Διερχόμεθα την διακαινήσιμο εβδομάδα και η χαρά, λόγω της αναστάσεως του Κυρίου, πληροί τις καρδιές μας. Αλλά τι σημαίνει για μας τους πιστούς η ανάστασις του Κυρίου; Το ότι ανεστήθη ο Χριστός, ασφαλώς σημαίνει ότι έχομε Θεόν και ότι θα αναστηθούμε και εμείς. Διότι, εάν δεν είχε αναστηθεί ο Χριστός, όπως λέγει ο απόστολος Παύλος, θα ήταν μάταια η πίστις μας (Α’ Κορ. 15,17) και η λατρεία μας, μάταιοι οι πόθοι της καρδιάς μας, και όλα θα έμεναν εδώ.
Αλλά τι σημαίνει ειδικά για μας, που είμαστε μοναχοί, ότι αναστήθηκε ο Χριστός; Για μας ο Χριστός είναι Θεός μας, ο Κύριός μας, έχει όμως τρεις ιδιότητες, όπως θα δούμε, οι οποίες συγκεφαλαιώνουν όλη την οικονομία του και όλο το σκύψιμό του επάνω στον άνθρωπο. Οι ιδιότητες αυτές, τις οποίες ο Κύριος έχει στην απόλυτη κυριαρχία του, παριστούν την πληρότητά του εν σχέσει προς εμάς τους ανθρώπους. Ο Χριστός για μας δεν είναι κάποιος Θεός, κάποια υπόθεσις της ζωής μας, κάποιος νυμφίος της καρδιάς μας, αλλά το άπαν. Έχοντας τον Χριστόν, δεν μας λείπει τίποτε.
Ας δούμε μία προφητεία της Παλαιάς Διαθήκης που έχει σχέσι με την έλευσι του Χριστού στον κόσμο αλλά και με τον θάνατό του και την ανάστασί του. Πρόκειται για την προφητεία του Πατριάρχου Ιακώβ, ο οποίος, όταν ευλογούσε όλους τους υιούς του, απευθυνόμενος στον Ιούδα είχε πει: «Ουκ εκλείψει άρχων εξ Ιούδα και ηγούμενος εκ των μηρών αυτού, έως εάν έλθη τα αποκείμενα αυτώ» (Γεν. 49, 10). Από τους μηρούς του Ιούδα δεν θα παύσουν να γεννώνται ηγούμενοι, βασιλείς· δηλαδή δεν θα παύση ποτέ η σαρκική γέννησις εκ της φυλής Ιούδα, «εώς εάν έλθη τα αποκείμενα αυτώ», έως ότου πραγματοποιηθή ότι έχει γραφή γι’ αυτόν, ήτοι εώς ότου έλθη ο τελευταίος ηγούμενος, ο οποίος θα είναι αιώνιος. Είναι μία από τις ωραιότερες προφητείες τις αναφερόμενες εις τον Χριστόν, ο οποίος θα ερχόταν, θα εδοξάζετο, θα ετιμάτο, θα τον υπεδέχοντο με βάϊα, θα τον εθανάτωναν, θα τον έρριπταν στον τάφο, αλλά ο τάφος θα ήταν η αρχή της αναστάσεώς του. Το δε τελικό αποκείμενο νομίζω ότι είναι η αιωνιότητά Του.
Ώστε η ανωτέρω προφητεία είναι ένα προμήνυμα ότι κάποτε θα σταματήση η σαρκική γέννησις βασιλέων εκ της φυλής Ιούδα, γιατί θα έλθη κάποιος που με την ανάστασί του θα παραμείνη αιώνιος βασιλεύς. Για μας λοιπόν ο Χριστός είναι αιώνιος βασιλεύς. Για μας δεν θα υπήρξε άρχοντας, βασιλεύς -ακόμη και αν υπήρχαν πολλοί άρχοντες και ηγούμενοι του λαού-, αν δεν θα ανιστάτο ο Χριστός, ο αιώνιος βασιλεύς, ο οποίος, παρ’ ότι απέθανε και ετάφη, δεν έλειωσε, δεν διεφθάρη, δεν απέθανε. Όπως είναι δυνατόν να υπάρχουν χίλια φώτα αλλά να μην υπάρχη το ένα Φως, έτσι δεν θα μπορούσαμε να ζήσωμε και χωρίς τον ένα ηγούμενο, τον ένα βασιλέα. Αυτός ο βασιλεύς είναι ο μόνος για μας, και μας τον χάρισε η ανάστασις του Χριστού. Το όνειρο όλων των ψυχών να έχουν διαρκή ασφάλεια, μόνιμο άρχοντα, το έκανε πραγματικότητα η ανάστασις του Κυρίου.
