10 Νοεμβρίου
|
|
Οἱ Ἅγιοι Ὀλυµπᾶς, Ῥοδίων (ἢ Ἠρωδίων), Ἔραστος, Σωσίπατρος, Τέρτιος καὶ Κουάρτος, οἱ Ἀπόστολοι ἀπὸ τοὺς 70 Καὶ οἱ ἕξι ἦταν ἀπὸ τοὺς ἑβδοµήκοντα Ἀποστόλους τοῦ Κυρίου. Ἀναφέρονται ὅλοι στὸ ιστ´ κεφάλαιο τῆς πρὸς Ῥωµαίους ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Οἱ περισσότεροι ἀπ᾿ αὐτοὺς ὑπῆρξαν ἐπίσκοποι τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας καὶ ἔγιναν ἄριστοι ἐφαρµοστὲς τῆς ἐντολῆς τοῦ θεοπνεύστου λόγου τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Ποιµάνατε τὸ ἐν ὑµῖν ποίµνιον τοῦ Θεοῦ, ἐπισκοποῦντες µὴ ἀναγκάστως, ἀλλ᾿ ἑκουσίως, µηδὲ αἰσχροκερδῶς, ἀλλὰ προθύµως, µηδ᾿ ὡς κατακυριεύοντες τῶν κλήρων, ἀλλὰ τύποι γινόµενοι τοῦ ποιµνίου». Ποιµάνετε, δηλαδή, τὸ ποίµνιο τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι στὴν δικαιοδοσία σας, καὶ ἐπιβλέπετε αὐτὸ µὲ κάθε ἐπιµέλεια καὶ προσοχή, ὄχι ἀναγκαστικά, ἐπειδὴ βρεθήκατε στὴν θέση αὐτήν, ἀλλὰ µὲ ὅλη σας τὴν θέληση, χωρὶς νὰ ἀποβλέπετε σὲ αἰσχρὰ κέρδη ἀλλὰ µὲ προθυµία καὶ ζῆλο, χωρὶς νὰ καταπιέζετε τοὺς πιστούς, ποὺ σὰν ἄλλοι γεωργικοὶ κλῆροι δόθηκαν στὸν καθένα σας γιὰ πνευµατικὴ καλλιέργεια, ἀλλὰ νὰ γίνεσθε στὸ ποίµνιο ὑποδείγµατα ἀρετῆς ἀξιοµίµητα. Πράγµατι, καὶ οἱ πέντε Ἀπόστολοι ἔγιναν ὑποδείγµατα ἀρετῆς. Ὁ Ὀλυµπᾶς καὶ ὁ Ἠρωδίων πέθαναν µαρτυρικὰ ἐπὶ Νέρωνος. Ὁ Σωσίπατρος ἔγινε ἐπίσκοπος στὸ Ἰκόνιο καὶ πέθανε ἐπιτελῶντας ἄριστα τὰ καθήκοντά του. Ὁ Τέρτιος ἔγινε δεύτερος ἐπίσκοπος Ἰκονίου, µετὰ τὸν Σωσίπατρο. Ἔγραψε δὲ καὶ τὴν πρὸς Ῥωµαίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀπ. Παύλου (Ῥωµ. ιστ´ 22). Ἡ µνήµη τοῦ ἀπ. Τερτίου ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 30ή Ὀκτωβρίου. Ὁ Ἔραστος κυβέρνησε µὲ παρόµοιο τρόπο τὴν ἐπισκοπὴ Νεάδος. Καὶ ὁ Κουάρτος, σὰν ἐπίσκοπος Βηρυτοῦ, πάλεψε µὲ θάρρος καὶ ἐνέταξε σὰν χριστιανοὺς στὴν ἐπισκοπή του πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Ὁ Ἅγιος Ὀρέστης Προσκυνοῦσε µόνο τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ ὄχι τ᾿ ἄψυχα εἰδωλολατρικὰ ἀντικείµενα. Ὁ Ἅγιος Ὀρέστης καταγόταν ἀπὸ τὰ Τύανα τῆς Καππαδοκίας (ὁρισµένες ἁγιολογικὲς πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι ἦταν γιατρός). Κατὰ τὸν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ διωγµὸ (289), συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Μάξιµο, ποὺ τὸν ἐξεβίαζε µὲ πολλοὺς τρόπους ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Ἰησοῦ. Ἀφοῦ ὅµως δὲν κατόρθωσε τίποτα, διέταξε νὰ τὸν γυµνώσουν καὶ νὰ τὸν µαστιγώσουν ἀλύπητα. Κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴν φυλακὴ γιὰ ἑπτὰ ἡµέρες καὶ ἔπειτα τὸν ἔφεραν στὸν εἰδωλολατρικὸ ναό, ὅπου προσφέρονταν θυσίες