Ἀδελφοί μου ἀγαπητοί,
Ὁ κάθε λαός ἔχει ἱερό χρέος νά ἐνθυμεῖται τά μεγάλα γεγονότα τῆς Ἱστορίας του, τόσο τά εὐχάριστα ὅσο καί τά λυπηρά. Μέ τά πρῶτα μπορεῖ νά ἐμπνέεται καί νά ἐνισχύει τήν αἰσιοδοξία του, ἐνῶ τά δεύτερα μποροῦν νά γίνουν ἀφετηρία φρονηματισμοῦ καί μεγαλύτερης ἐπιμέλειας.
Ἱστορικό γεγονός, τραγικό γιά τό ἑλληνικό Ἔθνος, εἶναι ἡ Μικρασιατική Καταστροφή τοῦ 1922 καί τό ξερίζωμα ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων ἀπό ἕνα τόπο, ὅπου ὁ ἑλληνισμός μεγαλούργησε γιά αἰῶνες, κρατώντας ἱερές παραδόσεις καί δημιουργώντας θαυμαστό πολιτισμό.
Μέ τήν ἀρχαία σοφία τῶν Ἰώνων φιλοσόφων, μέ τά διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου καί τή διδασκαλία τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τοῦ Πόντου κατηχοῦσαν, μέσα στήν πορεία τῶν αἰώνων τά παιδιά τους καί ἀτένιζαν τό μέλλον μέ αἰσιοδοξία. Κάπως ἔτσι φτάνουμε στόν 20ο αἰῶνα.
Οἱ Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τοῦ Πόντου βρίσκονται ἀνάμεσα στά διασταυρούμενα πυρά τῶν ποικίλων συμφερόντων καί γίνονται θύματα ἐπιπλέον στίς ἐσωτερικές ἀνεπάρκειες καί πολιτικές ἀντιπαραθέσεις. Τό τέλος τῶν Ἑλλήνων δείχνει νά εἶναι προδιαγεγραμμένο.
Στό βωμό τῆς Πίστεως καί τῆς Πατρίδος ὁ Μικρασιαστικός Ἑλληνισμός ἔδωσε ἑκατόμβες μαρτύρων καί ἡρώων. Τήν πρώτη θέση κατέχει ὁ Ἱερός Κλῆρος, ὅπως συνέβαινε καί στήν πρωτοχριστιανική ἐποχή τῶν διωγμῶν ἀλλά καί στά χρόνια τῆς Τουρκικῆς σκλαβιᾶς.
Ἀπό τήν ἱερή χορεία ξεχωρίζει ὁ ἅγιος ἐθνοϊερομάρτυς Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Κομματιάστηκε καί ποδοπατήθηκε, ἐθελόθυτο σφάγιο στόν βωμό τῆς Πατρίδος, ἀρνούμενος νά φύγῃ γιά νά σωθεῖ ἀπό τόν βέβαιο θάνατο. Ἀκόμη ἠχοῦν διαχρονικά στά αὐτιά μας οἱ ἀπαίσιες κραυγές τῶν Τσέτηδων, ὅπως τίς περιγράφει ὁ πολεμικός ἀνταποκριτής (Κώστας Μιχαηλίδης), τρία χρόνια μετά τήν Καταστροφή: «Λίγο πρίν τό μεσημέρι τῆς Κυριακῆς, ἔβγαλαν τόν Μητροπολίτη ἀπό τό φρουραρχεῖο.
“Νά, οἱ δικαστές σου καί οἱ τζελάτηδές σου (δήμιοι)!”, τοῦ εἶπεν ὁ φρούραρχος συνταγματάρχης Σαλήχ Ζακήμ Ἐφέντης. Καί τόν παρέδωσε στόν μαινόμενον ὄχλο, πού ἀποβραδύς ξημερώθηκε ἐκεῖ – βαλμένος, ἀπό τόν Νουρεντίν- νά τόν προσμένει.
Ὁ Νουρεντίν ἀπευθύνθηκε στό πλῆθος, λέγοντάς τους: “Ἄν καλό σᾶς ἔκανε τοῦτος, νά τοῦ τό ἀνταποδώσετε. Ἄν κακό σᾶς ἔκανε, κάντε του καί ἐσεῖς κακό! Ἐγώ σᾶς παραδίδω τόν χιρσίζ ντομοῦζ (κλεφτογούρουνο)”.
Στό (ὑποτιθέμενο) δικαστήριο εἶχαν ἔλθει ἄνθρωποι τοῦ ὑποκόσμου, χαμάληδες καί τουρκικά κακοποιά στοιχεῖα. Σάν ἐμφανίστηκε ἀγέρωχος ὁ Ἱεράρχης, ἄρχισαν νά τόν προπηλακίζουν, νά τοῦ τραβοῦν τά γένεια καί τά ράσα, νά τόν φτύνουν. Δύο Σμυρνιοί δημογέροντες προσπάθησαν νά προστατεύσουν τόν Ἱεράρχη ἀλλά οἱ Τοῦρκοι τούς ἔδεσαν, προκειμένου νά δοῦν τό μαρτύριο καί τόν ἐξευτελισμό τοῦ θρησκευτικοῦ τους ἡγέτη.