Μία δεύτερη προφητεία συμπληρώνει την προηγούμενη, διότι ο Χριστός δεν είναι μόνον ο βασιλεύς μας, ο άρχοντάς μας, ο αυθέντης της καρδιάς μας, ο ηγούμενος του οποίου δεν υπάρχει τέλος και τον οποίον μεγαλύνομε, τον δοξάζομε, τον βλέπομε στην γη, στα σύννεφα, στον ουρανό, πέρα από τα άστρα, παντού. Η δεύτερη προφητεία βρίσκεται και αυτή στην Πεντάτευχο και έχει σχέσι με τους λόγους που απηύθυνε ο Μωυσής στους Ιουδαίους, όταν πλησίαζαν στην γη της επαγγελίας· προτυπώνει δε την ανάστασι του Κυρίου και το προφητικό του αξίωμα. Ο Κύριος στήθηκε με την γέννησί του ενώπιόν μας, σταυρώθηκε, αναστήθηκε εκ του τάφου και έμεινε πλέον αιώνιος προφήτης.
Τι σημαίνει προφήτης; Προφήτης είναι ο διδάσκαλος, ο εμπνευστής, αυτός που μεταφέρει νωπό, θα λέγαμε της τελευταίας στιγμής, το μήνυμα του Πατρός στις καρδιές των ανθρώπων. Ο προφήτης ανοίγει τα αυτιά του, για να ακούση τον Πατέρα, και αυτό που του λέγει το μεταδίδει με το δικό του στόμα στις ψυχές των ανθρώπων. Προφήτης είναι ο άρχων.
Ο Μωυσής είχε πει στους Ιουδαίους: Σε λίγο θα μπούμε στην γη της επαγγελίας, αλλά μην ξεχνάτε ότι εγώ δεν θα είμαι μαζί σας, θα μείνω εδώ. Ο Κύριος όμως ανάμεσα από τους αδελφούς σας θα αναστήση άλλον προφήτη σαν εμένα, ο οποίος θα πάρη την δική μου θέσι· αυτόν θα ακούετε (Δευτ. 18, 15). Δηλαδή εμένα με έφερε στον κόσμο, για να είμαι υποτύπωσις εκείνου τον οποίον προσδοκάτε εσείς. Αυτός θα συγκινή και θα συγκλονίζη τις καρδιές σας. Αυτός, με την ζωή του, θα σας υποδεικνύη και θα σας θυμίζη ότι πρέπει να υψωθή και για σας βωμός, από τις πέτρες με τις οποίες λιθοβολούσαν τους προφήτες.
Αυτό σημαίνει ότι ο δρόμος του Θεού θα είναι ένα μαρτύριο, μία άσκησις, μία απάρνησις, ένας αδιάλειπτος θάνατος, θα είναι ένα πέσιμο κάτω στο χώμα, για να μπορέση να αναστηθή αυτό το οποίο μπήκε μέσα στο χώμα και να γίνη κάτι το καινούργιο. Διότι ποιος από σας είναι τώρα έτοιμος να πεθάνη; Ποιος μπορεί να πέση μέσα στη φωτιά; Ποιος μπορεί να πη, κρεμάστε με; Ποιος μπορεί να πη, σκοτώστε με λιθοβολώντας με και υψώνοντας βωμό από πέτρες πάνω από το κορμί μου; Κανένας. Θα έρθη όμως αυτός που θα εμπνέη τις καρδιές σας και θα τις κάνη μαρτυρικές, ηρωικές.
