23 Ἰουλίου
|
|
Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς ὁ νέος, ἀπὸ τὴν Σινώπη,
Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 22α Σεπτεµβρίου, τὴν ἡµέρα αὐτὴ γιορτάζουµε τὴν ἀνακοµιδὴ τῶν ἁγίων λειψάνων του. Ὁ Προφήτης Ἰεζεκιήλ Ἔζησε στὰ χρόνια του Ναβουχοδονόσορα, κατὰ τὸν ἕκτο αἰῶνα π.Χ. (κατ΄ ἄλλους τὸ 477π.Χ.). Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ὀνοµαζόταν Βουζί. Ἡ ἀνατροφὴ τοῦ Ἰεζεκιὴλ ὑπῆρξε πολὺ ἐπιµεληµένη, µέσα στὰ πλαίσια τῶν αὐστηρῶν ἠθῶν τῆς πατροπαράδοτης θρησκείας. Ἦταν ἀµείλικτος ἐχθρὸς κάθε κακίας καὶ ἁµαρτίας καὶ ἤλεγχε µὲ θάρρος τοὺς ὑπερόπτες καὶ ἀλαζονικοὺς ἄρχοντες. Ὁ Ἰεζεκιὴλ ἦταν πολὺ ἀγαπητὸς στὸ λαὸ καὶ πολλοὶ προσέρχονταν σ΄ αὐτόν, ἀκόµα καὶ πρεσβύτεροι Ἰουδαῖοι, γιὰ νὰ ζητήσουν τὶς συµβουλές του. Οἱ προφητεῖες του ἀναφέρονται κυρίως στὴν καταστροφὴ τῆς Ἱερουσαλὴµ καὶ µετά. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ὁ Ἰεζεκιὴλ φονεύθηκε ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Γάδ, ἐπειδὴ ἤλεγχε τὶς εἰδωλολατρικές τους ῥοπές. Τάφηκε στὴ σηµερινὴ Βαγδάτη τοῦ Ἰράκ. Ἂς ἀναφέρουµε, ὅµως, µερικὰ λόγια του προφήτη, ποὺ δίνουν ἀθάνατα µηνύµατα ζωῆς αἰωνίου: «Καὶ ἐγένετο λόγος Κυρίου πρός µε, λέγων… ὅτι πᾶσαι αἱ ψυχαὶ ἐµαί εἰσιν … Ἡ ψυχὴ ἡ ἁµαρτάνουσα, αὐτὴ ἀποθανεῖται. Ὁ δὲ ἄνθρωπος ὃς ἔσται δίκαιος, ὁ ποιῶν κρῖµα καὶ δικαιοσύνην … ζωὴ ζήσεται, λέγει Κύριος». Δηλαδή, ὁ Κύριος µίλησε σὲ µένα, λέει ὁ Ἰεζεκιήλ, καὶ εἶπε: «κάθε ζωὴ ἀνθρώπου εἶναι δική µου. Αὐτὸς ποὺ ἁµαρτάνει, αὐτὸς καὶ θὰ τιµωρηθεῖ µὲ θάνατο. Ὁ ἄνθρωπος, ὅµως, ποὺ εἶναι δίκαιος, αὐτὸς ποὺ τηρεῖ τὶς ἐντολές µου καὶ φέρεται µὲ δικαιοσύνη, αὐτὸς θὰ ζήσει αἰώνια, λέγει ὁ Κύριος». Ὁ Ἅγιος Ἀπολλινάριος ἐπίσκοπος Ῥαβέννας Ὑπῆρξε µαθητὴς καὶ ἀκόλουθος τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια στὴ Ῥώµη. Ἔπειτα ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος Πέτρος τὸν χειροτόνησε ἐπίσκοπο Ῥαβέννας. Ἐκεῖ ὁ Ἀπολλινάριος ἐργάστηκε µὲ πολὺ ζῆλο γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ κατόρθωσε τὸν φωτισµὸ πολλῶν εἰδωλολατρῶν, µὲ ἀποτέλεσµα οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν κακοποιήσουν. Ἀργότερα ὁ Ἀπολλινάριος θεράπευσε µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸν Βονιφάτιο, διακεκριµένο µέλος τῆς κοινωνίας τῆς Ῥαβέννας, ποὺ ἦταν κωφάλαλος, καὶ τὴν κόρη του, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ δαιµόνιο. Τὸ γεγονὸς αὐτό, ἔφερε πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν τὸν βασάνισαν σκληρά. Ἔπειτα ὁ Ἀπολλινάριος ἀναχώρησε στὴν Αἰµυλία, ὅπου ἀνέστησε τὴν κόρη τοῦ πατρικίου Ῥουφίνου, ποὺ ὁλόκληρη ἡ οἰκογένειά του προσῆλθε στὸν Χριστό. Τότε ὁ ἔπαρχος τῆς πόλης, ἀφοῦ τὸν βασάνισε τὸν ἔβαλε σ΄ ἕνα πλοῖο γιὰ νὰ τὸν ἐξορίσει. Τὸ πλοῖο ὅµως ναυάγησε, ὁ Ἀπολλινάριος σώθηκε, βγῆκε στὴ Μοισία τῆς Θρᾴκης καὶ ἀπὸ κεῖ ἐπέστρεψε στὴ Ῥαβέννα. Μόλις ἔφτασε τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔκλεισαν στὴ φυλακὴ µὲ τὴν εὐθύνη κάποιου ἑκατόνταρχου. Ὁ ἑκατόνταρχος ὅµως ἦταν χριστιανὸς καὶ τὸν ἄφησε νὰ φύγει. Ὅταν τὸ ἔµαθαν αὐτὸ οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, ἔστειλαν ἀνθρώπους τους, οἱ ὁποῖοι τὸν πρόλαβαν στὸ δρόµο καὶ τὸν χτύπησαν τόσο ἄγρια, ὥστε τὸ σῶµα του παραµορφώθηκε πνιγµένο στὰ αἵµατα. Τὸν νόµισαν πεθαµένο καὶ τὸν ἄφησαν, ἀλλὰ χριστιανοὶ τὸν παρέλαβαν καὶ τὸν περιποιήθηκαν. Μετὰ ἑπτὰ ἡµέρες ὅµως, ἀφοῦ εὐλόγησε τὰ πνευµατικά του παιδιά, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν στεφανοδότη Θεό. Ὁ Ἅγιος Βιτάλιος ποὺ µαρτύρησε στὴ Ῥαβέννα Μαρτύρησε τὸ ἔτος 62 µ.Χ. Ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ὁπλοποιοῦ καὶ ἀνῆκε στοὺς ἔνθερµους Χριστιανοὺς τῶν χρόνων ἐκείνων. Ὅταν κάποτε στὴ Ῥαβέννα ἦταν παρὼν στὰ βασανιστήρια κάποιου γιατροῦ, Οὐρσικίνου ὀνοµαζόµενου, ταράχτηκε καὶ µὲ δυνατὴ φωνὴ ἐνθάρρυνε τὸν γιατρὸ στὸ µαρτύριο, µὲ ἀποτέλεσµα ὁ γιατρὸς νὰ ὑποστεῖ µὲ γενναιότητα τὸ µαρτύριο. Τότε ὁ δικαστὴς Παυλῖνος διέταξε νὰ συλλάβουν τὸν Βιτάλιο καὶ νὰ τὸν βασανίσουν. Γεµάτος ἀπὸ αἵµατα, ὁ Βιτάλιος, ὁδηγήθηκε σ΄ ἕνα βαθὺ λάκκο, ὅπου τὸν θανάτωσαν ῥίχνοντάς του µεγάλες πέτρες. Ἀλλὰ ἡ θεία δίκη δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει. Τὸν Βιτάλιο κατάγγειλε στὸν Παυλῖνο κάποιος ἱερέας τῶν εἰδώλων, ποὺ καὶ αὐτὸς ἦταν ἐκεῖ καὶ ἔριχνε πέτρες στὸν Βιτάλιο. Ξαφνικὰ ὅµως, τὸν κατέλαβε δαιµόνιο καὶ µὲ σπασµοὺς φώναξε µὲ ἄγρια φωνή: «Βιτάλιος, ὁ µάρτυς τοῦ Χριστοῦ, µὲ κατακαίει σκληρά» καὶ στὴν παραφροσύνη του ῥίχτηκε στὸ ῥεῦµα τοῦ κοντινοῦ ποταµοῦ καὶ πνίγηκε. Ὁ Ἅγιος Ἀπολλώνιος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ῥώµης Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν µὲ ἐκτοξευόµενα βέλη καὶ κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἐπίσκοπος Ῥώµης ὅµως µὲ τέτοιο ὄνοµα δὲν ὑπῆρξε. Ὁ δὲ Παρισινὸς Κώδ. 223 Coislin καλεῖ τὸν Ἅγιο αὐτὸν ἁπλὰ Ἱεροµάρτυρα). Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ποὺ θανατώθηκαν ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους Ὁ βασιλιὰς τοῦ Βυζαντίου Νικηφόρος ὁ Πατρίκιος, τὸ 811, βγῆκε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη µὲ ὅλα του τὰ στρατεύµατα, τὸν γιό του Σταυράκιο καὶ τὸν γαµπρό του Μιχαήλ, γιὰ νὰ πολεµήσει τοὺς Βούλγαρους. Ἡ µάχη ἦταν σκληρὴ καὶ ὁ Νικηφόρος νίκησε κατὰ κράτος τοὺς Βούλγαρους. Ἀντὶ ὅµως νὰ µεριµνήσει γιὰ τὴν τακτοποίηση τῶν στρατευµάτων του µετὰ τὴν νίκη, ἐπιδόθηκε σὲ τσιµπούσια καὶ οἰνοποσίες. Οἱ Βούλγαροι ἀνασυντάχθηκαν καὶ τὴν νύχτα ἔπεσαν κατὰ τῶν Βυζαντινῶν στρατευµάτων, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τοὺς διαλύσουν. Ὁ ἴδιος ὁ βασιλιὰς θανατώθηκε ἀπὸ τὸν ἀρχηγὸ τῶν Βουλγάρων, Κροῦµο. Ὅσοι στρατιῶτες συνελήφθηκαν, οἱ Βούλγαροι τοὺς ἐξεβίαζαν ν΄ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἀλλ΄ ἐπειδὴ αὐτοὶ ἀρνοῦνταν νὰ ἀλλαξοπιστήσουν, ἄλλους θανάτωσαν µὲ ἀποκεφαλισµὸ καὶ ἄλλους µὲ ἀπαγχονισµό. Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Καρθαγένη, κατ΄ ἄλλους στὴ Χαλδία (Χαλκηδόνα) Ἐγκαίνια Ναοῦ «ἐν Σκάλλαις» (ἢ Χάλλαις) Ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ Δὲν ἔχουµε καµιὰ ἄλλη πληροφορία γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτό. Ἡ Ὁσία Ἄννα ἡ ἐν τῷ Λευκαδίῳ (ἢ Λευκάτη) Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου τοῦ εἰκονοµάχου (829-842) καὶ ἦταν κόρη πλούσιας καὶ ἐπίσηµης οἰκογένειας. Ἡ ἴδια εἶχε ἄφθονα σωµατικὰ καὶ πνευµατικὰ χαρίσµατα διότι ἀνατράφηκε ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων της, ἔγινε κληρονόµος τῆς µεγάλης πατρικῆς περιουσίας, ποὺ µέρος της διαµοίρασε στοὺς φτωχούς. Ἀλλὰ τὴν ὡραία αὐτὴ κόρη, ἀγάπησε κάποιος Ἀγαρηνός, ποὺ διέµενε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ζήτησε σὲ γάµο, µὲ τὴν συγκατάθεση τοῦ βασιλιᾶ Βασιλείου. Ἡ Ἄννα δὲν δέχτηκε καὶ µὲ δάκρυα προσευχόταν στὸν Θεὸ νὰ τὴν ἀπαλλάξει ἀπ΄ αὐτὸν τὸν πειρασµό. Πράγµατι ὁ Θεὸς ἄκουσε τὶς προσευχές της καὶ ὁ Ἀγαρηνὸς πέθανε. Τότε ἡ Ἄννα ἐντάχθηκε σὲ κάποιο µοναστήρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ σκληρότατη ἄσκηση καὶ προσευχή. Ἔτσι ἀσκητικὰ ἀφοῦ πέρασε γιὰ 50 χρόνια, µετὰ ἀπὸ βραχύχρονη ἀσθένεια, παρέδωσε τὴν µακαρία ψυχή της στὸ Θεό. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό της, µετὰ ἀπὸ χρόνια ὅταν ἐκτάφηκε, βρέθηκε σῶο καὶ εὐωδίαζε ὁλόκληρο θεία εὐωδία, καὶ ἔκανε πολλὰ καὶ διάφορα θαύµατα. Ὁ Ἅγιος Συµεὼν τῆς Ἐµµέσας (Ῥῶσος) Διὰ Χριστὸν σαλός. Ἡ Ὁσία Πελαγία ἡ Τηνία Ἡ Πελαγία ἦταν κόρη τοῦ παπᾶ Νικηφόρου Νεγρεπόντη. Ἡ µητέρα της ἦταν ἀπὸ τὸν Τριπόταµο τῆς Τήνου καὶ ἀνῆκε στὴν οἰκογένεια Φραγκούλη. Γεννήθηκε τὸ 1752 στὸ χωριὸ Κάµπο τῆς Τήνου καὶ τὸ κοσµικό της ὄνοµα ἦταν Λουκία. Ἀπὸ διάφορα ἔγγραφα φαίνεται ὅτι εἶχε ἀκόµα τρεῖς ἀδελφές. Ἡ οἰκογένειά της διακρινόταν γιὰ τὴν ἁγνὴ πίστη καὶ τὴν προσήλωση στὰ θρησκευτικὰ ἰδεώδη. Λίγα χρόνια µετὰ τὴν γέννηση τῆς Λουκίας ὁ πατέρας της πέθανε. Ἦταν τότε 12 χρονῶν καὶ ἔδειχνε σηµάδια ἔντονης ἐπιθυµίας νὰ ἀφιερωθεῖ καὶ νὰ ὑπηρετήσει τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς ἔκαναν τὴν µητέρα της νὰ τὴν στείλει στὸν Τριπόταµο, στὴν κάπως πιὸ εὐκατάστατη ἀδελφή της. Ἐκεῖ ἡ Λούκια ἔµεινε τρία χρόνια καὶ συχνὰ ἐπισκεπτόταν τὴν ἄλλη θεία της, ποὺ ἦταν µοναχὴ στὴ Μονὴ Κεχροβουνίου. Ἔνοιωσε τότε ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη ν΄ ἀκολουθήσει τὸν µοναχικὸ βίο καὶ σὲ ἡλικία 15 χρονῶν µπῆκε στὸ μοναστήρι σὰν δόκιµη, ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψη τῆς θείας της µοναχῆς Πελαγίας. Ὅταν ἦλθε ἡ ὥρα ἔγινε καὶ ἡ ἴδια µοναχή µε τὸ ὄνοµα Πελαγία. Ὡς µοναχὴ ἀφοσιώθηκε µὲ ψυχὴ καὶ σῶµα στὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ καὶ στὴν ἀνακούφιση τῶν πασχόντων. Ἡ ἁγνότητα τῆς ψυχῆς της, ἡ ὁσιότητα τῆς ζωῆς της, ἡ αὐταπάρνησή της, ἡ µυστικὴ ζωή της κι ὁ πόθος της γιὰ λύτρωση συντέλεσαν ὥστε ἡ µοναχὴ Πελαγία νὰ γίνει τὸ «σκεῦος ἐκλογῆς» γιὰ ν΄ ἀποκαλυφθεῖ σ΄ αὐτὴν ἡ Παναγία γιὰ τὴν εὕρεση τῆς Ἁγίας εἰκόνας της στὸν ἀγρὸ τοῦ Δοξαρᾶ στὴν πόλη τῆς Τήνου (30 Ἰανουαρίου 1823), γεγονὸς ποὺ ἔµελλε νὰ κάµει τὴν Τῆνο ἱερὸ νησὶ καὶ νὰ κατατάξει τὴν Πελαγία µεταξὺ τῶν Ἁγίων. Τὸ γεγονὸς δὲ αὐτὸ συνέβη ὅταν ἡ ὁσία ἦταν 73 χρόνων καὶ ἀρχιερέας Τήνου ἦταν ὁ Γαβριήλ. Ἡ Ὁσία Πελαγία ἔκανε, µὲ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας καὶ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀρκετὰ θαύµατα πρὶν καὶ µετὰ τὸν θάνατό της, ὁ ὁποῖος ἦλθε στὶς 28 Ἀπριλίου 1834 καὶ τάφηκε στὸ ναὸ τῶν Ταξιαρχῶν τοῦ µοναστηριοῦ. Τὸ 1973 ὅµως, κτίστηκε µεγαλοπρεπὴς ναὸς στὸ ὄνοµά της, ὅπου φυλάσσεται καὶ προσκυνεῖται ἡ ἁγία κάρα της σήµερα. Ἀνακηρύχτηκε ἁγία µε Συνοδικὴ Πατριαρχικὴ Πράξη στὶς 11 Σεπτεµβρίου 1970 καὶ ἡ µνήµη της ὁρίστηκε νὰ τιµᾶται στὶς 23 Ἰουλίου, τὴν ἡµέρα δηλ. τοῦ ὁράµατός της. |
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|