Τό λαϊκό δικαστήριο τῶν ἐγκληματιῶν ἔβγαλε τήν ἀπόφαση, πού ἦταν: “Νά σταυρωθεῖ… Νά σταυρωθεῖ ὅπως ὁ Χριστός τους”.
Ὁ Νουρεντίν διέταξε τόν ἔφεδρο Λοχαγό τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ Ρουστέν Μπέη Βάσιτς νά ἐκτελέσει τήν ἀπόφαση τοῦ λαϊκοῦ δικαστηρίου. Καθώς ὁ Βάσιτς κατέβαινε τά σκαλιά τοῦ Διοικητηρίου μαζί μέ τούς τρεῖς μελλοθανάτους, τόν Χρυσόστομο καί τούς δημογέροντες, ὁ Νουρεντίν βγαίνει στό κεφαλόσκαλο καί πυροβολεῖ τόν Χρυσόστομο. Ἦταν τέτοια ἡ λύσσα του, πού τό χέρι του ἔτρεμε ἀπό τήν ὀργή, καί ἀντί νά πλήξῃ τόν Χρυσόστομο, τραυμάτισε θανάσιμα τόν δημογέροντα Καλιμάνογλου. Στήν ἔξοδο τοῦ Χρυσοστόμου, τό πλῆθος ὁρμᾶ καί σέ ἔξαλλη κατάσταση, τόν παρέλαβε. Τόν κτυποῦν μέ γροθιές καί ξύλα… Τοῦ ξερρίζωσαν τήν γενειάδα καί τόν ἔσυραν στήν τουρκική συνοικία, προπηλακίζοντας καί φτύνοντάς τον. Ἐκεῖ τοῦ ἐπεφύλαξαν ἕναν ἀργό καί βασανιστικό θάνατο: τόν μαχαίρωσαν σέ πολλά σημεῖα τοῦ σώματός του, ἐξώρυξαν τούς ὀφθαλμούς του, καί τοῦ ἔκοψαν τά αὐτιά καί τήν μύτη.
Ὁ Χρυσόστομος αἱμόφυρτος, σιωπηρός, περήφανος, χωρίς νά ἱκετεύει καί νά λυγίζει στόν ἐχθρό, σέρνεται ἀπό τό πλῆθος, καί ἀφοῦ σέ ὅλη τήν διάρκεια τῶν μαρτυρίων του ἔλεγε “Κύριε, ἐλέησόν με”, ἀφήνει τήν τελευταία του πνοή ἀναφωνῶντας: “Θεέ μου!”
Ἕνας Τουρκοκρητικός ἀπό τόν ὄχλο, μή ἀντέχοντας νά βλέπει τούς ἐξευτελισμούς καί τά βασανιστήρια, τόν πυροβόλησε δίνοντας τέλος στό μαρτύριό του». (Τήν αὐθεντική μαρτυρία τοῦ Τουρκοκρητικοῦ μεταφέρει ὁ διαπρεπής ἀκαδημαϊκός Γ. Μυλωνᾶς».
Οἱ περιγραφές τοῦ Γάλλου συγγραφέα Ρενέ Πουώ καί τοῦ Ἀμερικανοῦ Προξένου στή Σμύρνη ταυτίζονται ἀναφορικά μέ τά τρομακτικά γεγονότα:
«Τοῦ ἔβγαλαν μέ ξιφολόγχη τά μάτια, τοῦ ἔκοψαν τ’ αὐτιά καί τήν γλῶσσα. Τόν ἔσυραν ἀπό τά γένεια καί τά μαλλιά. Γύρω ἀπ’ τό σῶμα του ἔστησεν ἡ ἀπάνθρωπη, ἡ ἀφάνταστα βάρβαρη τουρκική μανία τόν πιό φρικτό χορό. Δέν ἄφησαν τίποτε τό σκληρό καί τό ἐξευτελιστικό πού νά μήν τό κάμουν στό μισοσκοτωμένο κορμί τοῦ Χρυσοστόμου. Κι ἐσύρθηκεν ἔτσι… ὁ γέρων Μητροπολίτης Σμύρνης, κατακομματιασμένος. Ἀπό τό κορμί του, ἐκεῖ, τό μεθυσμένο ἀπό κτηνωδία πλῆθος ἔπαιρνε κομμάτια τῆς σάρκας του…Τό κεφάλι μέ βγαλμένα τά μάτια, κομμένα τ’ αὐτιά καί τήν γλῶσσα, μέ τά γένεια ξεριζωμένα, μαῦρο ἀπό τό ξύλο, αἱματοστάλαχτο, τό ἔμπηξαν στήν πατερίτσα του, καί ἡ πομπή μαινόμενη ἀπό βλαστήμιες καί σαρκασμό, τό περιέφερε στούς Τουρκομαχαλάδες».