Απέναντί σας, συνεχίζει ο Μωυσής, είναι η χώρα της αναπαύσεως, της καταπαύσεως, της τρυφής, η γη Χαναάν. Αλλά η πραγματική κατάπαυσίς σας και η τρυφή σας θα είναι η ανάστασις που βγαίνει από το μαρτύριο σας. Μπροστά σας θα είναι ο πρώτος και μέγας μάρτυς, ο μέγας αυτός προφήτης και διδάσκαλος, αυτός που ξεσηκώνει τις ψυχές και τα πνεύματα των ανθρώπων και τους μεταρσιώνει και τους ανεβάζει στον ουρανό. Όπως μία θύελλα, ένας ξαφνικός ανεμοστρόβιλος μπορεί να αρπάξη κάτι και να το ανεβάση ψηλά, έτσι ακριβώς είναι και ο προφήτης. Και πράγματι, γνωρίζομε πόσο ξεσήκωναν οι προφήτες τις καρδιές των Ιουδαίων.
Ο προφήτης, για τον οποίο μιλάει ο Μωυσής, είναι για μας τους πιστούς ο ξεσηκωτής μας, ο εμπνευστής μας, ο διδάσκαλός μας «ο μάρτυς μας πιστός» (Αποκ. 1,5), που πάει μπροστά για να τον ακολουθούμε· είναι αυτός που αναστήθηκε, για να μας θυμίζη ότι από τον τάφο περνάει και η δική μας ανάστασις. Η κάθε λέξις του προφήτη είναι εμπνευσμένη, καμία δεν είναι τυχαία. Ο Μωυσής δεν θα χρησιμοποιούσε την φράσι «αναστήσει εκ μέσου των αδελφών σου προφήτην» (Γεν. 18, 15), εάν δεν εννοούσε τον αναστάντα Χριστό.
Επομένως, με την ανάστασι του Χριστού επιτυγχάνεται το οριστικό τρόπαιο των καρδιών μας· οι άνθρωποι αποκτούν την οριστική δυνατότητα να διεγείρωνται. Ενώ ολόκληρη η οικουμένη είναι ψυχικά διεσπασμένη, αυτοί ενωμένοι μπορούν να δίνουν την ζωή τους για τον Θεόν. Πως θα μπορούσε ένας νέος να γίνη μοναχός, μία νεανική καρδιά των 18 ή 20 ετών να γίνη ένας νεκρός άνθρωπος φορώντας τα ράσα -τα σάβανα κατά την ανθρώπινη αντίληψι-, αν δεν είχε τον προφήτη, αν δεν είχε γεννηθή και δεν είχε αναστηθή ο τελευταίος προφήτης, ο Κύριος μας;
ο δρόμος του Θεού θα είναι ένα μαρτύριο, μία άσκησις, μία απάρνησις, ένας αδιάλειπτος θάνατος, θα είναι ένα πέσιμο κάτω στο χώμα, για να μπορέση να αναστηθή αυτό το οποίο μπήκε μέσα στο χώμα και να γίνη κάτι το καινούργιο
Ο Κύριος πάει μπροστά, είναι ο πρώτος μοναχός, ο πρώτος πατέρας, ο πρώτος Γέροντας· γι’ αυτό ο Θεός δεν ήθελε να βγάλουν βασιλέα οι Εβραίοι και τους έδινε κριτάς· ήθελε να είναι ο μόνος βασιλεύς, ο μόνος χριστός. Αυτοί όμως από την σκληρότητά τους ζήτησαν βασιλέα, και ο Θεός τους είπε: Επειδή είσθε σκληροί, θα σας δώσω βασιλέα, αλλά μία ημέρα θα σας δώσω τον τελευταίο βασιλέα, του οποίου υποτύπωσις ήταν όλοι οι προηγούμενοι βασιλείς (Α’ Βασ. 8, 5 κ.ε.). Μας έδωσε λοιπόν τον μοναδικό αυθέντη, τον μοναδικό Γέροντα, τον μοναδικό πατέρα, λέγοντας: Κανένας σας να μην κληθή διδάσκαλος, καθηγητής, πατέρας (Ματθ. 23, 8-10).
Ας δούμε τώρα την τρίτη προφητεία, τον τρισκεχαριτωμένο εκατοστό ένατο ψαλμό: «Εκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησά σε. Ώμοσε Κύριος και ου μεταμεληθήσεται· συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Ψαλμ. 109, 3-4). Έχομε εδώ προφητεία περί της αναστάσεως του Χριστού, ο οποίος θα μείνη ως ο μοναδικός αρχιερεύς. Ο Χριστός σκύβει επάνω στις καρδιές μας, τις ξεσηκώνει, τις εμπνέει, τις κάνει να χαίρωνται όταν βλέπουν το αίμα και το δάκρυ, τα στέφανα και τα βαΐα, τις κάνει να θέλουν να πηγαίνουν μαζί με τους νικητές, να εξέρχωνται στον πόλεμο μαζί με Εκείνον ο οποίος νίκησε, για να χαρίση και σε μας την νίκη.
