18 Δεκεμβρίου
|
|
Ὁ Ἅγιος Σεβαστιανός Γεννήθηκε στὰ Μεδιόλανα τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 µὲ 256 µ.Χ. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν µὲ µεγάλη χριστιανικὴ ἐπιµέλεια. Καθὼς ἦταν καὶ ἀπὸ γένος διακεκριµένο, εἵλκυσε τὴν εὔνοια τοῦ αὐτοκράτορα Καρίνου, ποὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξε σὰν στρατιωτικό. Ἔπειτα, ὁ Διοκλητιανὸς τὸν ἔκανε ἀρχηγὸ τοῦ πρώτου συντάγµατος τῶν πραιτοριανῶν. Φιλάνθρωπη ψυχὴ ὁ Σεβαστιανός, ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε προστάτης τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων χριστιανῶν. Πρόθυµα ἐπίσης, βοηθοῦσε στὶς ἀνάγκες τῆς Ῥωµαϊκῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ πάπας Γάιος τοῦ ἀπένειµε τὸν τίτλο τοῦ ὑπερασπιστοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅµως ἄρχισε ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, συνελήφθη µία ὁµάδα χριστιανῶν. Ὁ Σεβαστιανός, προκειµένου νὰ τοὺς ἐµψυχώσει τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ δικάζονταν, πρὸς γενικὴ κατάπληξη ὅλων δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανός. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸν θάνατό του. Ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄργησε νὰ πέσει κάτω, τρυπηµένος στὸ στῆθος ἀπὸ βέλος. Τὸ σῶµα του παρέλαβε κάποια εὐσεβὴς χήρα, ἡ Λουκίνα. Διαπίστωσε ὅµως, ὅτι ἀνέπνεε ἀκόµα. Ἀφοῦ τὸν περιποιήθηκε, µετὰ ἀπὸ λίγες ἡµέρες ὁ Σεβαστιανὸς ἀνέκτησε τὴν ὑγεία του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐπεδίωξε καὶ συνάντησε τὸν Διοκλητιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴν σκληρότητά του. Τότε αὐτὸς διέταξε καὶ τὸν µαστίγωσαν µέχρι θανάτου. Ἔτσι, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε παράδειγµα ἀγωνιστικότητας γιὰ τὴν πίστη «ἄχρι θανάτου». Οἱ Ἅγιοι Νικόστρατος καὶ Ζωὴ ἡ σύζυγός του, Τραγκυλίνος καὶ ἡ σύζυγός του Μαρκία, Κλαύδιος, Τιβούρτιος, Κάστωρ, Κάστουλος, Μᾶρκος καὶ Μαρκελλίνος Ὅλοι µαρτύρησαν κατὰ τὸν διωγµὸ ποὺ κίνησε ὁ Διοκλητιανὸς (284-304) ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Σεβαστιανό, ποὺ ἀναφέραµε πιὸ πάνω. Καὶ οἱ µὲν σύζυγοι Νικόστρατος καὶ Ζωὴ πέθαναν ἀπὸ ἀσφυξία· τοὺς εἶχαν κρεµάσει ἀνάποδα καὶ ἀπὸ κάτω δηµιούργησαν εἰδικὴ ἑστία φωτιᾶς, ὥστε νὰ βγαίνει πολὺς καπνὸς καὶ νὰ πηγαίνει ἀπ᾿ εὐθείας στὸ πρόσωπό τους. Ὁ Τραγκυλίνος πέθανε διὰ λιθοβολισµοῦ, τὸν Κλαύδιο καὶ τὸν Κάστορα ἔπνιξαν µέσα στὴν θάλασσα, ὁ Τιβούρτιος θανατώθηκε διὰ λιθοβολισµοῦ, ὁ Κάστουλος θανατώθηκε µέσα σὲ βόθρο καὶ τέλος, τὸν Μᾶρκο καὶ τὸν Μαρκελλίνο τοὺς θανάτωσαν µὲ τὶς λόγχες. (Οἱ δυὸ τελευταῖοι ἦταν ἀδέλφια καὶ γιοὶ τοῦ Τραγκυλίνου καὶ Μαρκίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐθνικοὶ καὶ πῆγαν στὴν φυλακὴ νὰ µεταστρέψουν ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη τοὺς δυὸ γιούς τους. Στὸ τέλος