10 Ἰανουαρίου
|
|
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ἐπίσκοπος Νύσσης, μετὰ τῆς συζύγου του, Θεοσεβείας Γεννήθηκε στὴν Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου τὸ 332 καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Παίρνει τὴν ἴδια μόρφωση μὲ τὸν μεγάλο του ἀδελφό, ξεχωρίζει δὲ κι αὐτὸς γιὰ τὴν εὐφυΐα του, τὴν ἐπιμέλειά του καὶ τὴν φιλοσοφικότατη ἰδιοφυΐα του. Ὁ Γρηγόριος νυμφεύεται τὴν Θεοσέβεια, (πραγματικὰ ἁγία γυναῖκα), ποὺ γρήγορα τὴν ἁρπάζει ὁ θάνατος. Ἰσχυρὸς χαρακτῆρας καθὼς ἦταν, δὲν ἀπελπίζεται καὶ στὰ σαράντα του χρόνια γίνεται ἐπίσκοπος Νύσσης, μίας κωμοπόλεως τῆς Καπαδοκίας. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξιώνει νὰ γίνει τὸ κυριότερο ὄργανό Του στὴν Β΄ Οἰκουμενικὴ σύνοδο, τὸ 381 στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατατροπώνει στὴν κυριολεξία τοὺς πνευματομάχους τοῦ Μακεδονίου, μὲ «… τὴν μάχαιρα ποὺ δίνει τὸ Πνεῦμα καὶ ἡ ὁποία εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ». Στὶς συζητήσεις ἐκεῖνες, ὁ Γρηγόριος ὁ Νύσσης τόσο πολὺ εἶχε διακριθεῖ, ὥστε ὀνομάστηκε «Πατὴρ Πατέρων καὶ Νυσσαέων Φωστήρ». Ὁ δὲ Μέγας Θεοδόσιος τὸν ὀνόμασε στῦλο τῆς Ὀρθοδοξίας. Πέθανε εἰρηνικά, ἀφοῦ ἄφησε πολὺ ἀξιόλογα ἔργα: ἑρμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ἠθικούς, ἑορταστικούς, ἐγκωμιαστικούς, ἐπιταφίους καὶ ἕνα ἐπιμνημόσυνο στὸν ἀδελφό του, Μ. Βασίλειο. Ὁ Ὅσιος Δομετιανός, ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς Ἔζησε τὸν 6ο αἰῶνα καὶ ἦταν γιὸς πλουσίων γονέων, τοῦ Θεοδώρου καὶ τῆς Εὐδοκίας. Φιλομαθὴς ὁ Δομετιανὸς καὶ πολὺ προσεκτικὸς στὸ νὰ διατηρεῖ καθαρὴ τὴν ζωή του ἀπὸ μικρὴ ἡλικία, δὲν παρασύρθηκε ἀπὸ τὰ πολλὰ ὑλικὰ πλούτη, ἀλλὰ ἐπιδόθηκε στὸ νὰ μάθει τὰ ἑλληνικὰ γράμματα καὶ τὶς Ἁγίες Γραφὲς καὶ πράγματι προόδευσε πολὺ στὶς σπουδές του. Ἀργότερα παντρεύτηκε μία εὐσεβέστατη σύζυγο, ποὺ γρήγορα ὅμως τὴν ἔχασε. Ἀλλὰ θέλησε νὰ μείνει πιστὸς στὴν μνήμη τῆς συζύγου του, γι᾿ αὐτὸ ἔγινε κληρικὸς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοσχερῶς στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ δὲ μεγάλη προσωπική του ἀξία δὲν ἄργησε νὰ τὸν ἀνεβάσει στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Μελιτηνῆς, στὴν Μεσοποταμία. Ὁ Δομετιανός, μαζί με τὰ ἐκκλησιαστικὰ πλεονεκτήματά του, κατεῖχε καὶ μεγάλη πολιτικὴ ἱκανότητα καὶ ἐπιδεξιότητα. Γι΄ αὐτὸ καὶ ὁ αὐτοκράτωρ Μαυρίκιος τοῦ ἐμπιστεύθηκε σπουδαία πολιτικὴ ἀποστολὴ στὸ βασιλιὰ τῶν Περσῶν Χοσρόη τὸν Β΄. Ἡ ἐπιτυχία, μὲ τὴν ὁποία τὴν ἐξετέλεσε, ἔκανε τὸν αὐτοκράτορα νὰ παραχωρεῖ κατὰ καιροὺς στὸν ἐπίσκοπο Μελιτηνῆς μεγάλα χρηματικὰ ποσά, ποὺ ὁ Δομετιανὸς τὰ ξόδευε στὶς ἐκκλησιαστικὲς ἀνάγκες καὶ τὴν ἵδρυση πτωχοκομείων. Πέθανε τὸν Ἰανουάριο τοῦ 602, σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις του στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ δὲ κηδεία του ἔγινε μὲ μεγάλη ἐπισημότητα. Ὁ Ὅσιος Ἀμμώνιος Τρεῖς ὁμώνυμοι ἀσκητὲς ἐρημῖτες μνημονεύονται, ποὺ διέπρεψαν στὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τους: ὁ ἕνας μαθητὴς τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, ὁ ἄλλος μαθητὴς τοῦ Ἀββᾶ Παμβῶ, ποὺ ἔκοψε τ΄ αὐτί του γιὰ νὰ μὴ γίνει ἀρχιερέας, καὶ ἕνας ἄλλος Ἀμμώνιος, ποὺ κατασκεύαζε κελιὰ γιὰ τοὺς νέους προσερχόμενους μοναχούς. Ὅλοι ἔζησαν στὴν ἔρημο ὁσιακὰ καὶ εἰρηνικὰ ἀπεβίωσαν. Ποιὸς ὅμως ἀπὸ τοὺς τρεῖς μνημονεύεται ἐδῶ, Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός Πρεσβύτερος καὶ οἰκονόμος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Οἱ πρόγονοί του κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ῥώμη, ἦλθαν ὅμως καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ ἴδιος ἔδρασε ἐπὶ αὐτοκρατόρων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας καὶ ἐπὶ Λέοντος τοῦ Θρακός, δηλαδὴ γύρω στὸ 450-474. Καταρτισμένος στὰ ἱερὰ γράμματα, διακρίθηκε σὰν ἱερέας καὶ οἰκονόμος τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἡ μέριμνά του γιὰ τοὺς φτωχοὺς ὑπῆρξε ἐξαιρετική. Ἐπίσης μὲ πρωτοβουλία τοῦ Μαρκιανοῦ, κτίστηκε μεγαλοπρεπὴς ναὸς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας, κοντὰ στὸν μικρότερο ποὺ ὑπῆρχε καὶ τὸν ὁποῖο δόξασε ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος μὲ τοὺς περίφημους λόγους του. Ἔπειτα, πάλι μὲ πρωτοβουλία τοῦ Μαρκιανοῦ, κτίστηκαν ὁ ναὸς τῆς Ἁγίας Εἰρήνης πρὸς τὴν θάλασσα, ὁ κάτω ἀπ’ αὐτὴν ναὸς Ἰσιδώρου τοῦ Μάρτυρα καὶ ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Στρατονίκου. Γι΄ αὐτήν του λοιπὸν τὴν εὐλάβεια, γιὰ τὴν πολλὴ φιλανθρωπία καὶ ἐλεημοσύνη του καὶ τὴν εὐσεβῆ χρησιμοποίηση τῆς παιδείας του, ἡ Ἐκκλησία τὸν κατέταξε μεταξὺ τῶν Ἁγίων της.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|