Μιλούμε συχνά στην Εκκλησία για την πτώση του ανθρώπου και τον θάνατο που ήρθε σαν αποτέλεσμα της πτώσεως. Προηγήθηκε ο πνευματικός θάνατος και ακολούθησε ο σωματικός. Η ψυχή έχασε την άκτιστη Χάρη του Θεού, ο νους έπαυσε να έχη σχέση με τον Θεό και εσκοτίσθη. Μετέδωσε δε αυτήν την σκότωση, την νέκρωση, και στο σώμα.
Η ψυχή με την πτώση γέμισε από πάθη, το σώμα ομοιώθηκε με τα κτήνη. Ο άνθρωπος φόρεσε τους δερμάτινους χιτώνες της φθοράς και της θνητότητος και ομοιώθηκε με τα άλογα ζώα. Αυτή η ασθένεια, η δέσμευση, η ακαθαρσία και η νέκρωση της ψυχής περιγράφεται θαυμάσια στα πατερικά έργα. Κάθε αμαρτία είναι επανάληψη της αμαρτίας του Αδάμ και με κάθε αμαρτία δοκιμάζουμε τον σκοτασμό και την νέκρωση της πεπτωκυίας ψυχής. Ας δούμε όμως λίγο αναλυτικότερα αυτές τις πτωτικές καταστάσεις της ψυχής.
Όταν ο άνθρωπος αφήνη ελεύθερες τις αισθήσεις και δια των αισθήσεων ο νους διαχέεται έξω από την καρδία, τότε έρχεται η δέσμευση της ψυχής. «Η λύσις των αισθήσεων, δεσμός γίνεται της ψυχής». Αυτή η δέσμευση ισοδυναμεί με τον σκοτασμό. Η δύση του ηλίου δημιουργεί την νύκτα. Και όταν ο Χριστός υποχωρήση από την ψυχή και καταλαμβάνει αυτήν ο σκοτασμός των παθών, τότε «και οι νοητοί θήρες αυτήν διασπαράττουσι»[1]. Η ψυχή περιπίπτει σε αδιαπέραστο σκότος και οι δαίμονες ενεργούν σ αυτήν. Ο άνθρωπος βρίσκεται σε ασέληνον νύκτα.
Αυτό συνιστά και την ασθένεια της ψυχής. Ο όσιος Θαλάσσιος λέγει ότι ασθένεια της ψυχής είναι η έξη της κακίας, ενώ θάνατος η κατ ενέργειαν αμαρτία [2]. Ασθενούσα η ψυχή οδηγείται ολίγον κατ ολίγον στον θάνατο.
Η ασθένεια της ψυχής είναι στην πραγματικότητα η ακαθαρσία της ψυχής. Ακαθαρσία της ψυχής είναι το να μη ενεργή κατά φύσιν. Από αυτήν την κατάσταση δημιουργούνται μέσα στον νου οι εμπαθείς λογισμοί [3]. Ψυχή ακάθαρτη, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι μια ψυχή που είναι γεμάτη από λογισμούς και επιθυμίες και μίση [4].
Ο Ησύχιος ο Πρεσβύτερος περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο ασθενεί η ψυχή και τελικά θανατούται. Ενώ η ψυχή δημιουργήθηκε από τον Θεό απλή και αγαθή, ευχαριστείται με τις προσβολές του διαβόλου και «απατωμένη προστρέχει, ως καλώ, τω χείρονι» και κατ αυτόν τον τρόπο αναμιγνύει, δια της φαντασίας, τους δικούς της λογισμούς με την προσβολή του δαίμονος. Και στην συνέχεια συγκατατίθεται και προσπαθεί δια του σώματος να διαπράξη «το οφθέν αυτή ανόμημα κατά διάνοιαν» και έρχεται στην κατάκρισή της [5].
[1] Θεολήπτου Μητροπολίτου Φιλαδελφείας, Φιλοκαλία Δ, σελ. 6
[2] Φιλοκαλία Β, σελ. 215, πθ
[3] αγ. Μαξίμου, Φιλοκαλία Β, σελ. 32, λε
[4] Φιλοκαλία Α, σελ. 5, ιδ
[5] ένθ. ανωτ. Α, σελ. 148, μγ
Απόσπασμα από το βιβλίου του ιδίου: Ορθόδοξη Ψυχοθεραπεία, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου, 2008