ὅµως, µὲ τὴν συµπαράσταση τοῦ Ἁγίου Σεβαστιανοῦ, ἔγιναν καὶ αὐτοὶ χριστιανοὶ µὲ τὶς συνέπειες ποὺ περιγράψαµε πιὸ πάνω, ἀφοῦ προηγουµένως ὁ Τραγκυλίνος χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος, ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γάιο, καὶ οἱ δυὸ γιοί του διάκονοι. Γιὰ δὲ τὴν σύζυγο τοῦ Τραγκυλίνου, Μαρκία, δὲν βρίσκουµε κανένα στοιχεῖο ὅτι µαρτύρησε, παρὰ µόνο ὅτι ἔγινε χριστιανή). Ὁ Ἅγιος Εὐβίωτος Ἀκατάβλητος καὶ τολµηρὸς στρατιώτης τῆς χριστιανικῆς πίστης ὁ Εὐβίωτος, ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πτωκετὸ ἢ Πωκετὸς τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θάρρος καὶ τὴν θερµὴ πίστη του. Κατὰ τὸν διωγµὸ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βάσανα καὶ φυλακίσεις. Ἀλλ᾿ ἡ θεία χάρη τὸν προστάτευε καὶ τὸν ἔσῳζε. Λιθοβολήθηκε, ῥαβδίσθηκε, µαστιγώθηκε, σχίστηκαν οἱ σάρκες του καὶ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ἐπέζησε καὶ ἔφερε πολλοὺς στὸν δρόµο τῆς σωτηρίας. Ἀργότερα ὁ θρίαµβος τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, τὸν βρῆκε στὴν ἀποµόνωση µὲ βαριὰ δεσµά. Ἐλευθερώθηκε καὶ δόξασε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν νίκη ποὺ ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία. Ὁ Εὐβίωτος πέθανε τὸ 320 µ.Χ. Ὁ Ὅσιος Φλῶρος, ἐπίσκοπος Ἀµινσοῦ ἢ Ἀµισοῦ Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Ἰουστίνου Β´ (565-578), Τιβερίου (578-582) καὶ Μαυρικίου (582-602) στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν καὶ αὐτὸς Φλῶρος, ἡ δὲ µητέρα του Εὐφηµία. Ὁ Ὅσιος Φλῶρος σπούδασε πολὺ καλὰ τὴν σοφία τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ ἐξ ἴσου καλὰ καὶ τὶς θεῖες Γραφές. Στὴν ἀρχὴ διορίζεται βασιλικὸς γραµµατέας καὶ στὴν συνέχεια προάγεται στὸ ἀξίωµα τοῦ πατρικίου, ἀφοῦ παντρεύτηκε καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἐπειδὴ δὲ τὰ παιδιὰ καὶ ἡ γυναῖκα του πέθαναν ἀπὸ µία λοιµικὴ ἀσθένεια, αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς καὶ ἡσύχαζε σ᾿ ἕνα κτῆµα του στὴν τοποθεσία Ἀνάπλουν. Ἔπειτα, γιὰ τὴν ἀρετή του, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ἀµινσοῦ ἢ Ἀµισοῦ, ποὺ εἶναι πόλη τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ὁσιακὰ ποίµανε τὸ ποίµνιο τοῦ Χριστοῦ καὶ πολλὲς θαυµατουργίες ἔκανε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Οἱ Ἅγιοι Φωκᾶς καὶ Ἑρµύλος Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος ὁ διάκονος καὶ Ἀλφειὸς ὁ ἀναγνώστης Μαρτύρησαν στὴν Καισάρεια. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι µ᾿ αὐτοὺς τὴν 18ης Νοεµβρίου). Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ θαυµατουργή Δὲν ἔχουµε καµία πληροφορία γιὰ τὴν ζωή της, παρὰ µόνο τὸ ἑξῆς δίστιχο: «Θεοῦ σοφίαν ἠγάπησε Σοφία, ὅθεν χάριν δέδεκτο καὶ τῶν θαυµάτων». Μνήµη Ἐγκαινίων Ναοῦ τῆς Θεοτόκου «ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις» Ὁ Ὅσιος Μιχαήλ, ὁ σύγκελος καὶ ὁµολογητής Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη τὸ 761 ἢ κατ᾿ ἄλλους τὸ 763. Οἱ πρόγονοί του ἦταν Πέρσες καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύµων Θεόδωρος τὸν ἔκειρε ἀναγνώστη στὸν ναὸ τῆς Ἀνάστασης καὶ στὴν Ἱερουσαλὴµ ἐκπαιδεύτηκε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν ἔγινε µοναχὸς στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ µετὰ 12 χρόνια ἄσκησης, χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θωµᾶ πρεσβύτερος, µὲ πρόταση τοῦ ἡγουµένου τῆς Μονῆς. Μετὰ δυὸ χρόνια ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ σ᾿ ἕνα κελί, ὅπου καλλιέργησε πολὺ τὴν προσευχή. Μάλιστα ὁ ἡγούµενος τῆς Λαύρας, ἐµπιστεύτηκε στὸν Μιχαὴλ τὴν πνευµατικὴ µόρφωση τῶν δυὸ ἀδελφῶν Γραπτῶν, Θεοδώρου καὶ Θεοφάνους. Ἀλλ᾿ ὁ Πατριάρχης Θωµᾶς, ἔχοντας ἀνάγκη τὸν Μιχαήλ, τὸν µετακινεῖ µαζὶ µὲ τοὺς δυὸ µαθητές του στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ τὸν καθιστᾷ σύγκελο καὶ σύµβουλό του. Ἀργότερα τὸν στέλνει στὴν Ῥώµη γιὰ κάποια ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα, ἐπέδωσε µάλιστα µέσῳ αὐτοῦ καὶ ἐπιστολὲς στὸν τότε αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν εἰκονοµάχο, τὸν ὁποῖο ὁ Πατριάρχης Θωµᾶς παρατηροῦσε σκληρὰ γιὰ τὸν διωγµὸ κατὰ τῶν εἰκόνων. Ἐξοργισµένος ἀπ᾿ αὐτὸ ὁ Λέοντας, ἔριξε τὴν πατριαρχικὴ πρεσβεία στὴν φυλακή, ὅπου ἔµεινε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια µέχρι τὴν δολοφονία τοῦ Λέοντα. Ἀλλὰ καὶ µετὰ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Μιχαὴλ Τραυλοῦ στὸν θρόνο (820) καὶ ἀφοῦ γιὰ λίγο ὁ Ὅσιος ἀποφυλακίζεται, συλλαµβάνεται καὶ πάλι, φυλακίζεται καὶ αὐτὴ ἡ φυλάκισή του παρατάθηκε µέχρι καὶ ὅλη τὴν βασιλεία τοῦ Θεοφίλου. Ἀποφυλακίστηκε ἀπὸ τὴν Θεοδώρα καὶ τὸν γιό της, Μιχαήλ, καὶ ἀποδόθηκε στὴν Ἐκκλησία σὰν ὁµολογητής, ἀφοῦ στὸ σῶµα του ἔφερε τὰ στίγµατα τῶν ἀγώνων του. Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ εἰκονοµάχου Πατριάρχου Ἰωάννου, ἡ ψῆφος ὅλων γιὰ τὴν διαδοχή, ἦταν µὲ τὸ µέρος τοῦ Μιχαήλ. Ἀλλ᾿ ὁ Μιχαήλ, 80 χρονῶν πλέον καὶ ἀσθενής, ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ τὸν θρόνο καὶ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρηθεῖ ἡ µονὴ τῆς Χώρας γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ. Ἐκεῖ πέρασε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του εἰρηνικὰ καὶ ὅταν πέθανε τὸν ἔθαψαν κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ὁµολογητῶν Γερµανοῦ καὶ Πατριάρχη καὶ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ (846). (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται – ἀπὸ ὁρισµένα ἁγιολόγια – καὶ τὴν 4η Ἰανουαρίου). Ὁ Ἅγιος Μόδεστος, ἱεροµάρτυρας, ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων Βλέπε βιογραφικά του στοιχεῖα τὴν 16η Δεκεµβρίου. Ὁ Ὅσιος