Ο Χριστός όμως είναι και ο μέγας αρχιερεύς μας (Εβρ. 4, 14), που παίρνει την σαρκική μας ζωή και την ανεβάζει ως θυσία ευάρεστη στον Πατέρα, επάνω στο ουράνιο θυσιαστήριο. Τι μπορούμε να κάνωμε χωρίς αρχιερέα; Όταν αμαρτάνωμε, ποιος θα μας δώση την ελπίδα; Όταν πέφτωμε, ποιος θα μας σηκώση; Είμαστε μοναχοί, έχομε μέσα μας ένα πνεύμα πρόθυμο, αλλά έχομε και μία σάρκα ασθενή (Ματθ. 26, 41· Μαρκ. 14, 38). Όταν χανώμαστε στην τρικυμία των αδυναμιών μας, όταν βλέπωμε ότι «ο ου θέλομεν, τούτο ποιούμεν» (Ρωμ. 7, 16· 20), όταν θέλωμε να ενθουσιαζώμαστε αλλά τρέμωμε στο πρώτο φυλλοκάρδι του εγωισμού μας, της πικρίας μας, των παθών μας, των αδυναμιών μας, ποιος θα μας πάρη τότε και από λάσπη θα μας κάνη αγγέλους; Ποιος θα πάρη την αμαρτία μας, να την βάλη στο θυσιαστήριο και να γίνη ευάρεστο θυμίαμα που θα ανέβη στον Θεόν, οσμή η οποία θα κολακέψη τον ουράνιον Πατέρα και θα πη, τέκνο μου είναι αυτό, το προσάγω εις τους πατρικούς μου κόλπους; Μόνον ο μέγιστος αυτός αρχιερεύς. Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος και όλοι οι μεγάλοι Πατέρες μας θυμίζουν: «Έχομε αρχιερέα, ο οποίος ξέρει να μας συμπαθή» (Εβρ. 4, 15).
«Εκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησά σε». Το ημιστίχιο αυτό συνήθως το αποδίδομε στην γέννησι του Χριστού, διότι αναφέρεται στην αίδιο εκ της ουσίας του Πατρός γέννησι του Υιού. Αλλά, εν συνδυασμώ με τον επόμενο στίχο που μιλάει για την αρχιερωσύνη του Χριστού, μπορεί να αποδοθή και στην ανάστασι του Κυρίου. Ο Χριστός έγινε αρχιερεύς, αφού σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε. Με το να σταυρωθή, έγινε το θύμα και ο θύτης, επομένως ο αιώνιος αρχιερεύς μας· αιώνιος, διότι προσέφερε τον εαυτό του στο επίγειο και στο ουράνιο θυσιαστήριο, και θα προσφέρη αιωνίως κάθε θυσία που θα θέλωμε να αναβιβάζωμε εις Εκείνον. Εγώ, ο ιερεύς, ως άνθρωπος δίνω τα χέρια μου, το στόμα μου και την καρδιά μου την μολυσμένη από την αμαρτία, τους λογισμούς μου και τα λόγια μου τα βρωμισμένα από τις τρικυμίες της καρδιάς μου, και ο Χριστός όλα αυτά τα δέχεται. Μην κουράζεσαι, μας λέγει· εσύ, δώσε μου μόνον τα λόγια σου και τα χέρια σου τα βρώμικα, και εγώ θα πάω στον Πατέρα, δυνάμει της σταυρικής μου θυσίας και της τελικής μου εις τον αιώνα αρχιερωσύνης «κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Εβρ. 5, 6), την οποία πέτυχα με την ανάστασί μου. Ναι θάφτηκα, αλλά και αναστήθηκα και έγινα αρχιερεύς σας εις τον αιώνα και θυσιάζω διηνεκώς για σας.