καὶ τὸν παρακινοῦσαν νὰ συµµετέχει καὶ αὐτὸς σ᾿ αὐτές. Γιατί, τοῦ ἔλεγε ὁ ἡγεµόνας Μάξιµος, ἀρνεῖσαι νὰ συµµετέχεις στὴ λατρεία, ποὺ µὲ τόση εὐλάβεια ἀκολουθοῦν οἱ σεπτοί µας αὐτοκράτορες; Τότε ὁ Ὀρέστης δὲν δίστασε νὰ πεῖ µὲ θάρρος, ὅτι εἶναι πρόθυµος ὑπήκοος ὅταν πρόκειται γιὰ τὰ πολιτικὰ καὶ τὰ ἐπίγεια πράγµατα, πέρα ἀπὸ αὐτὰ ὅµως δὲν µπορεῖ νὰ δεῖ κανέναν αὐτοκράτορα ἐκτὸς µόνο τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ἐξοργισµένοι τότε οἱ εἰδωλολάτρες, τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του καὶ πέρασαν ἀνάµεσα σιδερένια ἁλυσίδα, καὶ κατόπιν τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο. Τὸ ἄλογο ἀφέθηκε ἐλεύθερο καὶ ὅρµησε µὲ δυνατὸ καλπασµό, σέρνοντας τὸν Ὀρέστη πάνω σὲ ἀνώµαλο καὶ τραχὺ ἔδαφος. Σταµάτησε µετὰ ἀπὸ µία ἀπόσταση εἴκοσι µιλίων! Ὁ µάρτυρας ἦταν πλέον νεκρός. Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος «ὁ ἐν Συµβόλοις» Ὑπῆρξε στὴν ἐποχὴ τῶν εἰκονοµάχων καὶ ἀγωνίστηκε γιὰ τὶς ἱερὲς εἰκόνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ µνήµη του γιορτάζεται καὶ τὴν 17η Φεβρουαρίου. Ὁ Ἅγιος Νόννος, κατηχητὴς τῆς Ἁγίας Πελαγίας Ἦταν ἐπίσκοπος καὶ κήρυττε τὸν θεῖο λόγο στὴν Ἀντιόχεια. Ἔτσι προσείλκυσε στὸν δρόµο τοῦ Θεοῦ τὴν τότε πόρνη Πελαγία, ποὺ ἀπὸ τότε, ἀφοῦ κατάλληλα κατηχήθηκε, µίσησε τὰ ἔργα τοῦ σκότους καὶ κατέφυγε στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ ἐπὶ τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν, µὲ µετάνοια καὶ ἄσκηση τελείωσε τὴν ζωή της. Ὁ Ὅσιος Μαρτῖνος, ὁ ἐπίσκοπος Ταρακίνης Διάσηµος Ἰλλυριὸς ἀπὸ τὴν Σαβαρία τῆς Παννονίας, εὐσεβὴς καὶ ἐνάρετος, ὑπερασπιζόµενος τὴν Ὀρθοδοξία. Οἱ ἀρειανιστὲς τὸν κακοποίησαν δηµόσια καὶ τὸν ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν πόλη. Ὁπότε κατέφυγε στὸ Μιλάνο τῆς Ἰταλίας, ἀλλ᾿ ἔπαθε καὶ ἐκεῖ τὰ ἴδια ἀπὸ τὸν ἀρειανιστὴ ἐπίσκοπο τῆς πόλης, Αὐξέντιο. Τότε ἀναγκάστηκε νὰ ἀποσυρθεῖ στὸ νησὶ Γαλαρία (στὸ Τυρρηνικὸ πέλαγος), ποὺ ἦταν ἐντελῶς ἔρηµο καὶ τρεφόταν µὲ χόρτα. Ἔπειτα ἔγινε ἐπίσκοπος Ταρακίνης καὶ διέπρεψε µὲ τὶς εὐαγγελικές του πράξεις. Ἔτρεφε τοὺς φτωχούς, ὑπεράσπιζε τοὺς ἀδικηµένους καὶ ποίµανε θεοπρεπῶς τὸ ποίµνιο ποὺ τοῦ ἐµπιστεύτηκαν. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόδηµο καὶ στὶς 12 Νοεµβρίου· βέβαια, στὴν ἡµεροµηνία αὐτὴ ὑπάρχει καὶ ἄλλος Μαρτίνος, ὁ θαυµατουργὸς ἐπίσκοπος Φρυγίας, ποὺ φυσικὰ εἶναι διαφορετικὸς τοῦ Μαρτίνου αὐτῆς τῆς ἡµεροµηνίας. Ὁ Ἅγιος Μίλος ἢ Μίλης, ὁ θαυµατουργὸς ἐπίσκοπος ἱεροµάρτυρας καὶ οἱ τρεῖς µαθητές του, Ἐβόρης, Πάπας καὶ Σενοέι (ἢ Σεβόρης) ὁ διάκονος καὶ ὁ Ἅγιος Γέλιος ὁ ἱεροµάρτυρας Αὐτοὶ ἦταν Πέρσες. Καὶ ὁ µὲν Μίλος, στρατηγὸς προηγουµένως, γιὰ τὴν ἐνάρετη ζωή του ἔγινε ἐπίσκοπος Τελεπόλεως (ὅπου ὁ προφήτης Δανιὴλ εἶδε τὶς ὀπτασίες). Χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Βηθλαπάτ, ἐπίσκοπο Γεδδηγουπόλεως. Καταδιώχτηκε ἀπὸ τοὺς ἀπίστους καὶ κατέφυγε στὴν Ἱερουσαλὴµ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου συνάντησε τὸν Μέγα Ἀντώνιο. Μετὰ δυὸ χρόνια ἐπέστρεψε στὴν Περσία καὶ συνελήφθη, µαζὶ µὲ τοὺς µαθητές του, ἀπὸ τὸν Βασιλίσκο Μισθοφάρη, στὴν πόλη Μιλιγέρδα. Ἐκεῖ θανατώθηκε µὲ µαχαίρια καὶ τοὺς µαθητές του θανάτωσαν, ἀφοῦ τοὺς χτύπησαν µὲ ξύλα καὶ πέτρες. Ἔτσι ὅλοι ἔλαβαν τὸ ἀθάνατο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Γιὰ δὲ τὸν Ἅγιο Γέδιο βλέπε σχετικῶς στοὺς Α.Χ. Ε.Χ. Ὁ Ἅγιος Καλλιόπιος Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Ὁ Ἅγιος Νίρος Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Ὁ Ἅγιος Ὠρίων Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔθαψαν ζωντανὸ στὴν γῆ. Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ Καππαδόκης Γεννήθηκε τὸ 1840 στὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Ἐλευθέριος, ποὺ ἦταν δάσκαλος, καὶ ἡ µητέρα του Βαρβάρα. Σπούδασε στὴν Σµύρνη ξένες γλῶσσες καὶ ἐκκλησιαστικὴ γραµµατεία. Σὲ ἡλικία 26 χρονῶν ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Ἀρσένιος, στὴν Μονὴ Τιµίου Προδρόµου Φλαβιανῶν (Ζιντζί-Ντερέ). Κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Καισαρείας Παΐσιο Β´ καὶ τοποθετήθηκε διδάσκαλος στὰ Φάρασα. Τριάντα χρονῶν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ προχειρίσθηκε ἀρχιµανδρίτης καὶ πνευµατικός. Ἀπέδωσε πολὺ σηµαντικὸ ἐθνικοθρησκευτικὸ ἔργο, ζοῦσε ζωὴ λιτή, µὲ προσευχὴ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ χάρισε τὸ προφητικὸ χάρισµα, ἀλλὰ καὶ τὸ θαυµατουργικό. Στὴν Ἑλλάδα ἦλθε τὸ 1924 καὶ πέθανε στὶς 10 Νοεµβρίου τοῦ ἴδιου χρόνου στὴν Κέρκυρα. Ἀπὸ ἐκεῖ, το 1958, τὰ λείψανά του µεταφέρθηκαν ἀπὸ τὸν µοναχὸ Παΐσιο στὴν Κόνιτσα καὶ τὸ 1970 ἀπὸ τὸν ἴδιο ἁγιορείτη µοναχὸ στὸ γυναικεῖο µοναστήρι-ἡσυχαστήριο Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου στὴν Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης, ὅπου ὁ Ἅγιος µετὰ τὸν θάνατό του ἔκανε πολλὰ θαύµατα. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τὸν ἁγιοποίησε στὶς 11 Φεβρουαρίου 1986. Ὁ Ἅγιος Δηµητριανός, ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, ἱεροµάρτυρας (3ος αἰ.) Ὁ Ἅγιος Δηµητριανὸς ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας τὸ 253 µὲ 256 µ.Χ. Ὁδηγήθηκε αἰχµάλωτος στὴν Περσία τὸ 256, ὅπου καὶ πέθανε. Ὁ διάδοχός του στὸν θρόνο τῆς Ἀντιοχείας, Δόµνος (270-273), ἦταν γιός του.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|