Στα τελευταία του, παρά τον κόσμο που τον απασχολούσε όλη την ημέρα, έκανε πάνω από 40 κομποσχοίνια τριακοσάρια μετρητά, εκτός από τον κανόνα και την ακολουθία του.
Το ψαλτήρι το χώριζε σε τρία μέρη και το τελείωνε σε τρεις ημέρες. Σε κάθε ψαλμό προσευχόταν για την αντίστοιχη κατηγορία ανθρώπων, σύμφωνα με τις περιπτώσεις που ο Όσιος Αρσένιος είχε χωρίσει τους ψαλμούς, και μνημόνευε ονόματα. Με αυτόν τον τρόπο δεν κουραζόταν να διαβάζη ακόμη και 6-7 καθίσματα συνεχόμενα.
Την Μεγάλη Εβδομάδα κάθε χρόνο, για να συμμετέχη περισσότερο στα Πάθη του Χριστού, διάβαζε τα Ευαγγέλια των Παθών. Από την σύλληψη του Χριστού ως την Αποκαθήλωση, δηλαδή την Μ. Πέμπτη τη νύχτα ως την Μ. Παρασκευή εσπέρας, ούτε καθόταν, ούτε κοιμόταν, ούτε έτρωγε. Μάλιστα έλεγε ότι αξίζει περισσότερο να βιάσουμε τον εαυτό μας σε ασιτία αυτό το διήμερο (Μ. Παρασκευής, Μ. Σαββάτου) παρά το τριήμερο (της Καθαράς Δευτέρας). Μόνο έπινε λίγο ξύδι για να θυμηθή το Δεσποτικό όξος. Αυτές τις μέρες δεν άνοιγε σε κανέναν. Έμενε κλεισμένος στο Κελλί του και ούτε του έκανε καρδιά να ψάλλη. «Πρώτη φορά ένιωσα μια τέτοια κατάσταση», είπε τελευταία στην «Παναγούδα»
Απόσπασμα από το βιβλίο «Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου» – Ιερομονάχου Ισαάκ, Ιερόν Ησυχαστήριον Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, Μεταμόρφωσης Χαλκιδικής, Άγιον Όρος, 2009