04 Απριλίου
|
|
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Μαλαιό Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀγάπησε ὁλόψυχα τὸν Κύριο. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ γονεῖς του, παρὰ τὴν θέλησή του, θέλησαν νὰ τὸν παντρέψουν, ὁ Γεώργιος ἔγινε µοναχὸς καὶ ἐπιδόθηκε µὲ ὅλη του τὴν δύναµη σὲ κάθε εἴδους ἄσκηση, δηλαδὴ νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, µελέτη τῶν θείων Γραφῶν καὶ ἄλλα. Πολλοὶ ποὺ προσέτρεχαν στὸν Ὅσιο, φωτίζονταν καὶ ἐπέστρεφαν διὰ τῆς µετανοίας στὸν Χριστό. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἦταν πολλοὶ αὐτοὶ ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν, δὲν τὸν ἄφηναν ἥσυχο νὰ προσευχηθεῖ καὶ ὁ Ὅσιος ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος Μαλαιὸ ὅπου ἡσύχαζε. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ µαζεύτηκε πλῆθος Μοναχῶν, τοὺς ὁποίους ὁ Ὅσιος καθοδηγοῦσε µὲ προσευχὴ καὶ ἄσκηση. Τόσο δὲ πρόκοψε στὴν ἀρετή, ὥστε ἔγινε ξακουστὸς καὶ θαυµαστὸς καὶ στοὺς ἄρχοντες, ἀκόµα καὶ στοὺς βασιλεῖς, στοὺς ὁποίους εἶχε γράψει πολλὲς καὶ ἀξιόλογες συµβουλευτικὲς ἐπιστολὲς γιὰ διάφορα ζητήµατα. Τὸ τέλος τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, προεῖπε ὁ Ὅσιος πρὶν τρία χρόνια. Ἔτσι ἀφοῦ ἀσθένησε γιὰ λίγο, µάζεψε τοὺς µοναχοὺς τοῦ ὄρους Μαλαιὸ καί, ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε θεῖες συµβουλές, παρέδωσε τὴν δικαία ψυχή του στὸν Θεό, ποὺ τόσο ἀγάπησε ἀπὸ βρέφος. Οἱ Ἅγιοι Θεόδουλος καὶ Ἀγαθάπους (ἢ Ἀγαθόπους) Κατάγονταν καὶ οἱ δυὸ ἀπὸ τὴν «νύµφη τοῦ Θερµαϊκοῦ», τὴν Θεσσαλονίκη. Ἔζησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῶν διωγµῶν. Ὁ Ἀγαθάποδας ἦταν γέροντας καὶ νεώτερος ὁ Θεόδουλος. Ἀλλὰ ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη τοὺς ἔνωνε ἀδελφικότατα. Μελετοῦσαν µαζὶ τὶς Γραφές, ἐργάζονταν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ µοχθοῦσαν ὑπηρετῶντας τοὺς πάσχοντες καὶ στερηµένους ἀδελφούς τους. Κάποια νύχτα, ὅµως, συνέβη κάτι παράδοξο. Εἶδαν καὶ οἱ δυὸ τὸ ἴδιο ὄνειρο. Ὅτι, δηλαδή, ταξίδευαν µὲ πλοῖο καὶ ξαφνικὰ ἔγινε τρικυµία καὶ τὸ πλοῖο ἔσπασε στὰ δυό. Αὐτοί, ὅµως, σώθηκαν καὶ ἀνέβηκαν σ᾿ ἕνα βουνό, ποὺ ἡ κορυφή του ἔφθανε στὸν οὐρανό. Τὴν ἑποµένη µέρα, τὸ ὄνειρο ἔγινε πραγµατικότητα. Τοὺς συλλαµβάνουν καὶ κατάλαβαν ὅτι τοὺς περίµεναν κύµατα θανάτου. Ὁ ἄρχοντας Φουστῖνος ζητᾶ νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Αὐτοί, καὶ οἱ δυό, Τὸν ὁµολογοῦν µὲ θάρρος. Τότε, τοὺς ῥίχνουν στὴν θάλασσα. Στὸν βυθό της, βέβαια, πῆγαν τὰ φθαρτά τους σώµατα. Οἱ ψυχές τους, ὅµως, ἀνέβηκαν στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀξιώθηκαν νὰ φέρουν «ἐπὶ τὰς κεφάλας αὐτῶν στεφάνους χρυσούς». Νὰ ἔχουν, δηλαδή, στὰ κεφάλια τοὺς στεφάνια χρυσά, σύµβολα τῆς νίκης καὶ τοῦ ἐνδόξου θριάµβου τους. Ἡ Ἁγία Φερφούθη µετὰ τῆς ἀδελφῆς καὶ ἀνιψιᾶς της Ἔζησαν τὸν 4ο αἰῶνα, στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Κων/νου, καὶ ὅταν βασιλιὰς στὴν Περσία ἦταν ὁ Σαπὼρ ὁ Β´. Ὅταν κάποτε ἡ περσίδα βασίλισσα ἀρρώστησε, µερικὲς γυναῖκες ἀπέδωσαν τὴν ἀρρώστια της στὶς µαγικὲς ἐνέργειες τῆς Περσίδας Φερφούθης καὶ τῆς ἀδελφῆς της. Συνελήφθησαν λοιπὸν καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ ἀνάκριση. Ἀπολογήθηκαν ὅτι ἦταν ἐντελῶς ἀθῷες ἀπὸ τέτοιο ἔγκληµα, διότι ἀσπάζονταν τὴν χριστιανικὴ πίστη, ποὺ καταδικάζει τὶς µαγεῖες. Ἡ ἐνοχή τους βέβαια δὲν ἀποδείχτηκε, ἀλλὰ ἡ δήλωση, ὅτι ἦταν χριστιανές, κίνησε τὴν δυσµένεια τοῦ κριτῆ ἐναντίον τους. Ἔτσι, σὰν δῆθεν µάγισσες καὶ σὰν χριστιανές, καταδικάστηκαν σὲ θάνατο. Καὶ µαζὶ µ᾿ αὐτές, καταδικάστηκε καὶ ἡ κόρη τῆς ἀδελφῆς τῆς Φερφούθης ἡ ἀνιψιά της δηλαδὴ – ἁπαλὸ ἀκόµη καὶ νεαρότατο κοριτσάκι. Ἡ τερατώδης αὐτὴ καταδίκη, µᾶλλον εὐχαρίστησε τὶς ἅγιες γυναῖκες, διότι ἔπασχαν γιὰ τὸ Χριστό. Ὁ τρόπος τοῦ θανάτου τους ὑπῆρξε ὠµότατος. Τὶς πριόνισαν κάθετα ἀπὸ τὸ λαιµὸ µέχρι τὰ πόδια καί, ἔτσι ὅπως ἦταν διχοτοµηµένα τὰ σώµατά τους, τὰ κάρφωσαν πάνω σὲ ξύλα. Ὁ Ὅσιος Πούπλιος Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Οἱ Ὅσιοι Θεωνᾶς, Συµεὼν καὶ Φερβῖνος Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Ζωσιµᾶς Ἀπὸ µικρὸς ἀσκήθηκε σ᾿ ὅλα τὰ εἴδη τῶν ἀρετῶν. Ἐπισκέφθηκε γύρω στοὺς χίλιους διακρινόµενους γιὰ τὴν ἀρετή τους ἀσκητὲς καὶ ἀπὸ κάθε ἕνα ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔπαιρνε θεοπρεπῆ ὑποδείγµατα ἀκριβοῦς καὶ ὀρθῆς ἀσκητικῆς ζωῆς. Μετὰ ἀπὸ µία περίοδο ἡσυχαστικῆς ζωῆς, πῆγε στὸ Μοναστήρι τοῦ Τιµίου Προδρόµου κοντὰ στὸν Ἰορδάνη ποταµό, ὅπου µόναζε µαζὶ µὲ τοὺς ἐκεῖ µοναχούς. Κατὰ τὶς ἡµέρες τῆς ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὅπως συνήθιζε, βγῆκε στὴν ἔρηµο γιὰ περισσότερη ἄσκηση. Ἐκεῖ συνάντησε τὴν Ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία, καί, ἀφοῦ τὴν δίδαξε καὶ τὴν καθοδήγησε καὶ ὠφελήθηκε καὶ αὐτὸς ἀπ᾿ αὐτήν, ἐπέστρεψε στὸ Μοναστήρι του, ὅπου διηγήθηκε στοὺς ἐκεῖ Πατέρες τὸ θαῦµα ποὺ συνάντησε στὴν ἔρηµο. Τὸν ἑπόµενο χρόνο, ἐπανῆλθε στὸν τόπο αὐτὸν τῆς ἐρήµου, ὅπου καὶ πάλι συνάντησε τὴν Ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία καὶ τὴν µετέλαβε τῶν Ἀχράντων καὶ Ζωοποιῶν τοῦ Χριστοῦ Μυστηρίων. Ὅταν ὅµως καὶ τὸν ἑπόµενο χρόνο ἐπανῆλθε, τὴν βρῆκε νεκρὴ καὶ τὴν κήδευσε. Μετὰ ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, πῆγε καὶ διηγήθηκε τὰ γεγονότα στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύµων, καὶ ἀργότερα τὰ παρέδωσε ἐγγράφως στοὺς µεταγενέστερους γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια. Ὁ Ζωσιµᾶς πέθανε σὲ βαθιὰ γεράµατα µέσα στὸ κελλί του, ἀσκούµενος µέχρι τέλους στὴν ἀρετή. Ὁ Ὅσιος Πλάτων, ἡγούµενος τῆς Μονῆς Στουδίου Ὁ γνωστὸς γιὰ τὴν αὐστηρότητα τῆς ζωῆς του