«Εκ γαστρός, προ εωσφόρου εγέννησά σε». Εωσφόρος είναι ο εωθινός αστέρας που βγαίνει προ της ανατολής του ηλίου, προ της αυγής. Επομένως, νύκτα, προτού ακόμη χαράξη, ξεπετάχτηκα, λέγει, μέσα από την γαστέρα, από την κοιλιά του τάφου μου, και μένω από τότε αιώνιος δικός σας αρχιερεύς. Βλέπομε ότι η κάθε λέξις μαρτυρεί την αιωνιότητα του Χριστού, την αρχιερωσύνη του, αλλά και προφητεύει την ανάστασί του εκ του τάφου.
Είναι γνωστό ότι ο τάφος θεωρείται η δευτέρα γαστήρ. Εκ της γαστρός αυτής ο άνθρωπος εγείρεται και πηγαίνει στην αιώνια κατοικία του. Εντεύθεν, κάποιοι πρωτόγονοι λαοί έκαναν τους τάφους τους κατ’ απομίμησιν της γαστρός των γυναικών, και έθαβαν τους νεκρούς τους όπως το έμβρυο μέσα στην γαστέρα (Βασιλείου Βελλά, Εβραϊκή Αρχαιολογία, εκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1980, σελ. 79).
Μέσα στην νύκτα λοιπόν, λέγει ο Κύριος, προτού χαράξη, αναστήθηκα. Πράγματι, το ξεύρομε ότι ο Χριστός αναστήθηκε μέσα στην νύκτα, προ εωσφόρου. Έτσι, δεν δέχεται μόνον την ωραιότητα της καρδιάς μας και της παρθενίας μας και την ανεβάζει με την βασιλική του ιδιότητα στους ουρανούς, δεν προσλαμβάνει μόνος τις αδυναμίες μας και τις μετατρέπει σε δύναμι δια του προφητικού του αξιώματος, αλλά με την αρχιερωσύνη του δέχεται ακόμη και την ακολασία μας, και την κατάπτωσί μας, και την λάσπη μας, και την ατίμωσή μας, και, έχοντας όλα αυτά, μας διατηρεί αναστημένους εν αυτώ. Επομένως, η ανάστασις του Χριστού είναι ένα ιδιαίτερο δώρο για μας τους ανθρώπους, το τελευταίο θα λέγαμε εκ των επιγείων δώρων του Κυρίου, διότι από εδώ και στο εξής τα υπόλοιπα τα έκανε, αφού μετέστη εκ της γης.
Ο Χριστός λοιπόν είναι το άπαν για μας, είναι το μοναδικό πρόσωπο, ο εις Υιός και Λόγος του Θεού, ο οποίος έγινε βασιλεύς, προφήτης και αρχιερεύς, εις έκφρασιν του τελείου και εις μίμησιν της τριαδικότητος του ενός Θεού. Οι τρεις αυτές ιδιότητες του δείχνουν ότι εμείς δεν μπορούμε από εδώ και στο εξής να χωρισθούμε από τον Χριστόν, τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα.
Αλλά ας θυμηθούμε μερικές ακόμη προφητείες, που αναφέρονται στον θάνατο του Κυρίου. Ο μεγάλος ουρανοφάντωρ προφήτης Ησαΐας, ο πέμπτος αυτός ευαγγελιστής, λέγει: «Ο ωραίος κάλλει» (Ησ. 63, 1), που δεν έχει πλέον ομορφιά διότι τον είχαν καταστήσει σαν ένα σκουπίδι, αυτό το χάρμα των οφθαλμών και το εντρύφημα των καρδιών, που το κατέστησαν σαν κάτι βδελυκτό και μισητό και κανείς δεν μπορούσε να το κοιτάζη εκτός από μερικούς που τον κοίταζαν και τον έφτυναν, ο Πατήρ εδέχθη να μπη στον τάφο υπό των παρανόμων, επειδή «βούλεται δείξαι αυτώ φως και πλάσαι τη συνέσει» (Ησ. 53, 2-3· 11-12)· εκ του τάφου δηλαδή θα βγη το φως. Ο Πατήρ θα έμενε άγνωστος, αφώτιστος, εάν δεν ερχόταν το δεύτερο, ομοούσιο και συναΐδιο φως, το φως του Χριστού. Και ο Χριστός θα έμενε ανερμήνευτος σε μας, εάν δεν απεκαλύπτετο το τρίτο φως, το οποίο ήλθε αφού πλέον είχε αναληφθή ο Κύριος, η χαρά των ανθρώπων, το χάρμα των καρδιών. Συνέφερε λοιπόν να φύγη ο Χριστός, για να έλθη δι’ αυτού και εκ του Πατρός το καινούργιο αυτό φως, το Πνεύμα το Άγιον. Ώστε το φως που μας φωτίζει, που μας δίνει ζωή, οντότητα, αρχίζει από τον τάφο. Ο τάφος είναι η αφετηρία του δικού μας φωτός. «Δείξαι φως» ή «δώσαι φως», σύμφωνα με άλλη γραφή, σημαίνει, ο Πατήρ θα δώση πάλι το φως εις τον Υιόν, θα του ανοίξη πάλι τα μάτια τα κλειστά, τουτέστι θα του δώση πάλι την ζωή, θα αναστηθή δηλαδή ο Χριστός. Είναι προφητεία του Ησαΐα περί της αναστάσεως του Χριστού.
