10 Ἰουλίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι 45 Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὴ Νικόπολη τῆς Ἀρµενίας καὶ µεταξὺ αὐτῶν οἱ Ἅγιοι Δανιὴλ, Μαυρίκιος, Ἀντώνιος καὶ Λεόντιος. Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Λικίνιος. Κορυφαῖοι ἀπ΄ αὐτοὺς ἦταν ὁ Λεόντιος, ὁ Μαυρίκιος, ὁ Δανιὴλ καὶ ὁ Ἀντώνιος. Ὅταν ὁ Λικίνιος ἐξέδωσε διάταγµα κατὰ τῶν χριστιανῶν, µόνοι τους ἦλθαν στὸν δούκα καὶ φανέρωσαν ὅτι εἶναι χριστιανοί. Σὲ ἐρώτηση τοῦ Λυσία, ποιὸς τοὺς ἔπεισε νὰ µὴ θυσιάζουν στοὺς θεούς, αὐτοὶ ἀπάντησαν: « Ὁ Χριστὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ µᾶς δίδαξε καὶ µᾶς ἔπεισε νὰ µὴ λατρεύουµε θεοὺς ἀνύπαρκτους, καὶ νὰ µὴ προσκυνοῦµε τὰ εἴδωλά τους». Ὀργισµένος ὁ δούκας, διέταξε καὶ τοὺς φυλάκισαν δεµένους χειροπόδαρα, χωρὶς νὰ τοὺς δίδεται καθόλου ψωµὶ καὶ νερό. Οἱ Ἅγιοι πέρασαν τὴν νύκτα προσευχόµενοι. Μεταξὺ ἄλλων, ἔλεγαν: «Εὐλογοῦµε, Κύριε, ἐσένα, τὸ βασιλιὰ τῆς δόξας. Διότι σὺ εἶσαι ἡ ἀληθινὴ ζωή, ποὺ θυσιάστηκες γιὰ µᾶς τοὺς ἁµαρτωλούς, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἕνωσέ µας, Κύριε, ὥστε ὅλοι µαζὶ µὲ µία ψυχὴ νὰ σὲ ὁµολογήσουµε καὶ ὅλοι µαζὶ νὰ πεθάνουµε». Τὸ πρωὶ ὁ Λυσίας, ἀφοῦ τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν φυλακή, τοὺς ῥώτησε ἂν µετάνιωσαν καὶ ἐπανῆλθαν στοὺς θεοὺς τοῦ κράτους. Οἱ Ἅγιοι µὲ ἕνα στόµα ἀπάντησαν: «χριστιανοὶ ἐσµέν». Εἴµαστε χριστιανοί. Μὲ µανία τότε ὁ Λυσίας διέταξε καὶ τοὺς ἔκοψαν χέρια καὶ πόδια, καὶ ἔπειτα τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἔτσι, ὅλοι µαζὶ ἀξιώθηκαν νὰ πάρουν τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Μεταξὺ δὲ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ πρόκριτοι τῆς πόλεως Δανιήλ, Μαυρίκιος, Ἀντώνιος καὶ Λεόντιος. Οἱ Ἅγιοι Βιάνωρ καὶ Σιλουανός Ὁ Βιάνωρ καταγόταν ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῆς Πισιδίας καὶ συνελήφθη, ἐπειδὴ ὁµολογοῦσε τὸν Χριστό, ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα τῆς Αὐφρατησίας (ἢ Εὐφρατησίας), ποὺ σήµερα ὀνοµάζεται Ἄτζαρ καὶ βρίσκεται στὴ Συρία. Ἀφοῦ τὸν κρέµασαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνελέητα µὲ ξύλινα σπαθιά, κατόπιν τὸν ἔκαψαν µὲ σιδερένια πυρακτωµένα σφαιρίδια, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ χάσει τὰ δόντια καὶ τ΄ αὐτιά του. Ὁ δὲ Σιλουανός, ποὺ ἦταν ἐκεῖ καὶ ἔβλεπε τὸ µαρτύριο καὶ τὴν ἀνδρεία τοῦ Βιάνορα, πίστεψε καὶ ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ µπροστὰ σ΄ ὅλους τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἐπὶ τόπου τότε, τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα καὶ κατόπιν τὸ κεφάλι. Τοῦ δὲ Βιάνορα, ἔβγαλαν τὸ δεξὶ µάτι, ἔγδαραν τὸ δέρµα τῆς κεφαλῆς του καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι καὶ οἱ δυὸ ἔλαβαν µαζὶ τὸ στεφάνι τῆς ἀθλήσεως. Ἀνακοµιδὴ Ἱερῶν Λειψάνων ἐν Γερᾷ Λέσβου Ἁγίου Γρηγορίου Ἐπισκόπου Ἀσσοῦ Ὁ Ἅγιος Τιθόης µάρτυρας Ὁ Ἅγιος Ἀπολλώνιος ἀπὸ τὶς Σάρδεις Ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπὸ τὶς Σάρδεις. Καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Ἰκονίου, διότι πίστευε στὸ Χριστὸ καὶ ἐνεργοῦσε µεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Περίνιος – ἔτσι ὀνοµαζόταν ὁ ἔπαρχος – µετὰ ἀπὸ µάταιες προσπάθειες, γιὰ νὰ τὸν ἐξαναγκάσει ν΄ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, τὸν σταύρωσε. Τὸ τέλος αὐτό, ποὺ τὴν φρικτὴ ἀγωνία του δοκίµασε καὶ ὁ Κύριός µας Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Ἀπολλώνιος ὑπέστη µὲ πολλὴ καρτερία, ἐνδυναµούµενος ἀπὸ τὴν θεία χάρη. Καὶ ἔτσι κέρδισε τὸ ἐνδοξότατο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Οἱ Ἅγιοι Μύριοι (10.000) Ὅσιοι τῆς Νιτρίας ποὺ θανάτωσε µὲ φωτιὰ ὁ ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας Θεόφιλος, ἐπειδὴ ἀντιπαθοῦσε τὸν Ἰσίδωρο τὸν Πρεσβύτερο Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἀσκητές, κατοικοῦσαν µέσα σὲ σπηλιὲς καὶ καλύβες τῆς Νιτρίας τῆς Αἰγύπτου, καὶ κύριο ἔργο τους ἦταν ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ζοῦσαν µὲ νηστεῖες, ἀγρυπνίες, προσευχὲς καὶ ἦταν γύρω στὶς 10.000 στὸν ἀριθµό. Ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος, ὁ πρῶτος ἀπ΄ αὐτούς, φιλονικοῦσε µὲ τὸν ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Θεόφιλο γιὰ ὁρισµένα ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα, ποὺ ὁ Θεόφιλος ἔφερνε ἀντίρρηση, γι᾿ αὐτὸ ὁ Ἰσίδωρος, ἔχοντας πίσω του τὴν ὑποστήριξη τῶν πολλῶν µοναχῶν, ἤλεγχε τὸν Θεόφιλο. Τότε ὁ Θεόφιλος, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν Ἰσίδωρο, ἔστειλε κρυφὰ δικούς του ἀνθρώπους καὶ ἔκαψε ζωντανοὺς µέσα στὶς Σκῆτες, ὅλους τοὺς συγκεκριµένους Πατέρες. Ἡ Σύναξις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἐν τοῖς Βιάτου ἢ Βεώτου Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Ῥῶσος ὁ Ἐσφιγµενίτης Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ῥωµανοῦ Ἀργυρόπουλου καὶ Βλαδίµηρου τοῦ εὐσεβοῦς ἄρχοντα τῆς Ῥωσίας. Ὁ Ἀντώνιος τὸ 1012 ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη µοναχὸς στὴ Μονὴ Ἐσφιγµένου. Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴ Ῥωσία καὶ ἔγινε πατέρας τοῦ Μοναστικοῦ Τάγµατος τῶν Ῥώσων. Ἀλλ΄ ἐπειδὴ ὁ Σιατοπόλκος κήρυξε διωγµὸ κατὰ τῶν µοναχῶν, ὁ Ἀντώνιος ἐπέστρεψε στὸ Ἅγιον Ὄρος, κοντὰ στὸν Γέροντά του Θεόκτιστο. Ὅταν ὅµως ἐπανῆλθε ἡ τάξη στὴ Ῥωσία µὲ τὸν Ἰαροσλάβο, ὁ Ἀντώνιος ἐπέστρεψε στὴ Ῥωσία, ὅπου ἔκανε πολλοὺς µοναχοὺς καὶ ἔκτισε τὴν θαυµαστὴ Μονὴ Πετσέρσκβοϊ, στὴν ὁποία ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 90 χρονῶν. |
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|