01 Μαΐου
|
|
Ὁ Προφήτης Ἱερεµίας «Ἐπιστράφητε, υἱοὶ ἀφεστηκότες… καὶ ἰάσοµαι τὰ συντρίµµατα ὑµῶν». Ἐπιστρέψτε µὲ µετάνοια ἐσεῖς, οἱ γιοὶ τῆς ἀποστασίας, καὶ ἐγὼ θὰ θεραπεύσω τὰ συντρίµµια σας. Αὐτὰ ἔλεγε ὁ Κύριος µε τὸ στόµα τοῦ προφήτη Ἱερεµία στὸν ἀποστατηµένο λαὸ τοῦ Ἰσραήλ. Ὁ Ἱερεµίας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις µεγάλους προφῆτες τοῦ Ἰσραὴλ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν κωµόπολη Ἀναθώθ. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Χελκίας καὶ ἦταν ἱερέας ἀπὸ τὴν τάξη τῶν πρωθιερέων. Ἡ γέννηση τοῦ Ἱερεµία τοποθετεῖται στὸ 650 π. Χ. Ἀνατράφηκε µέσα στὰ πλαίσια τῶν Μωσαϊκῶν παραδόσεων καὶ ἀπέκτησε τὸ προφητικὸ χάρισµα ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ ἀρκετὰ µικρὴ ἡλικία, γύρω στὰ 25. Πολλὲς φορὲς κινδύνευσε νὰ χάσει τὴν ζωή του, διότι µὲ τὶς προφητεῖες του ἤλεγχε τὴν ζωὴ τῶν Ἰσραηλιτῶν. Κάποτε, µάλιστα, τοῦ ἀπαγόρευσαν νὰ µιλάει, ἀλλὰ αὐτὸς ὑπαγόρευσε τοὺς λόγους του στὸν γραµµατέα του, Βαρούχ, ποὺ τοὺς ἀνέγνωσε στὸν λαό, µὲ ἀποτέλεσµα ὅλοι νὰ κηρύξουν νηστεία. Ὅμως ὁ βασιλιὰς Ἰωακεὶµ δὲν ὑπάκουσε καὶ ἦλθε καιρὸς ποὺ σύρθηκε ἁλυσοδεµένος ἀπὸ τὸ βασιλιὰ τῶν Χαλδαίων Ναβουχοδονόσορα. Ἐπίσης, ὁ Ἱερεµίας προφήτευσε καὶ γιὰ τὴν Νέα Διαθήκη: «Ἰδοὺ ἡµέραι ἔρχονται, φησὶ Κύριος, καὶ διαθήσοµαι τῷ οἴκῳ Ἰσραήλ καὶ τῷ οἴκῳ Ἰούδα διαθήκην καινήν». Νά, ἔρχονται οἱ µέρες, λέει ὁ Κύριος, ποὺ θὰ συνάψω µὲ τοὺς Ἰσραηλίτες καὶ τοὺς Ἰουδαίους νέα διαθήκη. Οἱ πληροφορίες γιὰ τὸ ποῦ καὶ πότε πέθανε, δὲν εἶναι σαφεῖς. Ὁ Ἅγιος Βάτας ὁ Πέρσης, ἱεροµάρτυρας Ἀνήκει καὶ αὐτὸς στὰ ἱερὰ θύµατα, ποὺ προσφέρθηκαν ὡς ὁλοκαυτώµατα στὸν βωµὸ τῆς πίστης στὴν χώρα τῆς Περσίας, κατὰ τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. Στὴν ἀρχὴ ἔζησε µέσα στὸν κόσµο, ἀλλὰ µὲ τέτοιον πνευµατικὸ τρόπο, ποὺ θὰ νόµιζε κάποιος ὅτι ἦταν ἐκτὸς κόσµου. Κατόπιν ἀκολούθησε τὴν ζωὴ τῶν µοναχῶν καὶ διακρίθηκε καὶ ἐδῶ µὲ ὅλες τὶς ἀσκητικὲς ἀρετές. Ἀλλ΄ ἦλθε ὁ καιρὸς τῶν διωγµῶν καὶ ἡ θύελλά τους ἀπὸ τὶς πόλεις ἐπεκτάθηκε στὰ µοναστήρια. Ὁ θάνατος καὶ τὸ µαχαῖρι προχωροῦσαν καὶ στὴν Μονὴ ποὺ ἦταν ὁ Βάτας. Τότε οἱ ἄλλοι µοναχοὶ προτίµησαν νὰ ἀποµακρυνθοῦν. Ἐκεῖνος ὅµως, ἔκρινε ὅτι ὄφειλε νὰ σταθεῖ καὶ νὰ µαρτυρήσει, γιὰ νὰ ἔχουν οἱ ἄπιστοι δείγµατα τῆς χριστιανικῆς γενναιότητας καὶ αὐταπάρνησης. Ὅταν λοιπὸν οἱ ἐχθροὶ εἶδαν ὅτι ὅλοι εἶχαν ἀναχωρήσει, ἡ ὀργὴ ὅλη καὶ ἡ µανία τους στράφηκε κατὰ τοῦ Βάτα. Ἀφοῦ τὸν κακοποίησαν ἄγρια, τὸν ἔφεραν µπροστὰ στὸν ἀδελφὸ τοῦ ἄρχοντα Βαρζαναβᾶ, Ἰασδήχ. Αὐτός, ὅταν εἶδε ὅτι δὲν µποροῦσε νὰ ἀλλαξοπιστήσει τὸν Βάτα µε ὑποσχέσεις τιµῶν καὶ ἀξιωµάτων, διέταξε τὸ θάνατό του µὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Οἱ δήµιοι, ἀφοῦ ἐξάρθρωσαν τοὺς ὤµους του, τὸν ἔδειραν µὲ χοντρὰ ῥαβδιά, τοῦ ἔκοψαν µὲ µαχαίρια τὶς ὠµοπλάτες καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν. Ὁ Ἅγιος Φιλόσοφος Πατρίδα του ἦταν ἡ Ἀλεξάνδρεια καί, καθώς µᾶς διηγεῖται ὁ Μέγας Ἀντώνιος, µαρτύρησε ὡς ἑξῆς: Τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα πάνω σ΄ ἕνα κρεβάτι, ποὺ βρισκόταν µέσα σ΄ ἕνα ὡραῖο κῆπο. Κατόπιν ἔφεραν µία πόρνη, ποὺ µὲ ἐρωτικὰ λόγια καὶ ἄσεµνες χειρονοµίες προσπαθοῦσε νὰ µιάνει τὸν Ἅγιο. Τότε ὁ Ἅγιος ἔκλεισε τὰ µάτια του γιὰ νὰ µὴ βλέπει τὴν πόρνη καὶ ἔπειτα δάγκωσε τὴν γλῶσσα του, ὥστε τὸ αἷµα ἔτρεχε ποτάµι ἀπὸ τὸ στόµα του. Ὅταν πλησίασε στὸ πρόσωπό του ἡ πόρνη, ὁ φιλόσοφος τὴν ἔφτυσε στὸ πρόσωπο καὶ στὰ ῥοῦχα. Ἡ πόρνη βλέποντας ἐπάνω της τὸ αἷµα, φοβήθηκε καὶ ἀποτραβήχτηκε ἀπὸ τὸ αἰσχρὸ ἔργο της. Ἔτσι ὁ Ἅγιος νίκησε καὶ διαφυλάχτηκε µὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Στὴν συνέχεια τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ ἀπῆλθε νικηφόρα στὰ οὐράνια σκηνώµατα. Ἡ Ὁσία Ἰσιδώρα Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Ἅγιος Σάββας Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν κρέµασαν ἐπάνω σὲ µία συκιά. Ἐγκαίνια τῆς Νέας Ἐκκλησίας Ἐδῶ στοὺς Συναξαριστὲς βρίσκουµε τὴν ἑξῆς φράση: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ συνεισέρχεται ὁ Πατριάρχης ἐν τῷ σπηλαίῳ, ἐκεῖθεν δὲ ἀπέρχεται µετὰ λιτῆς εἰς τὴν Νέαν Ἐκκλησίαν, ὅπου καὶ λειτουργεῖ». Μνήµη Σεισµοῦ Ἡ συγκεκριµένη µνήµη τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ἀναφέρεται στὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα 1097 καὶ λέγεται ὅτι ἔγινε τὸ 1201 καὶ ἀφανίστηκαν πολλὰ κελιὰ καὶ πύργοι (βλ. Δηµητριεύσκι, Τυπικά, Β΄, σελ. 415). Ὁ Ἅγιος Ἀφρικανός, ἐπίσκοπος Λουγδούνου Ὁ Ἅγιος Μαῦρος ὁ ἱεροµάρτυρας καὶ «οἱ σὺν αὐτῷ» Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye (σελ. 647) καλεῖται ἱεροµάρτυρας καὶ στὸν Κώδικα Δ δ, II Κρυπτοφέρης (φ. 59), ὅπου καὶ ἡ Ἀκολουθία του, καλεῖται ἁπλῶς µάρτυρας. Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ θαυµατουργὸς Καὶ αὐτὸς ὁ Ὅσιος εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Στὸν Ὅσιο αὐτό, ὑπάρχει Ἀκολουθία πλήρης στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1574 φ. 153α, ποὺ ἐξυµνοῦνται οἱ ἀσκητικές του ἀρετὲς καὶ οἱ θαυµατουργικὲς δυνάµεις ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὸν τάφο του. Ὁ Ἅγιος Πανάρετος (+ 1793), ἀρχιεπίσκοπος Πάφου τῆς Κύπρου Γεννήθηκε στὴν Κύπρο καὶ ἡ µεγάλη του ἀρετὴ τὸν ἀνέδειξε Ἀρχιεπίσκοπο Πάφου. Ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ἁγία καὶ πολὺ ἀσκητική, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἀφοῦ εἶχε προβλέψει – θείᾳ χάριτι – τὸν θάνατό του. Λέγεται µάλιστα, ὅτι µετὰ τὸν θάνατό του ἔκανε καὶ θαύµατα. Ὁ Νέος Ὁσιοµάρτυς Ἀκάκιος ἀπὸ τὸ Νεοχώρι Θεσσαλονίκης Τὸ ἀρχικό του ὄνοµα ἦταν Ἀθανάσιος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὸ Νεοχώριον τῆς Θεσσαλονίκης. Παιδὶ ἀκόµα, ἀσπάσθηκε µὲ τὴν βία τὸν Ἰσλαµισµὸ στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν µεγάλωσε στὴν ἡλικία, ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Ἀκάκιος. Ἀργότερα ἐπανῆλθε στὴν Κων/πολη, ἐπεζήτησε τὸ µαρτύριο καὶ ἀφοῦ ποδοπάτησε τὸ τουρκικὸ φέσι του µπροστὰ στὸν ἱεροδικαστή, ἀπεκήρυξε τὸν Ἰσλαµισµό. Ὁµολογώντας τὴν Χριστιανική του πίστη, βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ἀποκεφαλίστηκε στὴν Κων/πολη τὴν 1η Μαΐου 1815. