Παναγιώτας Παπακώστα–Τρικαλιώτη φιλολόγου
Άρθρο στην Ενωμένη Ρωμηοσύνη
«Μεγας νούς» ο Μεγας Φώτιος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, μία πολυσύνθετη προσωπικότητα, η οποία διακρίθηκε για τήν υπεράσπιση των ορθών δογμάτων τής ορθοδόξου πίστεως, τήν εμπνευσμενη συμβολή στο αποστολικό έργο τού Βυζαντίου, τή βαθυτάτη φιλολογική και θεολογική μόρφωση. Από το έργο του «Αμφιλόχια», αυτή τή συλλογή θα αποδώσουμε στή νεοελληνική τήν ερώτηση ΟΒ! (72): ΕΡΩΤΗΣΗ: «Όταν ο θεσπέσιος Παύλος λέη «ο Αδάμ δεν εξαπατήθηκε, ενώ η γυναίκα αφού εξαπατήθηκε παρέβη τήν εντολή, θα σωθή διά τής τεκνογονίας κ.τ.λ.» πώς πρέπει να εννοούμε το «η γυναίκα θα σωθή διά τής τεκνογονίας;»
ΑΠΑΝΤΗΣΗ: «Τή διδασκαλία τού περί τού ότι η γυναίκα οφείλει να είναι υποταγμενη στον άνδρα και να μαθαίνη μάλλον παρά να επιχειρή να διδάσκη, εκείνος πού έγινε γιά όλους τα πάντα, δηλαδή ο Παύλος, και από άλλα πολλά απέδειξε δίκαιη και συμφέρουσα και τώρα λέει, «πριν από τή γυναίκα πλάσθηκε ο άνδρας». Στη συνέχεια αναφέρει τήν σπουδαιότερη αιτία «Και ο Αδάμ δεν εξαπατήθηκε, αλλά η γυναίκα», αφού άνοιξε διάπλατα τήν ψυχή της στο δόλωμα και αφού τή διαπέρασε πέρα ως πέρα το άγκιστρο τής απάτης, διεβίβασε τήν πληγή και τή βλάβη από αυτήν τήν πράξη της και στον άνδρα γι αυτό ακριβώς είναι αταίριαστο στη γυναίκα το να διδάσκη επειδή, όταν έβαλε τον εαυτό της στην τάξη τού διδασκάλου, οδήγησε έξω από τον Παράδεισο τον αρχηγό τού γένους μας.
Γι αυτό έχει λεχθή πώς ο Αδάμ δεν εξαπατήθηκε, επειδή όχι αυτός αλλά η Εύα, με το να γίνη όργανο τού εχθρού μετά το φίδι, οδήγησε στην απάτη δεύτερον, επειδή αυτός (ο Αδάμ) δεν συγκατατέθηκε στούς απατηλούς και κολακευτικούς λόγους τού φιδιού και ούτε φυσικά πείσθηκε ότι ο φιλάνθρωπος Δεσπότης και Προνοητής τούς φθονούσε και γιά τήν ευδαιμονία πού απελάμβαναν και γιά τή θέωση αλλά αυτή τήν παράνομη συμβουλή εναντίον τού Πλάστη η Εύα αφού τήν άρπαξε και με τήν ακοή και με τήν εσωτερική της διάθεση, έφαγε από το απαγορευμένο δένδρο και προσκαλούσε και τον άνδρα να δοκιμάση. Εκείνος, τροφή πού η γυναίκα τού βεβαίωνε ότι διέφερε ως προς τή γλυκύτητα και τήν ευχαρίστηση, όπως ήταν φυσικό, δοκίμασε κι έπεσε στα δίκτυα τής παραβάσεως κι επειδή νόμισε ότι η βοηθός προέτρεπε σε πράγμα συμφέρον και ωφέλιμο γι αυτό θα μπορούσαμε να πούμε όχι άστοχα πώς δεν εξαπατήθηκε ο Αδάμ.
Γιατί βέβαια πολλοί άνθρωποι διαφέρουν μεταξύ τους όταν κάνουν τήν ίδια αποτρόπαιη πράξη, όχι όμως με το ίδιο κι όμοιο φρόνημα. Αυτός πού πρώτα μελέτησε και διέκρινε, ύστερα απέρριψε το καλύτερο και στράφηκε στο χειρότερο διαλέγοντας το φαύλο, κάνει το παράπτωμά του ασυγχώρητο εκείνος, όμως, πού τίποτε από αυτά δεν έκανε, αλλά από συμμετοχή στην πράξη και μόνο ολίσθησε, μπορεί από πολλές πλευρές να προσελκύση το έλεος και τήν άφεση έτσι συνέβη κι εδώ.
