29 Ἰουλίου
|
|
Ὁ Ἅγιος Καλλίνικος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κιλικία. Μὲ ἰδιαίτερη εὐφράδεια λόγου, ἀλλὰ καὶ µὲ πολὺ ζῆλο, δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν ἔφθασε στὴν Αἴγυπτο, φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἐξεγέρθηκαν ἐναντίον του, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεµόνα Σακέρδωνα. Αὐτός, ὑποκρινόµενος, ἔδειξε ὅτι λυπᾶται, καὶ γιὰ νὰ κάµψει τὸ φρόνηµα τοῦ Καλλινίκου, ἀνέφερε δῆθεν περιστατικὰ πρώην γενναίων χριστιανῶν, ποὺ ὅταν ἀντίκρισαν τὰ σκληρὰ βάσανα, ἀρνήθηκαν τὴν πίστη τους. Ὁ Καλλίνικος, ἀντιλαµβανόµενος τὴν ὑποκρισία τοῦ ἡγεµόνα, µειδίασε καὶ τοῦ εἶπε: «Μὴν ἀναβάλλεις, ἔπαρχε, νὰ λάβεις πεῖρα τῆς δύναµης µὲ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς ὁπλίζει τοὺς γνήσιους πιστούς Του. Γρήγορα ἑτοίµασε ὅλα σου τὰ κολαστήρια ὄργανα, φωτιά, ξίφη, τροχούς, µαχαίρια, µαστίγια καὶ ὅ,τι ἄλλο σκληρὸ µαρτύριο ἔχεις. Ὅλα αὐτὰ καὶ ἄλλα περισσότερα καὶ σκληρότερα βασανιστήρια ποθῶ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ». Πράγµατι, ὁ ἔπαρχος τὸν µαστίγωσε σκληρά. Ἔσκισε τὶς σάρκες του µὲ σιδερένια νύχια καὶ ὅπως ἦταν µισοπεθαµένος, τὸν ἔδεσε πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο, ποὺ τὸν ἔσυρε γιὰ πολλὰ χιλιόµετρα. Τόση ἦταν ἡ λύσσα τοῦ ἐπάρχου, ποὺ πρὶν ὁ Καλλίνικος ἀφήσει τὴν τελευταία του πνοή, τὸν ἔριξε µέσα στὴ φωτιά. Ἔτσι ἔνδοξα πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Ἡ Ἁγία Θεοδότη καὶ τὰ τρία παιδιά της Ἡ ἁγία Θεοδότη ἦταν ἀπὸ τὴν Νίκαια καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν θερµότητα τῆς εὐσέβειάς της. Ἔµεινε χήρα καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν ἀνατροφὴ τῶν τριῶν παιδιῶν της, χωρὶς νὰ δώσει καµιὰ προσοχὴ στὶς προτάσεις δεύτερου γάµου. Μὲ τὴν φιλόστοργη φροντίδα της, µεγάλωσαν οἱ γιοί της καὶ ἀναδείχτηκαν παιδιὰ πιστὰ καὶ µὲ µεγάλη φρόνηση. Τὰ χρόνια ὅµως ἐκεῖνα, ἦταν δύσκολα καὶ ἐπικίνδυνα. Ἡ εἰκονοµαχία ἦταν στὸ ἀποκορύφωµά της. Ἡ ἁγία Θεοδότη µὲ τοὺς γιούς της, ἦταν στὴν πρώτη τάξη τῶν ὑπερµάχων ἀθλητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐκείνη µεταξὺ τοῦ γυναικείου κόσµου, αὐτοὶ µεταξὺ τῶν συνοµηλίκων τους, συµβούλευαν καὶ διήγειραν κατὰ τῶν ἀσεβῶν προσταγµάτων τῶν εἰκονοµάχων βασιλέων. Τὸ καθῆκον αὐτό, ἔφερε µητέρα καὶ γιοὺς στὸ µαρτύριο, ποὺ τὸ ὑπέστησαν µὲ ἀξιοθαύµαστη καρτερία. Ἔτσι ὅλοι µαζί, πῆραν τὰ ἀθάνατα στεφάνια, ποὺ παρέχει στοὺς καλοὺς ἀθλητὲς ὁ ἀγωνοθέτης Θεός. Ναὸ στὴν ἁγία Θεοδότη ἔκτισε ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανός. (Ἡ µνήµη τῆς ἁγίας Θεοδότης καὶ τῶν τριῶν παιδιῶν της ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 22α Δεκεµβρίου µὲ διαφορετικὰ βιογραφικὰ στοιχεῖα). Ὁ Ἅγιος Μάµας Μαρτύρησε διὰ πνιγµοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν µέσα στὴ θάλασσα. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης µάρτυρας Ὁ Ἅγιος Βασιλίσκος ὁ γέρων Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Κωνσταντῖνο τὸν Α´, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Ἰωάννη τὸν Ε´ τὸ ἔτος 674. Εἶχε κάνει προηγούµενα διάκονος καὶ σκευοφύλακας. Πατριάρχευσε δυὸ χρόνια καὶ τρεῖς µῆνες. Δὲν ἔχουµε πολλὰ βιογραφικά του στοιχεῖα. Βέβαιο εἶναι ὅµως, ὅτι διακρινόταν γιὰ τὸ αὐστηρὰ Ὀρθόδοξο φρόνηµά του, τὸν ζῆλο γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῶν κακοδόξων, τῶν µονοθελητῶν, ἐπίσης γιὰ τὸν ἀφιλοχρήµατο καὶ φιλόπτωχο χαρακτῆρα του. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅµως, ἔχει ἄλλη ἄποψη περὶ τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ καὶ εἰκάζει ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου Γ´ τοῦ Λειχούδη, γράφοντας περὶ αὐτοῦ τὰ ἑξῆς: « Ὁ Νικόδηµος καὶ κατ᾿ αὐτὸν καὶ ὁ Γεδεῶν ἀποδέχονται ὅτι οὗτος εἶναι ὁ Κωνσταντῖνος Α´ ὁ πατριαρχεύσας ἀπὸ τοῦ 674-676 ὁ ἀπὸ διακόνου καὶ σκευοφύλακος τῆς µεγάλης ἐκκλησίας εἰς τὸν πατριαρχικὸν θρόνον ἀναβὰς εἰς διαδοχὴν Ἰωάννου τοῦ Ε´. Ἀλλ᾿ ἐν τῷ Συναξαριστῇ Delehaye «µνήµη Κωνσταντίνου τοῦ νέου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως»· γίνεται λοιπὸν διάκρισις µεταξὺ παλαιοτέρου ὁµωνύµου πατριάρχου καὶ νεωτέρου· καὶ ὡς τοιοῦτον θὰ δεχθῶµεν Κωνσταντῖνον τὸν Γ´ (ὁ Β´ ἣν εἰκονοµάχος) τὸν Λειχούδην, ἱερατεύσαντα ἀπὸ τοῦ 1059-1063, τὸν ἄλλοτε πρωτοβεστιάριον καὶ πρόεδρον τῆς συγκλήτου, καὶ εἴτα εὐνοῦχον καὶ µοναχόν, τὸν διαδεχθέντα Μιχαὴλ τὸν Κηρουλλάριον. Ὑπῆρξεν ἐνάρετος καὶ Ἱδρυτὴς µονῆς τῆς Θεοτόκου ἐν Κωνσταντινουπόλει, ὡς µαρτυρεῖ ὁ Ψελλὸς ἐν τῷ πρὸς τὸν πατριάρχην ἐπιταφίῳ αὐτοῦ λόγῳ (ἴδ. Σάθα, Μεσαίων. Βιβλ. Δ´, σ. 445) καὶ ἑποµένως δικαιολογεῖται ἡ µετὰ τῶν ὁσίων κατάταξις αὐτοῦ». Οἱ Ἅγιοι Πατέρας, Μητέρα καὶ τὰ δυὸ παιδιά τους Μαρτύρησαν διὰ πυρός. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ στρατιώτης Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (361) καὶ ἦταν στρατιώτης «εἰς τὰ νούµερα τῶν καλουµένων Ταϊφάλων». Αὐτὸς λοιπόν, εἶχε σταλεῖ µαζὶ µὲ ἄλλους στρατιῶτες νὰ καταδιώξει χριστιανούς. Φαινοµενικά τους καταδίωκε, ἐνῷ στὰ κρυφὰ τοὺς βοηθοῦσε νὰ διαφύγουν, νὰ ἀντέχουν τὰ βασανιστήρια, νὰ ἔχουν τὰ στοιχειώδη γιὰ τὴν ἀντιµετώπιση τῶν ἀσθενειῶν τους καὶ ἄλλα. Ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ πέρασε τὴν ζωή του ὁ Ἰωάννης, ἀναπαύθηκε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν Πανδέκτη, τόπο ποὺ καὶ οἱ ξένοι ἐνταφιάζονταν. Ἡ δὲ σύναξή του γινόταν στὸν πρῶτο ἀποστολικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Οἱ Ἅγιοι Βενιαµὶν καὶ Βήριος Ἡ σύναξή τους γινόταν κοντὰ στὰ παλάτια τοῦ «Ἑβδόµου». Ὁ εὐσεβὴς Βασιλιᾶς Θεοδόσιος Β´ ὁ Νέος ἢ Μικρὸς Βασίλευσε τὸ ἔτος 408 σὲ ἡλικία µόλις ἑπτὰ χρονῶν, διάδοχος τοῦ πατέρα του Ἀρκαδίου. Ὀνοµάστηκε Μικρὸς γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸν παπποῦ του τὸν µεγάλο. Τοῦ µετέδωσε τὴν χριστιανικὴ εὐσέβεια ἡ ἀδελφή του Πουλχερία καὶ ἔτσι ἔτρεφε µεγάλη εὐλάβεια καὶ ἀφοσίωση στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ὅταν ὁ Θεοδόσιος ὁ Μικρὸς ἀνέλαβε τὸ βασιλικὸ σκῆπτρο, µὲ τὴν βοήθεια τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ὑποστήριξε θερµὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τὴν ἀσφάλεια τοῦ συµβόλου της. Ἔτσι, µὲ βασιλικὸ θέσπισµα τῆς 19ής Νοµεβρίου τοῦ 430, συνῆλθε τὴν 22α Ἰουνίου τοῦ 431 στὴν Ἔφεσο ἡ τρίτη Οἰκουµενικὴ Σύνοδος, ποὺ καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Νεστορίου. Ἡ Ἐκκλησία, γιὰ τὴν θερµὴ εὐσέβεια καὶ τὴν σπουδαία αὐτὴ ὑπηρεσία τοῦ Θεοδοσίου Β´ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, τὸν κατάταξε στὸν χορὸ τῶν Ἁγίων της. |
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|