07 Ἰουλίου
|
|
Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὁ ἐν Μαλεῷ
Ἦταν πλούσιος καὶ τὴν περιουσία του χρησιµοποιοῦσε σὲ ἔργα φιλανθρωπικά. Τὴ δὲ ἀρχοντική του θέση διέθετε πάντοτε πρὸς ὑποστήριξη τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἐπιείκειας, χωρὶς ποτὲ νὰ ζητήσει ἐξυπηρέτηση ἀτοµικῶν παθῶν καὶ συµφερόντων. Θέλησε ὅµως, νὰ προσηλωθεῖ ἀκόµα περισσότερο στὸ Θεό. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὸν κόσµο καὶ κατέφυγε στὸ Μαλεό· ἴσως νὰ εἶναι τὸ ἀκρωτήρι τῆς Πελοποννήσου Μαλέα. Ἐκεῖ ἔζησε ζωὴ ἀσκητική, µὲ προσευχή, µελέτη καὶ ψαλµῳδία. Ἀλλ΄ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, τὸν παρακινοῦσε καὶ κατέβαινε στὶς γύρω περιοχὲς καὶ εὐεργετοῦσε πολὺ κόσµο, ἀφοῦ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισµα καὶ νὰ θαυµατουργεῖ. Ὁ θάνατος τὸν βρῆκε νὰ εὐεργετεῖ συνεχῶς, διότι καὶ κατὰ τὸ χρόνο τῆς µόνωσής του, προσευχόταν γιὰ ὅλους καὶ κατάρτιζε τὸν ἑαυτό του νὰ γίνεται ἄξιο ὄργανο τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὠφέλεια τοῦ πλησίον. Ἡ Ἁγία Κυριακή ἡ Μεγαλοµάρτυς Ἦταν κόρη τοῦ Δωροθέου καὶ τῆς Εὐσεβίας. Αὐτοὶ ἦταν ἄτεκνοι καὶ παρακαλοῦσαν τὸ Θεὸ νὰ τοὺς δώσει παιδί. Πράγµατι, ὁ Θεὸς εὐδόκησε, καὶ τὸ χριστιανικὸ αὐτὸ ζευγάρι ἀπέκτησε παιδί. Γεννήθηκε ἡµέρα Κυριακή, γι᾿ αὐτὸ καὶ τῆς ἔδωσαν τὸ ὄνοµα Κυριακή. Κατὰ τὸ διωγµὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ, οἱ γονεῖς της συνελήφθησαν καὶ µετὰ ἀπὸ ἀνάκριση βασανίστηκαν καὶ ἀποκεφαλίστηκαν ἀπὸ τὸν δούκα Ἰοῦστο. Ἡ δὲ Κυριακὴ παραπέµφθηκε στὸν Καίσαρα Μαξιµιανό, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸν ἄρχοντα Βιθυνίας Ἱλαριανό, ὁ ὁποῖος τῆς ὑπενθύµισε ὅτι ἡ ὀµορφιά της εἶναι γιὰ ἀπολαύσεις καὶ ὄχι γιὰ βασανιστήρια. Τότε ἡ παρθένος κόρη τοῦ ἀπάντησε: «Οὔτε στὴ νεότητά µου, οὔτε στὴν ὀµορφιά µου δίνω τὴν παραµικρὴ προσοχή. Καὶ τὰ λαµπρότερα ἀπὸ τὰ ἐπίγεια πράγµατα εἶναι προσωρινά, ὅπως τὰ ἄνθη, καὶ κούφια, ὅπως οἱ σκιές. Σήµερα, ἔπαρχε, εἶµαι ὄµορφη, αὔριο µία ἄσχηµη γριά. Νὰ κάνω, λοιπόν, κέντρο τῆς ζωῆς µου τὴν ὀµορφιά µου; Τὴν ἀξία της, ὅµως, τὴν γνώρισα στὶς ῥυτίδες, ποὺ τὴν περιµένουν καὶ στὸν τάφο ποὺ τὴν καλεῖ. Νόµισες, λοιπόν, ὅτι θὰ κάνω τὴν τερατώδη ἀνοησία, νὰ χάσω τὴν αἰώνια λαµπρότητα γιὰ νὰ µείνω λίγο περισσότερο στὴ γῆ; Γι΄ αὐτὸ στὸ ξαναλέω, ἔπαρχε: εἶµαι καὶ θὰ εἶµαι στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο χριστιανή». Ἐξοργισµένος ὁ Ἱλαριανός, σκληρὰ τὴν βασάνισε καὶ διέταξε νὰ τὴν ἀποκεφαλίσουν. Ἀλλὰ πρὶν πέσει ἡ σπάθη, προσευχόµενη παρέδωσε τὸ πνεῦµα της στὸν Κύριο. Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Ἱεροµάρτυρας Μαρτύρησε διὰ πυρός. Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ὁ Νέος Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν µὲ µαχαῖρι. Ὁ Ἅγιος Εὐάγγελος Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Οἱ Ἅγιοι Περεγρῖνος, Λουκιανός, Ποµπήιος, Ἡσύχιος, Παππίας, Σατορνῖνος καὶ Γερµανός Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἰταλία καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Τραϊανοῦ (98 µ.Χ.). Ὅταν ἔγινε ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἐπιβιβάστηκαν σ΄ ἕνα πλοῖο καὶ ἀπέπλευσαν στὴν πόλη τοῦ Δυρραχίου. Ἐκεῖ ὅταν εἶδαν τὸ µαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἀστείου, ἐπισκόπου Δυρραχίου, τὸν µακάρισαν καὶ συνελήφθηκαν. Στὴ συνέχεια ἀφοῦ ὁµολόγησαν ὅτι εἶναι χριστιανοί, µὲ διαταγὴ τοῦ ἀνθυπάτου Ἀγρικόλα, τοὺς ἔριξαν στὸ Ἀδριατικὸ πέλαγος καὶ ἔτσι πῆραν τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Τὰ δὲ ἁγία λείψανά τους, ἀφοῦ βγῆκαν ἔξω ἀπὸ τὴν θάλασσα, παραχώθηκαν στὴν ἄµµο. Μετὰ 70 χρόνια, φανερώθηκαν στὸν ἐπίσκοπό της Ἀλεξανδρείας, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τὰ παρέλαβε, τὰ ἔθαψε µὲ τιµὲς καὶ ἔκτισε στ΄ ὄνοµά τους µικρὴ Ἐκκλησία. Ὁ Ἅγιος Ἀπολλώνιος Ἱεροµάρτυρας, Ἐπίσκοπος τῆς Βρεσκίας στὴν Ἰταλία (+ 2ος αἰ.). |
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|