Νόµων Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του. (Μᾶλλον εἶναι Ἅγιος της Κυπριακῆς Ἐκκλησίας). Κυριακὴ πρὶν τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ Κατὰ τὴν 18η τοῦ µήνα αὐτοῦ, ἂν τύχει ἡµέρα Κυριακὴ εἰδάλλως ἀµέσως µετὰ ἀπ᾿ αὐτήν, ἐπιτελεῖται ἡ µνήµη ὅλων αὐτῶν ποὺ στοὺς αἰῶνες εὐαρέστησαν στὸν Θεό. Ἀπὸ τοῦ Ἀδὰµ δηλαδή, µέχρι καὶ τοῦ Ἰωσήφ, µνηστῆρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καὶ αὐτοί, σύµφωνα µὲ χρονολογικὴ σειρά, εἶναι οἱ ἑξῆς: Οἱ Πρωτόπλαστοι Ἀδὰµ καὶ Εὔα, ὁ δίκαιος Ἄβελ, γιὸς τοῦ Ἀδάµ, ὁ δίκαιος Σήθ, γιὸς τοῦ Ἀδάµ, ὁ δίκαιος Ἐνώς, γιὸς τοῦ Σήθ, ὁ δίκαιος Καϊνάν, γιὸς τοῦ Ἐνώς, ὁ δίκαιος Μαλελεήλ, γιὸς τοῦ Καϊνάν, ὁ δίκαιος Ἰάρεδ, γιὸς τοῦ Μαλελεήλ, ὁ δίκαιος Ἐνώχ, γιὸς τοῦ Ἰάρεδ, ὁ δίκαιος Μαθουσάλας, γιὸς τοῦ Ἐνώχ, ὁ δίκαιος Λάµεχ, γιὸς τοῦ Μαθουσάλα, ὁ δίκαιος Νῶε, γιὸς τοῦ Λάµεχ, ὁ σίκαιος Σήµ, γιὸς τοῦ Νῶε, ὁ δίκαιος Ἰάφεθ, γιὸς τοῦ Νῶε, ὁ δίκαιος Ἀρφαξάδ, γιὸς τοῦ Σήµ, ὁ δίκαιος Καϊνάν, γιὸς τοῦ Ἀρφαξάδ, ὁ δίκαιος Σάλα, γιὸς τοῦ Καϊνάν, ὁ δίκαιος Ἕβερ, γιὸς τοῦ Σάλα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο οἱ Ἰουδαῖοι ὀνοµάστηκαν Ἑβραῖοι, ὁ δίκαιος Φαλέκ, γιὸς τοῦ Ἕβερ, ὁ δίκαιος Ραβάγ, γιὸς τοῦ Φαλέκ, ὁ δίκαιος Σερούχ, γιὸς τοῦ Ῥαγάβ, ὁ δίκαιος Ναχώρ, γιὸς τοῦ Σερούχ, ὁ δίκαιος Θάρρα, γιὸς τοῦ Ναχώρ, ὁ δίκαιος καὶ Πατριάρχης Ἀβραάµ, γιὸς τοῦ Θάρρα, ὁ Πατριάρχης Ἰσαάκ, γιὸς τοῦ Ἀβραάµ, ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ, γιὸς τοῦ Ἰσαάκ, ὁ Πατριάρχης Ρουβίµ, πρῶτος γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ὁ Πατριάρχης Συµεών, δεύτερος γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ὁ Πατριάρχης Λευΐ, τρίτος γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἡ Λευϊτικὴ φυλή, ὁ Πατριάρχης Ἰούδας, γιὸς τοῦ Ἰακὼβ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ ὁποίου κατάγεται ὁ Χριστός, ὁ Πατριάρχης Ζαβουλών, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλή «παράλια», ὁ Πατριάρχης Ἰσάχαρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλή «γηπόνος», ὁ Πατριάρχης Δάν, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ ὁποίου ἦταν οἱ Κριτές, ὁ Πατριάρχης Γάδ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ πάντα λῄστευε ἀλλὰ καὶ λῃστευόταν, ὁ Πατριάρχης Ἀσὴρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν σὲ χῶρες πλούσιες καὶ σιτοφόρες, ὁ Πατριάρχης Νεφθαλείµ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν πολυπληθής, ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ, γιὸς τοῦ Ἰακὼβ τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν ἔνδοξη καὶ περήφανη, ὁ Πατριάρχης Βενιαµίν, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ στὴν ἀρχὴ ἦταν ἄγρια καὶ στὴν συνέχεια ἔγινε ἤρεµη καὶ ἄκακη, ὁ Φαρές καὶ ὁ Ζαρά, δίδυµοι γιοὶ τοῦ Ἰούδα τοῦ Πατριάρχη, ὁ Ἐσρώµ, γιὸς τοῦ Φαρές, ὁ Ἀράµ, γιὸς τοῦ Ἐσρώµ, ὁ Ἀµιναδάβ, γιὸς τοῦ Ἀράµ, ὁ Ναασών, γιὸς τοῦ Ