Home ΑΡΧΕΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΝΗΠΤΙΚΟΙ Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής, Περί εργασίας

Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής, Περί εργασίας

833
O Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής με την συνοδεία του
O Γέροντας Ιωσήφ ο ησυχαστής με την συνοδεία του

Ο Γέροντας ήταν πρόθυμος παντού και σ’ όλα. Πρώτος στις αγρυπνίες, πρώτος στην εκκλησία, όταν είχαμε Λειτουργία, πρώτος και στο διακόνημα. Δίδασκε διαρκώς με το παράδειγμά του. Εργαζόταν πολύ και σταματούσε μόνο στις ώρες που επέτρεπε το πρόγραμμα. Μου έλεγε ο Γέροντας:

– Όταν γνωρίζη, ο υποτακτικός ότι με το διακόνημα δουλεύει για τον Θεό, γίνεται πρόθυμος.

Γι’ αυτό πρωΐ-πρωΐ, μόλις χάραζε έπιανε το εργόχειρό του. Κατά το πατερικό: «έργασαι σώμα ίνα τραφής, νήφε ψυχή μου ίνα σωθής». Γιατί το έκανε αυτό ο Γέροντας; Και για παράδειγμα δικό μας, αλλά και επειδή το εργόχειρο είναι ευλογημένο και βοηθάει στους λογισμούς.

Όταν κανείς δεν έχει εργόχειρο, το μυαλό του συνεχώς σκέπτεται πότε το ένα, πότε το άλλο, θέλει να μιλάη, να αργολογή, αφού είναι πολύ φυσικό ότι κάτι πρέπει να κάνη ο άνθρωπος. Κι’ αν δεν εργάζεται, πρέπει να εργάζεται η γλώσσα του με το όνομα του Ιησού, να εργάζεται το μυαλό του αδολεσχώντας με τα θεία.

Μας εξιστόρησε κάποτε το ακόλουθο γεγονός.

Ήταν ένας αδελφός κι’ έφυγε από τον Γέροντά του, και τον ρωτούσαν:

– Γιατί έφυγες;
– Α! Όλο δουλειές μ’ έβαζε να κάνω και τις Κυριακές και τις γιορτές. Όλο μ’ έβαζε να δουλεύω.

Και του λέει ένας μεγάλος Γέροντας:

– Καλά σου έκανε ο Γέροντάς σου, γιατί αν δεν δουλέψης εσύ κι’ αυτές τις μέρες (Κυριακές και γιορτές), επειδή δεν κάνεις πνευματική εργασία, το μυαλό σου θα γυρνούσε εδώ κι’ εκεί ακόμα και σε απρεπή πράγματα. Ξέροντας ο Γέροντας ότι εσύ δεν έχεις την δυνατότητα να κάνεις προσευχή και θεωρία πνευματική, και γνωρίζοντας ότι ο νους σου θα γυρνάη εδώ κι’ εκεί, προτίμησε το εργόχειρο, για να κοπιάζης και να δεσμεύονται οι λογισμοί σου.

Γι’ αυτό δεν μας άφηνες αργούς, λέγοντας ότι η αργία πολλά κακά εδίδαξε τους ανθρώπους κατά το «αργία μήτηρ πάσης κακίας». Ο αργός ο άνθρωπος δεν βγάζει τον επιούσιο, μα δεν βγάζει και τίποτα προς ελεημοσύνη. Αλλά κυρίως η εργασία, το διακόνημα, λογιζόταν από τους Πατέρες ως προσευχή και ως μέσο σωτηρίας, διότι ο εργαζόμενος ο άνθρωπος, οφείλει και να προσεύχεται, να λέγη ασταμάτητα την ευχή.

Το δικό μας εργόχειρο ήταν η ξυλογλυπτική. Κάναμε 8-10 σταυρουδάκια την ημέρα. Ο Γέρο-Αρσένιος έκοβε τα ειδικά αγριόξυλα με το πριόνι, κατόπιν ο πατήρ Ιωσήφ και ο παπά-Χαράλαμπος έκαναν το πρόπλασμα και το προκαταρκτικό σκάλισμα, τον σκελετό που λέμε, και τέλος τα έπαιρνε ο Γέροντας και σκάλιζε τις λεπτομέρειες. Ενώ ο πατήρ Αθανάσιος τα έπαιρνε και τα πουλούσε στα μοναστήρια και μας έφερνε τρόφιμα.

Ύστερα κάναμε και αγιασματάρια. Μιά φορά, είδα τον Γέροντα να έχη κάνει 20 απ’ αυτά. Ήταν πολύ γρήγορος και αποδοτικός, το θεωρούσε και αυτό σαν μία άλλη προσευχή. Αργότερα κάναμε και σφραγίδες για πρόσφορα.

Ο Γέροντας έκανε πολύ σπουδαία σταυρουδάκια. Εργαζόταν στην γλυπτική, γιατί είχε πολλή σταθερότητα στα χέρια του. Μπορούσε να σκαλίζη το ξύλο κρατώντας το με το χέρι του, ενώ εμείς δεν μπορούσαμε, αν δεν το ακουμπούσαμε κάτω. Ησχολείτο με μόνο ένα είδος ξυλογλυπτικής. Έκανε έναν σταυρό, που στην μπροστινή όψι είχε σκαλισμένο τον Εσταυρωμένο Χριστό και στην άλλη όψι την Παναγία μας.

Απόσπασμα από το βιβλίο: «Ο Γέροντάς μου Ιωσήφ ο ησυχαστής και σπηλαιώτης», Γέροντος Εφραίμ Φιλοθεΐτου, 2008