27 Φεβρουαρίου
|
|
Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Δεκαπολίτης, ὁ ὁµολογητής Ἔζησε κατὰ τὸν ὄγδοο αἰῶνα, ἐπὶ Λέοντος Γ΄ τοῦ Ἰσαύρου. Διακρίθηκε σὰν γενναῖος τῆς πίστης στρατιώτης καὶ ὑπέρµαχος. Δὲν ἔθαψε τὸν ἑαυτό του στὴν µόνωση τοῦ κελλιοῦ του, ἀλλ΄ ἀπὸ ἐκεῖ ὁρµώµενος, ἔδινε τὴν µάχη στὶς κρίσιµες περιστάσεις καὶ µέσα στὸ κοινωνικὸ στάδιο, πάντα µὲ θάρρος, ὑπὲρ τῆς ὀρθόδοξης ἀλήθειας. Ἐνθαρρυνόµενος, βέβαια, ἀπὸ τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει: «Ἀνδρίζου καὶ ἴσχυε, µὴ φοβοῦ µηδὲ πτοηθῇς». Δηλαδή, προχώρει µὲ ἀποφασιστικότητα σὰν γενναῖος ἄνδρας καὶ ἔχε θάρρος· µὴ φοβηθεῖς καὶ µὴ δειλιάσεις. Πρὸ πάντων ὁ Προκόπιος διέπρεψε στὸν ἔλεγχο κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν. Ἐπίσης, ὑποστήριξε τὴν τιµητικὴ προσκύνηση τῶν εἰκόνων. Ἐπειδὴ ὁ Λέων ὁ Ἴσαυρος ἦταν σφοδρὸς εἰκονοµάχος, προέβη σὲ διωγµοὺς καὶ βασανιστήρια ἐναντίον τῶν φίλων τῶν εἰκόνων. Σ΄ αὐτοὺς τοὺς διωγµοὺς ὁ Προκόπιος ἐπισφράγισε τὶς πεποιθήσεις του ὑπὲρ τῶν εἰκόνων µὲ τὰ πολλά του παθήµατα. Ὁ Ἅγιος Γελάσιος ὁ µῖµος (ἠθοποιός) Αὐτὸς ἀφοῦ ἀναπαράστησε τὸ Ἅγιο Βάπτισµα, βαπτίσθηκε ἀληθινά, ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ µαρτύρησε διὰ ξίφους. Ὁ Ὅσιος Θαλλελαῖος Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κιλικία καὶ ἀσκήτευε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη Γάβαλα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ὑπῆρχε εἰδωλολατρικὸς ναός, ποὺ συνέρρεαν πολλοί. Ὁ Θαλλελαῖος αὐτὸ τὸ ἐκµεταλλεύτηκε, ἐργαζόµενος γιὰ τὴν διαφώτιση καὶ τὴν προσέλκυση στὴν χριστιανικὴ πίστη πολλῶν εἰδωλολατρῶν. Ἦταν γεµάτος ταπεινοφροσύνη καὶ ποτὲ δὲν ὑπερηφανεύτηκε γιὰ τὰ πνευµατικά του κατορθώµατα. Ἦταν ὅµως καὶ φοβερὰ πολυµήχανος, προκειµένου νὰ φέρει ψυχὲς κοντὰ στὸν Χριστό. Κάποτε µάλιστα, εἶχε κατασκευάσει ἕνα ἰδιόρρυθµο κρεµαστὸ κρεβάτι. Αὐτὸ διαδόθηκε σ΄ ὅλη τὴν περιοχή, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν ἐπισκέπτονται πολλοὶ εἰδωλολάτρες. Ἀπὸ ἐκεῖ ψηλὰ λοιπὸν ὁ Θαλλελαῖος, ἄρχιζε συζήτηση µαζί τους καὶ ἔτσι ἔριχνε τὰ πνευµατικά του δίχτυα, ποὺ ἔπιαναν πολλὲς ψυχὲς καὶ τὶς ἔσῳζε. Μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο κατόρθωσε νὰ ἐκχριστιανίσει µία ὁλόκληρη πόλη, τὰ Γάβαλα, καὶ νὰ γίνει πνευµατικός της πατέρας µὲ τὴν χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ὅσιος Στέφανος Ἵδρυσε τὸ Γηροκοµεῖο τοῦ Ἀρµατίου καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Ἅγιος Νίσιος (ἢ Νήσιος) Μαρτύρησε ἀφοῦ µαστιγώθηκε µέχρι θανάτου µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ. Οἱ Ὅσιοι Ἀσκληπιὸς καὶ Ἰάκωβος Καὶ οἱ δυὸ αὐτοὶ Ὅσιοι Πατέρες ἀγωνίστηκαν ἀσκητικὰ στὶς ἔρηµους τῆς Συρίας, στὰ χρόνια του ἐπισκόπου Κύρου Θεοδωρήτου (393-458). Ὁ Ἀσκληπιὸς στὴν ἀρχὴ ἔζησε σὲ κοινόβιο, ἀργότερα συνέχισε τὸν ἀσκητικό του ἀγῶνα µόνος του σὲ ἐρηµητήριο. Ὁ Ἰάκωβος, κλεισµένος σ΄ ἕνα µικρὸ κελλί, κοντὰ στὸ χωριὸ Νιµουζά, δὲν ἄναβε καθόλου φῶς καὶ ἄνθρωπος δὲν τὸν ἔβλεπε ποτέ. Ἀποκρινόταν διὰ µέσου ἑνὸς πλάγιου σκαµµένου τόπου. Ἂν καὶ ἦταν πάνω ἀπὸ 90 χρονῶν δὲν βγῆκε καθόλου ἀπὸ τὸ κελλὶ ἐκεῖνο. Ἔτσι ὅσια ἀφοῦ καὶ οἱ δυὸ ἔζησαν, ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Τιµόθεος ὁ ἐν Καισαρείᾳ Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ὁρισµένοι Συναξαριστὲς ἐδῶ ἀναφέρουν δυὸ Ὁσίους Τιµοθέους. Ὅµως, λόγῳ ἔλλειψης στοιχείων, δὲν µποροῦµε νὰ ποῦµε µετὰ βεβαιότητας ὅτι εἶναι δυὸ διαφορετικοὶ ὅσιοι ἢ ἕνας, ποὺ εἶναι καὶ τὸ πιθανότερο). Ὁ Ἅγιος Ἠλίας, νεοµάρτυρας, ὁ Τραπεζούντιος Ὁ νεοµάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Κρυονέρι τῆς Τραπεζοῦντας. Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ βασανίστηκε σκληρά. Τελικὰ τὸν κρέµασαν στὸν Μόλο τῆς Τραπεζοῦντας (Μουµ-χανέ) τὸ 1749. Τὸ ἅγιο λείψανό του ἔθαψαν µὲ τιµὲς οἱ Χριστιανοὶ στὴν Μονὴ Θεοσκεπάστου. Μαρτύρησαν στὴν Θεσσαλονίκη ἐπὶ Διοκλητιανοῦ.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|