστη που εκδηλώνεται μπροστά Του με την ξεκάθαρη και αποφασιστική ομολογία: «Εσύ κατέχεις τα λόγια που οδηγούν στην αιώνια ζωή. Κι εμείς έχουμε πιστέψει κι έχουμε καταλάβει πως Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του αληθινού Θεού» (Ιω. 6, 68-69).

«Φέρε το δάχτυλό σου εδώ», λέει ο Σωτήρας στον μαθητή με την ασταθή πίστη, στον μαθητή που στεκόταν άφωνος από την αμηχανία μπροστά στο μεγαλείο των έργων του Θεού. «Φέρε το δάχτυλό σου εδώ… Φέρε και το χέρι σου… Μην αμφιβάλλεις- πίστεψε!» (Ιω. 20, 27). «Ψηλαφήστε με και δείτε» (Λουκ. 24, 39). Ψηλαφήστε με, εφαρμόζοντας τις εντολές μου. Ψηλαφήστε με, ζώντας σύμφωνα με το θέλημά μου. Ψηλαφήστε με έτσι, και θα δείτε εμένα, τον Αόρατο· θα με δείτε με την πνευματική σας αίσθηση. Όποιος με ψηλαφήσει μ’ αυτόν τον τρόπο, θα βεβαιωθεί για τη θεότητά μου και γεμάτος ενθουσιασμό θα αναφωνήσει μαζί με τον αγαπημένο μου απόστολο: «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου!» (Ιω. 20, 28). Αμήν.

Πηγή: “Ασκητικές ομιλίες Α’” Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, επισκόπου Καυκάσου και Μαύρης Θάλασσας, Εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής

Ετεροαναφορά:  Alopsis