17 Αὐγούστου
|
|
Ὁ Ἅγιος Μύρων
Ὁ Ἅγιος Μύρων µαρτύρησε ὅταν αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Δέκιος, τὸ 250 µ.Χ. Καταγόµενος ἀπὸ πλούσια οἰκογένεια, θὰ µποροῦσε νὰ ζήσει ἄνετα, µὲ ὅλα τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ ποὺ θὰ ἐπιθυµοῦσε. Ὅµως ἡ µεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό, ἔκανε τὸ Μύρωνα νὰ χειροτονηθεῖ ἱερέας. Ἀφιερώθηκε, λοιπόν, ὁλοκληρωτικὰ στὸ ποιµαντικό του καθῆκον καὶ δίδασκε, νουθετοῦσε καὶ βοηθοῦσε τὸ κάθε ἕνα µέλος τοῦ ποιµνίου του. Μεριµνοῦσε καθηµερινὰ γιὰ τοὺς φτωχούς, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά. Κάποτε, ὁ ἔπαρχος Ἀχαΐας Ἀντίπατρος πῆγε στὸν τόπο ὅπου λειτουργοῦσε ὁ Μύρων καὶ συνέλαβε πολλοὺς χριστιανούς. Γιὰ νὰ ἐκβιάσει λοιπὸν τὸν Μύρωνα νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ἔφερε µπροστά του τὸ ποίµνιό του καὶ τοῦ εἶπε ὅτι, ἂν αὐτὸς ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, θὰ τοὺς ἀφήσει ὅλους ἐλεύθερους. Ὁ Μύρων µειδίασε καὶ ἀπάντησε: «Ἂν ἦταν γιὰ τὴν σωτηρία τῶν πνευµατικῶν µου παιδιῶν, πρόθυµα θὰ ἔδινα τὴν ζωή µου. Τώρα ὅµως δὲν πρόκειται γι᾿ αὐτό. Ἂς δώσουν λοιπὸν οἱ ἴδιοι ἀπάντηση». Τότε ὅλοι µαζὶ φώναξαν: «Ὄχι. Μία ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι ἀσύγκριτα πολυτιµότερη ἀπὸ µύρια σώµατα καὶ ἀπὸ τὸν κόσµο ὅλο. Ποιὸς λοιπὸν ἀπὸ µᾶς θέλει νὰ δεχθεῖ, ὥστε νὰ χάσει τὴν ψυχή του ὁ πνευµατικός µας πατέρας, γιὰ νὰ ζήσουν λίγο περισσότερο στὸν πρόσκαιρο αὐτὸ κόσµο οἱ δικές µας σάρκες;». Ὁ ἔπαρχος, ἐξοργισµένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀφοῦ βασάνισε µὲ φρικτὸ τρόπο τὸ Μύρωνα, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε. Οἱ Ἅγιοι Στράτων, Φίλιππος, Εὐτυχιανὸς καὶ Κυπριανός Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν κάτοικοι τῆς Νικοµήδειας καὶ καθηµερινὰ πήγαιναν στὸ ἀµφιθέατρο καὶ συστηµατικὰ δίδασκαν καὶ κατηχοῦσαν εἰδωλολάτρες. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα πολλοὶ εἰδωλολάτρες νὰ πιστέψουν στὸν Χριστὸ καὶ τὸ ἀµφιθέατρο σχεδὸν ἀδείασε ἀπὸ θεατὲς ἄπρεπων θεαµάτων. Ὁ ἄρχοντας τῆς Νικοµήδειας παρατήρησε τὴν ἀραίωση τῶν θεατῶν, ἔµαθε τὴν αἰτία καὶ διέταξε τὴν ἄµεση σύλληψη τῶν τεσσάρων Ἁγίων. Αὐτοὶ δὲν δίστασαν καὶ µπροστά του νὰ ὁµολογήσουν τὸν Χριστὸ καὶ τὰ ἔργα ποὺ ἐπιτελοῦσαν γιὰ τὴν ἀγάπη Του. Ἐξοργισµένος ὁ ἄρχοντας διέταξε καὶ τοὺς βασάνισαν σκληρά. Κατόπιν τοὺς ἔριξαν ζωντανοὺς στὴ φωτιὰ καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβαν ὅλοι τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ καὶ οἱ µαζὶ µ΄ αὐτοὺς µαρτυρήσαντες Στρατόνικος, Κοδρᾶτος καὶ Ἀκάκιος οἱ δήµιοι. Ὁ ἅγιος Παῦλος καὶ ἡ ἁγία Ἰουλιανὴ ἦταν ἀδέλφια µεταξύ τους, καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270-275). Οἱ γονεῖς τους τοὺς ἀνέθρεψαν µὲ ὅλη τὴ ζωὴ τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἱκανοὺς δηλαδὴ ὄχι µόνο γιὰ νὰ πιστεύουν καὶ νὰ στολίζονται ἀπὸ τὴν χρηστότητα τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ φέρουν ἐπ΄ ὤµου τὸ σταυρό τους, καὶ νὰ εἶναι ἕτοιµοι καὶ πρόθυµοι γιὰ ὅλες τὶς θυσίες τῆς κατὰ Χριστὸν αὐταπάρνησης. Καὶ ὅταν ὁ πατέρας καὶ ἡ µητέρα τους ἔφυγαν ἀπ΄ αὐτὴν τὴ ζωή, ὁ Παῦλος καὶ ἡ Ἰουλιανὴ ἔµειναν στὸ θεοχάρακτο δρόµο τους. Ὁ Παῦλος διέπρεπε µεταξὺ τῶν νέων, στοὺς ὁποίους πολλὲς φορὲς γινόταν δάσκαλος µὲ τὶς φωτεινὲς γνώσεις του καὶ µὲ τὴν καθαρὴ ζωή του. Τὸ ἴδιο βέβαια καὶ ἡ Ἰουλιανὴ µεταξὺ τῶν νεαρῶν κοριτσιῶν. Ἔτσι, ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ ἔγιναν ἀπὸ τὰ λαµπρότερα σεµνώµατα τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὴν Πτολεµαΐδα. Αὐτὸ ὅµως προκάλεσε τὸ µῖσος τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ κατήγγειλαν τὰ δυὸ ἀδέλφια στὸν αὐτοκράτορα Αὐρηλιανό, ὅταν κάποτε αὐτὸς πέρασε ἀπὸ τὴν πόλη τους. Ὁ Αὐρηλιανός, µὴ µπορώντας καὶ αὐτὸς νὰ κλονίσει τὴν πίστη τους, διέταξε νὰ βασανιστοῦν σκληρά. Καὶ ἐνῷ οἱ δήµιοι, Στρατόνικος, Κοδρᾶτος καὶ Ἀκάκιος, τοὺς βασάνιζαν, θαύµασαν τὴν ψυχική τους ἀνδρεία, ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκαν ἐπὶ τόπου. Τέλος, οἱ νέοι δήµιοι, ἀφοῦ ἔκαψαν τὶς σάρκες τους µὲ ἀναµµένες λαµπάδες καὶ εἶδαν ὅτι καὶ πάλι τὰ δυὸ ἀδέλφια ἔµεναν ἀµετακίνητα στὴν πίστη τους, τοὺς ἀποκεφάλισαν. Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Κορωνᾶτος καὶ ἡ συνοδεία τους. Ἴσως νὰ συγχέονται µὲ αὐτοὺς τῆς 14ης Δεκεµβρίου καὶ τὸ ὄνοµα Καλλίνικος τοῦ τρίτου µάρτυρα νὰ ἔγινε Κορωνᾶτος. Πάντως γι᾿ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἀναφέρεται ὅτι «τελεῖται αὐτῶν ἡ σύναξις πλησίον τῶν Ἐλενιανῶν». Ὁ Ὅσιος Αἴγλων Ἦταν ἀναχωρητής, ποὺ ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ Ὅσιος Ἠλίας ὁ Νέος Ἱδρυτὴς Μονῆς, ἀναχωρητής. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σικελία. Προφήτευσε τὴν ἅλωση τῆς Θεσσαλονίκης. Ταξίδεψε στὴν Πελοπόννησο καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ ἀσθένησε καὶ κατὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴ Θεσσαλονίκη κατέλυσε στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τοῦ Ἁγίου Δηµητρίου. Πέθανε τὴν 17η Αὐγούστου τοῦ 903, ὁπότε καὶ ἡ µνήµη του. Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἀρµατίου Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεὼν (σελ. 158). Μαρτύρησε ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Κοπρώνυµου τὸ 768. Ἦταν µοναχὸς στὸ βουνὸ τοῦ Αὐξεντίου. Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὴν Σαµαρίνα τῆς Πίνδου Στῦλος καὶ ἑδραίωµα τῶν σκλαβωµένων Ἑλλήνων ὁ µοναχὸς Δηµήτριος, γεννήθηκε στὴ Σαµαρίνα τῆς Πίνδου στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνα. Ἔγινε µοναχὸς στὸ µοναστήρι τῆς πατρίδας του, ὅπου µὲ προσευχὴ καὶ νηστεία ἐξάγνισε τὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχή του. Μετὰ τὴν κατάπνιξη, ἀπὸ τὸν Ἀλῆ Πασᾶ, τὸ 1808, τῆς ἐπανάστασης ποὺ ὑποκίνησε ὁ παπα- Εὐθύµιος Βλαχάβας, ὁ Δηµήτριος βγῆκε ἀπὸ τὸ µοναστήρι του καὶ γύριζε τὰ χωριὰ κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ διδάσκοντας ὑποµονὴ στὶς θλίψεις. Μετὰ ἀπὸ συκοφαντία τὸν συνέλαβε ὁ Ἀλῆ Πασᾶς καὶ τὸν φυλάκισε. Κατόπιν διέταξε τὸν ἄγριο βασανισµό του. Ἔτσι οἱ δήµιοι µὲ καλαµένιες ἀκίδες τρύπησαν τοὺς βραχίονές του καὶ ἔπειτα τὶς ἔµπηξαν στὰ νύχια τῶν χεριῶν καὶ τῶν ποδιῶν του. Στὴ συνέχεια ἔσφιξαν τὸ κεφάλι του σὲ µέγγενη καὶ κατόπιν ἀφοῦ τὸν κρέµασαν ἀνάποδα τὸν ἔκαιγαν ἀπὸ κάτω µὲ φωτιά. Βλέποντας κάποιος Τοῦρκος τὴν γενναιότητα τοῦ Δηµητρίου, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ ἔπειτα µαρτύρησε. Ὑστερα ὁ Ἀλῆ Πασᾶς ἔκτισε τὸν Δηµήτριο µέσα σ΄ ἕναν τοῖχο, ἀφήνοντας µόνο τὸ κεφάλι του ἀπ΄ ἔξω γιὰ νὰ παρατείνει τὸ µαρτύριο. Ὁ Μάρτυρας ἄντεξε ἔτσι 10 ἡµέρες. Τελικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Θεό, τὸ ἔτος 1808. Τὸ µαρτύριό του συνέγραψε ὁ πρόξενος τῆς Γαλλίας στὰ Ἰωάννινα Ε. Pouqueville. (Τὸ µαρτύριο τοῦ ὁσιοµάρτυρα Δηµητρίου, ἀντέγραψε κατόπιν ὁ µοναχὸς Γεράσιµος Μικραγιαννανίτης. Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι ὁ Δουκάκης καὶ ὁ Ἅγιος Νικόδηµος στοὺς Συναξαριστές τους καθὼς καὶ ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του δὲν ἀναφέρουν τὴν µνήµη τοῦ νεοµάρτυρα αὐτοῦ. Στὴν τοπικὴ ἁγιολογία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γρεβενῶν, ἕνα Ἡµερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (1963), σελ. 306, ἀναφέρει τὴν µνήµη τοῦ Ἁγίου τὴν 18η Αὐγούστου. Τὸ Μέγα Εὐχολόγιο ὅµως, καθὼς καὶ ὁ Otto Meinardus, ἀναφέρουν τὴν µνήµη του τὴν 17η Αὐγούστου). Ὁ Ὅσιος Ἀλύπιος Ζωγράφος ὁ ἐν Σπηλαίῳ (Ῥῶσος) |
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|