καὶ καθηγητὴς τοῦ ἀσκητισµοῦ, Ὅσιος Πλάτων, γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 732 ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς καὶ πλούσιους, τὸν Στέργιο καὶ τὴν Εὐφηµία. Στὴν ἀρχὴ ἦταν βασιλικὸς Νοτάριος στ᾿ ἀνάκτορα, ἀλλ᾿ ἀπαρνήθηκε τὴν κοσµικὴ ζωὴ καὶ πῆγε στὸν Ὄλυµπο (Μ. Ἀσίας), ὅπου ἔγινε µοναχὸς στὴν Μονὴ τῶν Συµβόλων. Κατόπιν ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ παρέλαβε τοὺς ἀνιψιούς του, Θεόδωρο καὶ Ἰωσήφ (τὸν µετέπειτα µητροπολίτη Θεσσαλονίκης), καθὼς καὶ τὰ λοιπὰ µέλη τῆς οἰκογενείας του καὶ ἀποσύρθηκε στὰ µέρη τῆς Προῦσας, ὅπου σὲ ἰδιόκτητο κτῆµα του ἔκτισε τὴν λεγοµένη Μονὴ τοῦ Σακκουδίωνος, τῆς ὁποίας ἔγινε καὶ ἡγούµενος. Λόγῳ ὅµως ἀσθενείας του, παρέδωσε τὴν ἡγουµενία στὸν ἀνιψιό του, Θεόδωρο. Ἀλλὰ οἱ βαρβαρικὲς ἐπιδροµὲς τὸν ἀνάγκασαν – µαζὶ µὲ τὸ πνευµατικό του ποίµνιο – νὰ ἐπιστρέψει στὴν βασιλεύουσα, ὅπου τοῦ δόθηκε ἡ Μονὴ Στουδίου – ἐρηµωµένη τότε – γιὰ νὰ τὴν κατοικήσει καὶ τῆς ὁποίας, µετὰ τὴν ἀνακαίνισή της, ἔγινε ἡγούµενος. Ἀτυχῶς, ἀπὸ τὴν αὐστηρότητα τοῦ χαρακτῆρα του, ἦλθε σὲ σύγκρουση µὲ τὸν βασιλιὰ Κων/νο τὸν ΣΤ´, γιὰ τὸν γάµο του µὲ τὴν Θεοδότη καὶ ἐξορίστηκε. Κατόπιν ἀνακλήθηκε καὶ πῆρε ἐνεργὸ µέρος κατὰ τῆς εἰκονοµαχίας καὶ ὑπέστη µαζὶ µὲ τοὺς ἀνιψιούς του, Θεόδωρο καὶ Ἰωσήφ, συνεχεῖς ἐξορίες καὶ κακουχίες µέχρι ποὺ πέθανε στὶς 4 Ἀπριλίου τοῦ 814. Ὁ Ὅσιος Θεωνᾶς ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Μονὴ Παντοκράτορος Ἁγίου Ὄρους καὶ κατόπιν ἔγινε ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ποιὰ ἡ πατρίδα του καὶ ποιοὶ οἱ γονεῖς του, δὲν γνωρίζουµε, διότι δὲν διασώθηκαν ἀνάλογες πληροφορίες. Γνωρίζουµε µόνο, ὅτι ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ λόγιους καὶ ἀσκητικότερους Ἁγιορεῖτες Πατέρες ποὺ ἔζησαν τὸν 16ο αἰῶνα στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ συγκεκριµένα στὴν Μονὴ Παντοκράτορος. Γιὰ τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή του, κλήθηκε ἡγούµενος τῆς Μονῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρµακολυτρίας, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Θεσσαλονίκη. Ἡ φήµη τῆς ἁγιότητάς του, διαδόθηκε σ᾿ ὅλα τὰ περίχωρα καὶ οἱ Θεσσαλονικεῖς µὲ τὴν πρώτη εὐκαιρία τὸν ἔκαναν ἀρχιεπίσκοπό τους. Ἀφοῦ ποίµανε τὸ ποίµνιό του θεοπρεπῶς, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1544 ἢ 1545. Τὸ ἱερὸ λείψανό του, ἀποθησαυρίζει ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Ἀναστασίας Φαρµοκολυτρίας καὶ κάνει πολλὰ θαύµατα. Ὁ νέος Ἱεροµάρτυρας Νικήτας Δὲν εἶναι σαφὴς ἡ ἡµεροµηνία τοῦ µαρτυρίου του. Βλέπε βιογραφία τοῦ Α.Χ.Ε.Χ. Ἑορτάζεται πανηγυρικὰ σὰν πολιοῦχος τῆς πόλης τῶν Σερρῶν τὴν Κυριακὴ τοῦ Θωµᾶ. Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Πολύτλας (Ῥῶσος, 14ος αἰ).
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|