Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 7 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

7 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

1936
Συναξάρι Σεπτεμβρίου
7 Σεπτεμβρίου
  • Ὁ Ἅγιος Σῴζων
  • Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος καὶ Ὀνησιφόρος οἱ Ἀπόστολοι
  • Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος
  • Ὁ Ὅσιος Πέτρος, ἡγούµενος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος τῆς ἐπικαλούµενης τοῦ Βαθέος Ῥύακος
  • Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Λυκαόνων
  • Ἡ Ὁσία Κασσιανή
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυµατουργὸς Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογορδίας (Ῥῶσος)
  • Προεόρτια (Παραµονή) τῆς Γεννήσεως τῆς Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας
Ὁ Ἅγιος Σῴζων

Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. Πατρίδα του ἦταν ἡ Λυκαονία καὶ σὰν ἐθνικὸς ὀνοµαζόταν Ταράσιος. Ὅταν βαπτίσθηκε χριστιανός, ὀνοµάσθηκε Σῴζων. Βοσκὸς στὸ ἐπάγγελµα, προσπαθοῦσε νὰ µιµεῖται τὴν ἡµερότητα τῶν προβάτων, ποὺ θαύµαζε πολύ. Πολλὲς φορὲς τὸν ἐνοχλοῦσαν καὶ τὸν ἀδικοῦσαν οἱ ἄλλοι βοσκοί, ἀλλὰ αὐτὸς πάντοτε στάθηκε πρᾶος ἀπέναντί τους. «Μοῦ εἶναι ντροπή», ἔλεγε, «νὰ γίνω κατώτερος ἀπὸ τὰ πρόβατα ποὺ βόσκουν». Μελετοῦσε µὲ ἐπιµέλεια τὴν Ἁγία Γραφή, καὶ ὅταν στὴν ἐξοχὴ συναντοῦσε εἰδωλολάτρη, προσπαθοῦσε νὰ τὸν κατηχήσει στὸν Χριστό. Κάποτε ὁ Σῴζων πῆγε στὴν Ποµπηιούπολη τῆς Κιλικίας, ὅπου ὑπῆρχε ἕνα χρυσὸ εἰδωλολατρικὸ ἄγαλµα. Μόλις τὸ εἶδε, ἡ ψυχὴ τοῦ πράου Σῴζοντα παροργίστηκε. Τότε, µὲ θάρρος πολύ, ἔσπασε τὸ δεξὶ χέρι τοῦ χρυσοῦ ἀγάλµατος, τὸ πούλησε καὶ τὰ ἔσοδα διαµοίρασε στοὺς φτωχούς. Ὁ ἔπαρχος Μαξιµιανὸς ἀναστατώθηκε καὶ φυλάκισε πολλοὺς ἀνεύθυνους. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ Σῴζων, παρουσιάστηκε στὸν ἔπαρχο καὶ στὶς ἀπειλές του µὲ ἤρεµο ὕφος ἀπάντησε ὅτι µέσα στὸν ναὸ τὸ ἄγαλµα ἦταν ἄχρηστο, ἐνῷ ἔτσι ὠφέλησε καὶ κάποιους φτωχούς. Ἀµέσως τότε, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν φρικτά, τὸν ἔριξαν στὴν φωτιά, ὅπου ὁ πρᾶος καὶ ζηλωτὴς βοσκὸς ἀπῆλθε πρὸς τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος νὰ τί λέει γιὰ τοὺς πράους: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονοµήσουσι τὴν γῆν». Μακάριοι, δηλαδή, οἱ πρᾶοι, ποὺ συγκρατοῦν τὸν θυµό τους καὶ δὲν παραφέρονται ποτέ, διότι αὐτοὶ θὰ πάρουν σὰν κληρονοµιὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ποὺ τὰ ἀγαθά της θὰ ἀπολαύσουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή.

Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος καὶ Ὀνησιφόρος οἱ Ἀπόστολοι

Ὁ Εὔοδος ἀνήκει στὴν χορεία τῶν ἑβδοµήκοντα Ἀποστόλων καὶ ἔγινε ἐπίσκοπος στὴν µεγάλη Ἀντιόχεια, ὕστερα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Αὐτὸς λοιπόν, ἀφοῦ ἔγινε µεγαλόφωνος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἔλαµψε σ΄ ὅλες τὶς ἀρετές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Ὀνησιφόρος, ἦταν χριστιανὸς οἰκογενειάρχης στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἐφέσου. Τὸν ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Β΄ πρὸς Τιµόθεον ἐπιστολὴ τοῦ κεφ. α΄ στίχ. 16-18. Αὐτὸς λοιπόν, ἔγινε ἐπίσκοπος Κολοφῶνος τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ διακρίθηκε στὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο ὑπερασπίσθηκε µὲ ἀνδρεία µέχρι αἵµατος. (Γι΄ αὐτὸν τὸν Ἅγιο βλέπε καὶ στὸ βιογραφικὸ σηµείωµα τῆς Ἁγίας Θέκλας, τὴν 24η τοῦ ἰδίου µήνα).

Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος

Ἀνήκει στὶς εὐσεβεῖς δόξες τῆς Καισαρείας στὴν Καππαδοκία. Ὁ πατέρας του, Διονύσιος, πέθανε, ἀλλ΄ αὐτὸς δὲν ἀπέµεινε ὀρφανός. Κατηχήθηκε στὴν χριστιανικὴ πίστη, βαπτίστηκε καὶ ἔγινε ὑπήκοος καὶ µακαριστὸς γιὸς τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, τὰ µοίρασε στοὺς φτωχούς. Αὐτὸς ζοῦσε µὲ µεγάλη ἁπλότητα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Γι΄ αὐτὸ λοιπόν, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἀνδριάνας (117 µ.Χ.), καταδιώχτηκε καὶ καταδικάστηκε. Στὴν ἀρχὴ τοῦ ξέσκισαν τὰ πλευρὰ καὶ ἔτσι αἱµόφυρτο τὸν ἔριξαν στὴν φυλακή. Τελικά, ἀφοῦ δὲν µπόρεσαν νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσουν τὸν ἀποκεφάλισαν.

Ὁ Ὅσιος Πέτρος, ἡγούµενος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος, τῆς ἐπικαλούµενης τοῦ Βαθέος Ῥύακος

Αὐτὸς ἦταν µαθητὴς τοῦ ὁσίου Βασιλείου τοῦ κτήτορα τῆς Μονῆς τοῦ Βαθέος Ῥύακος, ποὺ µετὰ ἀπ΄ αὐτὸν ἀνέλαβε τὴν ἡγουµενία. Καταγόταν ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐπαρχία τῶν Καππαδοκῶν καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρή του εὐλάβεια καὶ τὴν θεοφιλῆ ζωή του. Ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Λυκαόνων

Αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς καὶ στὴ συνέχεια ἡγούµενος, τρίτος στὴ σειρὰ ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τῆς Μονῆς Βαθέος Ῥύακος, ποὺ βρίσκεται στὴν Τρίγλια καὶ ἦταν ἀφιερωµένη στὸ ὄνοµα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Διαδέχτηκε τὸν Πέτρο τὸν Εὐλαβῆ ἀπὸ τὴν Καππαδοκία.

Ἡ Ὁσία Κασσιανή

Εἶναι ἡ γνωστὴ Κασσιανὴ ἡ ποιήτρια, ποὺ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου (829- 842). Τὴν µνήµη της δὲν ἀναφέρει κανένας Συναξαριστής. Καὶ ὅµως οἱ Κάσιοι, ἀπὸ τὴν συγγένεια τοῦ ὀνόµατός της µὲ τὸ νησί τους, καθιέρωσαν τὴν µνήµη αὐτῆς τὴν 7η Σεπτεµβρίου καὶ ὁ Γεώργιος Σασσὸς ὁ Κάσιος φιλοπόνησε καὶ εἰδικὴ Ἀκολουθία, ποὺ δηµοσιεύθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ 1889 στὸ τυπογραφεῖο τῆς «Μεταρρυθµίσεως». Τὸ παράδοξο ὅµως εἶναι, ὅτι ἡ Ἀκολουθία αὐτὴ ἀφιερώθηκε στὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, ποὺ ὁ ἴδιος στὴν συνέχεια τὴν ἔδωσε γιὰ ἐκτύπωση στὸν Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερµανὸ (τὴν 1η Σεπτεµβρίου 1889) καὶ ἔτσι, ἐπισηµοποιήθηκε κατὰ κάποιο τρόπο ἡ ἁγιοποίηση τῆς Κασσιανῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας, ὅπως τὸ ποθοῦσαν oι κάτοικοι τῆς Κάσου.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυµατουργός, Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογορδίας (Ῥῶσος)
 

Προεόρτια (Παραµονή) τῆς Γεννήσεως τῆς Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη