14 Απριλίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι Ἀρίσταρχος, Πούδης καὶ Τρόφιµος, ἀπόστολοι ἀπὸ τοὺς 70 Ἦταν καὶ οἱ τρεῖς ἀπὸ τοὺς ἑβδοµήκοντα ἀποστόλους καὶ ἀφοσιωµένοι συνεργάτες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Τὸν Ἀρίσταρχο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει στὴν πρὸς Κολασσαεῖς (δ´ 10) ἐπιστολή του σὰν συναιχµάλωτό του στὴν Ῥώµη, καθὼς καὶ στὴν πρὸς Φιλήµονα (ς´ 24) σὰν συνεργάτη του. Γιὰ τὸν Πούδη κάνει λόγο στὴν Β´ πρὸς Τιµόθεον (δ´ 22) ἐπιστολή του, ἀπὸ τὴν ὁποία καταλαβαίνουµε ὅτι ὁ Ἀπόστολος Πούδης ἦταν ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ συνεργάστηκαν ὑπὲρ τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ῥώµη. Τὸν Τρόφιµο ἔφερε στὴν χριστιανικὴ πίστη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν πῆγε στὴν Ἔφεσο. Ἀπὸ τότε, τὸν ἀκολούθησε στὰ Ἱεροσόλυµα, ἀλλὰ καὶ στὴν Ῥώµη, γιὰ νὰ συνεργασθεῖ καὶ νὰ κακοπάθει µαζὶ µὲ τὸ διδάσκαλό του. Στὸν Τρόφιµο ἀναφέρεται ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Β´ πρὸς Τιµόθεον (δ´ 20) ἐπιστολή του. Στὸν φοβερὸ διωγµὸ τοῦ Νέρωνα καὶ οἱ τρεῖς αὐτοὶ συνεργάτες τοῦ Παύλου ἀξιώθηκαν νὰ µαρτυρήσουν µὲ θάνατο δι᾿ ἀποκεφαλισµοῦ. Κατόρθωσαν, ἔτσι, µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ µὲ τὸν προσωπικό τους ἀγῶνα, νὰ γίνουν «συνεργοὶ εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή, συνεργάτες γιὰ τὴν διάδοση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἅγιος Ἀρδαλίων ὁ µῖµος Μὲ τὴν σηµερινὴ ὁρολογία ἦταν ἠθοποιός, στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ (298). Ἐργαζόταν στὰ θέατρα καὶ ἔπαιζε κωµῳδίες καὶ δράµατα. Μία µέρα λοιπὸν τοῦ ἦλθε ἡ ἰδέα, νὰ µιµηθεῖ τὴν ἀντίσταση τῶν χριστιανῶν µπροστὰ στοὺς τυράννους. Κρεµάστηκε ψηλά, ἐπάνω στὴν σκηνή, καὶ δῆθεν ξεσχιζόταν ἐπειδὴ δὲν ἤθελε νὰ προσφέρει θυσία στοὺς θεούς. Ἡ παράσταση ἦταν – σὰν δρᾶµα- τόσο καταπληκτική, ὥστε ὁ λαὸς ἄρχισε νὰ χειροκροτεῖ θερµὰ τὴν ἐπιδεξιότητα τοῦ Ἀρδαλίωνα καὶ τὴν γενναιοκαρδία τῶν χριστιανῶν. Τότε ὁ Ἀρδαλίων φώναξε δυνατὰ καὶ εἶπε στὸν λαὸ νὰ σωπάσει, διότι καὶ αὐτὸς ἦταν στ᾿ ἀλήθεια χριστιανός. Ὅταν τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ ἄρχοντας, τοῦ εἶπε ν᾿ ἀλλάξει γνώµη. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ Ἀρδαλίων ἐπέµενε στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ, τὸν ἔριξαν µέσα στὴν φωτιὰ καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Ἡ Ἁγία Θωµαΐς Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς της τὴν ἀνέθρεψαν ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. Ὅταν ἦλθε σὲ κατάλληλη ἡλικία, τὴν πάντρεψαν µὲ κάποιο νέο, µὲ τὸν ὁποῖο ζοῦσε ἁρµονικὰ καὶ µὲ µεγάλη σωφροσύνη. Ἀλλὰ κατὰ τὴν ἀπουσία τοῦ ἀνδρός της, ὁ πεθερός της, ποὺ συνοικοῦσε µαζί τους, προσπαθοῦσε µὲ κάθε τρόπο νὰ τὴν ἑλκύσει σὲ συνουσία. Μάταια ἡ καλὴ νύφη προσπαθοῦσε νὰ λογικέψει τὸν πόρνο γέροντα. Αὐτὸς ὅµως, ἐπειδὴ δὲν µπόρεσε νὰ καταφέρει τὰ ἄνοµα σχέδια του καὶ τυφλωµένος ἀπὸ τὸ πάθος, µαχαίρωσε τὴν νύφη του. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἄρχοντας τῆς Ἀλεξάνδρειας, καταδίκασε τὸν πόρνο γέροντα σὲ θάνατο. Τὸ δὲ λείψανο τῆς Θωµαΐδας παρέλαβε ὁ ἀββᾶς Δανιήλ, ὁ ἀπὸ τὴν Σκήτη, καὶ τὸ ἔθαψε στὸ κοιµητήριο, ἐπειδὴ ἔδωσε τὸ αἷµα της γιὰ τὴν σωφροσύνη. Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Πελοποννήσιος Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Λιγούδιστα τῆς Ἀρκαδίας καὶ σὲ µικρὴ ἡλικία ἦλθε µαζὶ µὲ τὸν ἀδελφό του στὴν Τρίπολη, ὅπου ἐργαζόταν µαζὶ µὲ κάποιους κτίστες. Ἐπειδὴ ὅµως αὐτοὶ τὸν βασάνιζαν, ἔφυγε ἀπὸ τὴν συντροφιά τους καὶ πῆγε στὸ σπίτι ἑνὸς Τούρκου κουρέα, ὁ ὁποῖος καὶ κατόρθωσε τὸν ἐξισλαµισµό του ὀνοµάζοντάς τον Μεχµέτ. Ἀργότερα ὁ Δηµήτριος ἐγκατέλειψε τὴν Τρίπολη, µετάνιωσε γιὰ τὴν ἀποστασία του καὶ ἦλθε στὸ Ἄργος. Ἀπὸ τὸ Ἄργος, γιὰ µεγαλύτερη ἀσφάλεια, πῆγε στὴν Σµύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Μονὴ τοῦ Προδρόµου κοντὰ στὶς Κυδωνιές, ὅπου βρῆκε εὐσεβῆ πνευµατικό, ἐξοµολογήθηκε καὶ ζήτησε τὶς συµβουλές του. Μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ πνευµατικοῦ αὐτοῦ ὁ Δηµήτριος ἦλθε στὴν Χίο, ὅπου ἔµεινε γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ κοντὰ σὲ ἄλλον φηµισµένο πνευµατικό, µὲ προσευχὴ καὶ µετάνοια. Προετοιµάσθηκε γιὰ τὸ µαρτύριο καὶ πῆγε στὸ Ἄργος, ὅπου παρέµεινε κρυµµένος καὶ χειραγωγούµενος ἀπὸ τὸν ἱερέα Ἀντώνιο Σακελάριο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἔφτασε στὴν Τρίπολη. Παρουσιάστηκε µπροστὰ στὸν Τοῦρκο Διοικητή, δήλωσε ὅτι πιστεύει στὸν Χριστὸ καὶ ὅτι εἶναι ἕτοιµος νὰ χύσει καὶ τὸ αἷµα του γι᾿ Αὐτόν. Τὰ βασανιστήρια ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν φρικτά, ἀλλὰ ὁ Δηµήτριος ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν πίστη του καὶ ἔτσι στὶς 14 Ἀπριλίου 1803 τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν Τρίπολη. Τὸ ἱερό του λείψανο διασώθηκε ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς στὸν Ναὸ τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βαρσῶν. Στὴν κεντρικὴ ἀγορὰ τῆς Τρίπολης, µικρὸς ναὸς τιµᾶται στὸ ὄνοµα τοῦ Νεοµάρτυρα αὐτοῦ. Οἱ Ἅγιοι Ἀντώνιος, Ἰωάννης (οἱ αὐτάδελφοι) καὶ Εὐστάθιος, οἱ ἐν Λιθουανίᾳ Μάρτυρες (+ 1342)
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|