«Και πλάσαι». Τι θα πλάση; Δεν το λέγει ο προφήτης, το αποσιωπά, για να μη γίνη ακατανόητο το πνευματικό του νόημα· μόνον λέγει, θα πλάση «τη συνέσει», δηλαδή τη καινούργια γενεά, θα φέρη τον καινούργιο τρόπο της πνευματικής γεννήσεως, την γέννησι εκ του τάφου, εκ της κολυμβήθρας και της παρθενικής ζωής. Επομένως, η Εκκλησία ανέβλυσε από τον τάφο δια του βαπτίσματος. Αλλά και ότι εκλεκτότερο έχει ο κόσμος βγαίνει εκ του ιδίου τάφου, εκ του φωτός του αναπεμπομένου, εκ της «πλάσεως», εκ της γενεάς των παρθένων.
Ο προφήτης σιωπά και δεν λέγει τι «βούλεται πλάσαι» ο Πατήρ, διότι ποιος μπορεί να καταλάβη πως γεννώνται παρθενικώς οι ψυχές; Πόσοι μπόρεσαν να καταλάβουν πως η Παρθένος γέννησε τον Χριστόν; Πόσοι μπορούν να καταλάβουν ότι η παρθενία μας είναι ένας γάμος και μια γέννησις Πνεύματος Αγίου; Πόσοι μπορούν να καταλάβουν ότι εκ των πνευμάτων μας και εκ των καρδιών μας, όχι εκ των μηρών, γεννάμε τον Χριστόν και δίνομε στον κόσμο το φως του Αγίου Πνεύματος; Όλα αυτά είναι κρυμμένα μέσα στον τάφο του Χριστού. Τα τάγματα, τα οποία θα γίνονταν οι δικοί του μάρτυρες, οι δικοί του όσιοι, οι νύμφες του ουρανίου νυμφίου, είναι κρυμμένα μέσα στον τάφο. Δεν υπήρξε ωραιότερο θησαυροφυλάκιο από τον τάφο του Κυρίου, και ωραιότερο άνοιγμα από το άνοιγμα του τάφου του Χριστού. Δεν μας θυμίζει, το κρύψιμο αυτό, τα μυστήρια τα αποκεκρυμμένα από του αιώνος (Κολ. 1, 26); Δεν μας θυμίζει αυτό που έλεγε ο ίδιος Κύριος, «όσα επιθύμησαν οι προφήτες και οι άγιοι να δουν και να καταλάβουν (Ματθ. 13. 17), θα τα καταλάβουν τα απλά παιδάκια, οι ψυχούλες οι παρθενικές, οι ανυπολόγιστες από τον κόσμο», στις οποίες όμως ακουμπά όλος ο ουρανός και εμπνέει τα σωθικά τους και τις κάνει μύστες των ουρανίων και των αιωνίων;
Γι’ αυτό ας τελειώσουμε με την προφητεία για τον κεκρυμμένον Χριστόν. Ο Χριστός είναι ο μόνος θησαυρός μας· επειδή όμως δεν τον καταλαβαίνει κανένας, είναι ο μόνος μυστικός θησαυρός μας. Ποιος μπορεί να καταλάβη την αγάπη μας για τον Χριστόν; Ποιος μπορεί να καταλάβη τα δάκρυά μας για τον Χριστόν; Ποιος μπορεί να καταλάβη ότι αποθνήσκουμε αληθώς καθ’ ημέραν (Α’ Κορ. 15, 31) και κατά νύκτα γι’ αυτόν; Γι’ αυτό λέγει ο προφήτης ότι ο Χριστός θα είναι σαν ένα μαχαίρι, που το κρύπτει ο Πατήρ κάτω από το χέρι του (Ησ. 49, 2)· θα είναι μάχαιρα η οξεία, η ρομφαία η οποία θα μπορή να σφάζη τους εχθρούς αλλά και, όταν μπήγεται μέσα στις καρδιές των ανθρώπων, θα τις κάνη καινούργιες και θα βγάζη τον Θεόν. Η μάχαιρα, που την κρύβει η παλάμη του Θεού, είναι ωραιότατη εικόνα του Χριστού κεκρυμμένου από τα μάτια των ψυχικών και σαρκικών ανθρώπων. Αυτόν τον Χριστόν ο Θεός θα τον αποκαλύπτη μόνον στα νήπια, τα οποία τον διάλεξαν και τον έβαλαν στις καρδιές τους.