Η Εύα, αφού μελέτησε όλα αυτά και τρόχισε τούς λογισμούς της στη διαβολή κατά τής εντολής τού Θεού, προχώρησε αμέσως στην αθέτησή της ενώ ο Αδάμ δεν ατίμασε καθόλου προηγουμένως τον νόμο πού τού δόθηκε, παρά μόνο παρασύρθηκε ύπουλα στην παράβαση γι αυτό θα μπορούσε να ειπωθή ότι ο Αδάμ δεν εξαπατήθηκε. Και θα μπορούσε να επιβεβαιώση αυτό, το γεγονός ότι αυτός υπάκουσε σε γλώσσα ομόφυλη και οικεία και πού δεν είχε αποδειχθή σφαλερή σε πολλές περιστάσεις ενώ αυτή (η Εύα) φανερά αιχμαλωτίσθηκε σέ φωνή αλλόφυλη (τού φιδιού) και ασυνήθιστη να ομιλή κι έτσι παγιδεύτηκε στη μοχθηρία. Λοιπόν και γι αυτόν τον λόγο επίσης ισχυριζόμαστε ότι ο Αδάμ δεν εξαπατήθηκε ενώ η γυναίκα εξαπατήθηκε και έπεσε στην παράβαση και οι δύο υπήρξαν παραβάτες αλλ’ όμως προηγήθηκε η παράβαση τής γυναίκας. Και μάλιστα αποδείχθηκε αυτή ένοχη διπλής παραβάσεως, και τής δικής της και εκείνης στην οποία ώθησε επίμονα τον άνδρα της . Στη συνέχεια, «Η γυναίκα θα σωθή διά τής τεκνογονίας», δηλαδή, η γυναικεία φύση· γι’ αυτό, βέβαια, το ρητό του Αποστόλου έβαλε στη θέση της Εύας της γυναίκα.
Γιατί ασφαλώς η διαπαιδαγώγηση των παιδιών και η θεάρεστη πρόνοια και επιμέλεια γι αυτά αποτελεί ένα δίκαιο λόγο γιά να ανακληθή η σφαλερή διδασκαλία τής Εύας προς τον Αδάμ. Δίδαξα λανθασμένα τον άνδρα; Αλλά παιδαγωγώ ορθά και (μεγαλώνω) ανατρέφω τα παιδιά
Λέγουν μερικοί ότι ο Απόστολος, λέγοντας τεκνογονία, εννοεί τήν επιμελή φροντίδα και πρόνοια γιά τα τέκνα, μέσω τής οποίας και οι ίδιοι οι σύζυγοι στηριζόμενοι με τήν αμοιβαία πίστη και αγάπη, θα επιτύχουν από κοινού τον αγιασμό και τή σωφροσύνη και είναι φανερό πώς οι μητέρες πού παιδαγωγούν προς τις αρετές τα τέκνα τους, μελετούν και εξασκούν επιμελώς τα ίδια πράγματα με αυτά διαλύουν τήν κατηγορία τής παραβάσεως. Γιατί αυτό είπε ο διδάσκαλος τής οικουμένης «Θα σωθή όμως διά τής τεκνογονίας». Γιατί ασφαλώς η διαπαιδαγώγηση των παιδιών και η θεάρεστη πρόνοια και επιμέλεια γι αυτά αποτελεί ένα δίκαιο λόγο γιά να ανακληθή η σφαλερή διδασκαλία τής Εύας προς τον Αδάμ. Δίδαξα λανθασμένα τον άνδρα; Αλλά παιδαγωγώ ορθά και (μεγαλώνω) ανατρέφω τα παιδιά. Καταδικάζει εκείνο το σφάλμα; Πώς δεν θα μπορούσε να γίνη μάλιστα στον δίκαιο και φιλάνθρωπο Κριτή αφορμή συγγνώμης και λύση τής τιμωρίας, αυτό πού συνιστά κατόρθωμα κοντινό προς το λάθος;
Γι αυτό ακριβώς η γυναικεία φύση πιασμένη γερά από αυτήν τήν τεκνογονία και επιδιώκοντας αυτήν διαλύει και αποσείει από πάνω της τήν κατηγορία πού προήλθε από τήν απάτη και τήν τιμωρία και ότι (μάλιστα) ο Απόστολος συνηθίζει να ονομάζη τεκνογονία και μάλιστα τεκνοτροφία τή σωτήρια επιμέλεια γύρω από τήν ανατροφή των παιδιών, είναι φανερό και από εδώ. Θέλοντας, δηλαδή, να ανεβάση στην τάξη των χηρών όσες έχουν στερηθή τον άνδρα, λέει: «Χήρα άς συναριθμηθή γυναίκα όχι λιγότερο από εξήντα χρόνων» έπειτα γιά να δείξη ποιές πνευματικές προϋποθέσεις θα πρέπη να έχη, λέει: «Άν ανέθρεψε τα παιδιά της, αν ένιψε πόδια αγίων, αν συμπαραστάθηκε στούς θλιβομένους» και πρόσεξε πώς συνέταξε και συναρίθμησε με τή διακονία των αγίων και τή φιλοξενία και με το λαμπρό κατόρθωμα τής ελεημοσύνης, τή σπουδή γιά τήν κατά Χριστόν παιδαγωγία των παιδιών αλλ’ αυτοί μεν έτσι εκλαμβάνουν τήν τεκνοτροφία και τήν τεκνογονία.
Δεν θα ήταν απρεπές, ίσως, να εννοήσουμε τεκνογονία, εκείνη κατά τήν οποία η ευσεβής επιθυμία γιά τα σπουδαία έργα και κατορθώματα, αφού συλλάβει πνευματικά τον ορθό λόγο τής αληθείας, γεννά με καθαρές και αμόλυντες πνευματικές ωδίνες και πληθαίνει το όντως ευγενέστατο γέννημα μέσω αυτής τής τεκνογονίας επανορθώνεται όλο το προγενέστερο ελάττωμα.
Πράγματι, αυτές πού περνούν γιά να γεννήσουν τέτοιες πνευματικές ωδίνες, απέκτησαν πολλούς υιούς και θυγατέρες σύμφωνα με αυτήν τήν υιοθεσία βλέπουμε και στη στείρα «να τίκτη επτά», και να ξεπερνά σε δόξα και προκοπή τήν πολύτοκη αυτές (οι γυναίκες) μεταφέροντας στον εαυτό τούς το «πληθύνεσθε και αυξάνεσθε» τής Παλαιάς Διαθήκης κατά τρόπο θεοπρεπέστερο, καταδεικνύουν πλουσιωτάτη τή Δεσποτική ευλογία μέσα στις ψυχές τους αυτού του είδους η τεκνογονία δεν περιορίζει τή διάλυση τής απάτης μόνο στις γυναίκες πού τεκνοποιούν μετά από ερωτική αναστροφή, αλλά διαβιβάζει τή διόρθωση τού σφάλματος και στις άλλες γυναίκες και μάλιστα στις παρθένους, διότι σώζονται όλες με μία τέτοια τεκνογονία, όσες βαρύνονταν από το προγονικό ελάττωμα, με το να αποθέτουν δικαιωματικά το αίσχος τής απάτης και το φορτίο της και με το να πληθαίνουν τα τέκνα τής Εκκλησίας με τον δικό τους τοκετό και συντελούν στο να δοξάζεται ο ουράνιος Πατέρας από όσους προσβλέπουν σ αυτές κι εξετάζουν το πνευματικό κάλλος των έργων τους, λαμπρυνόμενες με τήν πίστη και τήν αγάπη και με τον αγιασμό πού επιτυγχάνεται μέσω τής σωφροσύνης κι έτσι, νομίζω, αυτοί εκλαμβάνουν τον λόγο τού Αποστόλου κατά τρόπο θεωρητικώτερο.
Άλλοι όμως εκλαμβάνοντας τήν τεκνογονία κατά τρόπο ιερώτερο και θεοπρεπέστερο, θεολογούν σχετικά με το Μυστήριο τής Γεννήσεως τού Σωτήρα μας από τήν Παρθένο με αυτήν τήν τεκνογονία δεν δοξάσθηκε μόνον η φύση των γυναικών και απεκδύθηκε τήν ύβρη και τήν καταδίκη πού προέρχονταν από τήν απάτη, ζώντας με πίστη και αγάπη και αγιασμό, ο οποίος είναι καρπός τής σωφροσύνης, αλλά και ολόκληρο το ανθρώπινο γένος με τα θεληματικά παθήματα τού γεννηθέντος Υιού Τής ανακλήθηκε από τήν αμαρτία και καταξιώθηκε να ζή και να απολαμβάνη κατά πολύ ανώτερα απ όσο προπτωτικά.
Θέλεις μήπως να μάθης καλύτερα πώς η γυναίκα με αυτήν τήν τεκνογονία πού είπαμε διέφυγε τήν τιμωρία τής απάτης και έλαβε το δώρο τής συγχωρήσεως; Αυτές πού προηγουμένως νικήθηκαν από τή χαυνότητα και άνοιξαν τα ώτα στούς ψιθυρισμούς τού όφεως, όταν αυτή η ιερή και αληθινά παράδοξη τεκνογονία ήλθε στον κόσμο, αντιστρατεύθηκαν σε τυραννικές γλώσσες πού ρητόρευαν τήν ασέβεια κι αφού θριάμβευσαν υπομένοντας ποινές φρικωδέστατες όχι μόνο στην όψη και στην πείρα, αλλά ακόμα και στα λόγια, σε πολλές περιστάσεις πολλές φορές έφεραν εις πέρας (τούς) άθλους και (τούς) αγώνες καθόλου κατώτερους από εκείνους των ανδρών και αναδείχθηκαν διδάσκαλοι τής ευσεβείας όχι μόνο των γυναικών, αλλά και των ανδρών και υπέστησαν τις πικρές τιμωρίες γιά χάρη τού Χριστού και τούς θανάτους και τις σφαγές με γενναίο φρόνημα, χωρίς ίχνος δειλίας, γεμάτες από θεϊκή χαρά κι ευφροσύνη.