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Καισαρείας Μελέτιος. Ἀκολουθία κοινὴ µὲ τοὺς συνασκητὲς τοῦ Ἁγίου, δηλαδὴ τὸν Εὐθύµιο ἀπὸ τὴν Δηµητσάνα καὶ τὸν Ἰγνάτιο ἀπὸ τὴν παλαιὰ Ζαγορά, ποὺ µαρτύρησαν στὴν Κων/πολη τὸ 1814, συνέγραψε ὁ Ἰβηρίτης Ὀνούφριος καὶ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1862. Ἡ µνήµη τῶν τριῶν αὐτῶν νεοµαρτύρων τελεῖται στὴν Σκήτη τοῦ Τιµίου Προδρόµου τὴν 1η Μαΐου. Ἐπιστολὴ τοῦ ὁσιοµάρτυρα αὐτοῦ, ποὺ ἀπευθύνθηκε τρεῖς µέρες πρὸ τοῦ µαρτυρίου του στὴν Κων/πολη πρὸς κάποιον πνευµατικό του πατέρα, ἐκτυπώθηκε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ τὸν µοναχὸ Ἀκάκιο Προδροµίτη. Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ χρονολογεῖται 27 Ἀπριλίου 1816 καὶ ὁδηγεῖ στὸ συµπέρασµα ὅτι ὁ µάρτυρας µαρτύρησε τὴν 1η Μαΐου 1816. Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος ὁ Χίος Γεννήθηκε στὰ Καρδάµυλα τῆς Χίου τὸ 1750 ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ τὸ ἀρχικό του ὄνοµα ἦταν Γεώργιος. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀφιερώθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ διασωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τοῦ λοιµοῦ. Μπῆκε στὴν Νέα Μονὴ σὰν δόκιµος καὶ διέπρεψε στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν εὐσέβεια, καθὼς ἐπίσης διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴν φιλοµάθειά του. Γι΄ αὐτὸ οἱ Πατέρες τῆς Μονῆς τὸν ἔστειλαν στὴν Χώρα, ὅπου µὲ τὴν χειραγωγία τοῦ τότε διδασκάλου, Νεοφύτου τοῦ Καυσοκαλυβίτου τοῦ ἐξ Ἑβραίων, µορφώθηκε καλὰ καὶ ἔπειτα ἔγινε διδάσκαλος στὴν σχολὴ αὐτή, ἐπὶ σχολαρχείας Ἀθανασίου τοῦ Πάριου. Στὴν σχολὴ δίδαξε µέχρι τὸ 1802, ὅποτε ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς Νέας Μονῆς σὰν ἡγούµενος καὶ συνέγραψε τὴν Ἱστορία της. Ἀλλ΄ ἡ ἀκαταστασία στὴν Μονὴ καὶ οἱ ἀντιδράσεις γιὰ τὴν διακυβέρνησή της, τὸν ἀποµάκρυναν ἀπ᾿ αὐτὴ καὶ κατέφυγε στὰ Ῥέστα, στὸ µονύδριο τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὅπου µόναζε καὶ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὰ Ἄγραφα. Κάποτε ὅµως ἀρρώστησε στὴν Χώρα στὸ σπίτι τῆς ἀδελφῆς του καὶ πέθανε, ἀφοῦ ἔζησε ὁσιακὴ ζωή, τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1821. Οἱ Ἅγιοι Εὐθύµιος ὁ Πελοποννήσιος καὶ Ἰγνάτιος ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας Γιὰ µὲν τὸν πρῶτο βλέπε βιογραφία του 22 Μαρτίου, γιὰ δὲ τὸν δεύτερο 8 Ὀκτωβρίου, ὅπου καὶ οἱ κυρίως µνῆµες τῶν Ἁγίων αὐτῶν. Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος Μποραβίας (Ῥῶσος) Ὁ Θεοφόρος καὶ θαυµατουργὸς (+ 1479). Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος, ἡγούµενος Ἱ. Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἐν Μπολτίνκ (Ῥῶσος, + 13ος αἰ.)
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|