Ο Χριστός είναι επίσης βέλος εκλεκτό (Ησ. 49, 2), που το κρύβει ο Πατήρ μέσα στην φαρέτρα, ώστε στην ανάγκη να το βάλη στο τόξο και να τοξεύση τον εχθρό· η, εάν θέλετε, είναι το εκλεκτό βέλος που θα τοξεύση την δική μας καρδιά. Γι’ αυτό άλλωστε λέμε ότι η καρδιά μας είναι χίλιες φορές λογχισμένη από το βέλος του Χριστού, όπως μαρτυρεί η Αγία Γραφή και η Εκκλησία μας (Άσμα 2, 5· 5, 8 κ.α.). Για μας ο Χριστός είναι όλα τα ανωτέρω, και προ πάντων ο κρυμμένος θησαυρός μας, που δεν τον καταλαβαίνουν οι άνθρωποι, τον καταλαβαίνουν όμως οι δικές μας ψυχές.
Και σας ερωτώ: Εάν ο ουράνιος Πατήρ γεννά αιδίως τον Υιόν και τον σκεπάζει, για να τον σώζη από τους εχθρούς χάριν των εκλεκτών καρδιών, δεν αξίζει οι καρδιές οι δικές μας να ζουν και να πεθαίνουν για τον Χριστόν, για να τον κρατήσουν μυστικά μέσα τους, ώστε να μην τον πάρουν οι εχθροί και τον θανατώσουν; Εάν ο ουράνιος Πατήρ, παρ’ όλη την μεγαλοπρέπειά του, την αιωνιότητά του, την πατρότητά του, την απανταχού παρουσία του, έχη φαρέτρα, για να κρύβη το βέλος, τον Χριστόν, τον παντοδύναμον Κύριον, πόσο μάλλον αξίζει να έχωμε και εμείς κλειστό το στόμα μας, κλειστά τα μάτια μας στην φύσι και στον κόσμο, και ανοικτά μόνον στον ουρανό, κλειστά τα χέρια μας σε κάθε τι που θυμίζει ανθρώπινη αγάπη; Έτσι θα γίνωνται φαρέτρα όλα αυτά, και θα μπαίνη εκεί μέσα μόνον το βέλος, ο Χριστός· το βέλος, που θα νικά τους εχθρούς μας, τα πάθη μας, τους δαίμονες, τα έθνη, που θα συντριβή την παγωνιά της καρδιάς μας και θα της ανάβη τον πυρφόρο θείο έρωτα.
Ας μας αξιώση ο Θεός, όπως ο Πατήρ, έτσι και εμείς να είμαστε τέτοιες παλάμες που θα κρύβουν αυτόν τον θησαυρό, και τέτοιες φαρέτρες που θα κρύβουν αυτό το βέλος. Το βέλος και η μάχαιρα θυμίζουν κάτι πολύ δυνατό, κάτι που δίδει την νίκη, η οποία για μας είναι ο αναστάς Χριστός.
Απόσπασμα από το βιβλίο: «Λόγοι εόρτιοι μυσταγωγικοί», Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου, Εκδόσεις Ίνδικτος, 2014, σελ. 71-82