Καί δέν ἦταν μόνο ὁ Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος. Ἐξοντώθηκαν μέ φρικτό τρόπο 347 Ἱερεῖς τῆς Ἐπαρχίας Σμύρνης. Ἐπίσης ὁ Μητροπολίτης Μοσχονησίων Ἀμβρόσιος πού ἐπεταλώθη ὡς νά ἦτο ζῶον, ὁ Κυδωνιῶν Γρηγόριος πού θάφτηκε ζωντανός, ὁ Ἰκονίου Προκόπιος καί ὁ Ζήλων Εὐθύμιος πού ἐσφαγιάσθησαν.
Ὑπῆρξαν καί πολλοί πιστοί ἀπό τήν πλευρά τοῦ λαοῦ, πού, ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος, «ὑπέμειναν ὑπέρ Πατρίδος καί Πίστεως θάνατον» καθώς προσφέρθηκαν στόν Χριστό καί στήν Ἑλλάδα ὡς «ἱερεῖα ἔμψυχα, ὁλοκαυτώματα λογικά».
Ὁ νοῦς μας τρέχει ἐκεῖ, στά μανιασμένα τουρκικά στίφη, πιστά στήν πατροπαράδοτη τακτική τῆς βίας καί τοῦ φόνου, πού ἔπεφταν ὡς ἄγρια θηρία ἐναντίον ἀμάχων, ἀθώων, φιλοπροόδων ἀνθρώπων, σφάζοντας καί ἀτιμάζοντας, ποδοπατῶντας τά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ Γένους μας.
Ἡ ψυχή μας θά ἀκουμπάει στόν πόνο τῆς Ρωμηοσύνης, πού γιά μιά ἀκόμη φορά προδομένη, πλήρωσε τό τίμημα τῶν ἀγώνων τόσων αἰώνων, γιά νά δώσει πολιτισμό, ἀνθρωπιά, νόημα ζωῆς, πνεῦμα ἐλευθερίας καί πίστεως στόν ἀληθινό Θεό.
Ὁ θαυμασμός μας μεγάλος γιά τίς γιαγιάδες καί τούς παπποῦδες πού σήκωσαν αὐτό τό βάρος. Καί ὅσοι ἐπέζησαν ἀπό τήν ἄδικη καταστροφή, ἦλθαν ἐδῶ, στά ἑλλαδικά χώματα τῆς Μητέρας Πατρίδος προσευχήθηκαν θρηνητικά, σφίξανε τά χείλη καί δούλεψαν ὑποδειγματικά κάτω ἀπό συνθῆκες δύσκολες. Οἱ ἥρωες αὐτοί ἐμπνεύσανε ἀξίες καί ἰδανικά στά παιδιά τους καί στή συνέχεια δημιούργησαν ὄμορφες οἰκογένειες.
Ἡ ἀγκαλιά μας ἀνοίγει γιά τά ἐγγόνια τῶν ἡρώων, πού κρατοῦν μέ καμάρι τά λάβαρα τῶν Μικρασιατικῶν καί Ποντιακῶν Συλλόγων καί δίνουν σιωπηρά τήν ὑπόσχεση τῆς προκοπῆς. Γι’ αὐτά τά παιδιά καί τίς μελλοντικές γενιές στήσαμε Κατασκήνωση στή Στεφάνη, νά παίρνουν Οὐράνια μηνύματα μέσα στήν ὀμορφιά τῆς φύσης.
Μέ τή στήριξη τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀνηγέρθη τό Μοναστήρι μας, στό Σχιστό Περάματος ἐπί τοῦ ἱστορικοῦ Ὄρους Αἰγάλεω, γιά να τιμοῦμε αἰώνια τούς Ἁγίους Θεοφόρους Πατέρες, οἱ πλεῖστοι τῶν ὁποίων ἔδρασαν στίς Ἀλησμόνητες Πατρίδες καί πρεσβεύουν στό Θρόνο τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς, γιά τά παιδιά μας, γιά τήν πορεία αὐτοῦ τοῦ τόπου, γιά νά μή ξαναγίνουν ποτέ πιά ἀτομικά ἤ ἐθνικά λάθη.
Ὑποκλινόμεθα μπροστά στή θυσία τῶν Νεομαρτύρων, ἐκζητοῦντες τήν εὐλογία τους.
Μέ εὐχές καί εὐλογίες
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ὁ Νίκαίας Ἀ λ έ ξ ι ο ς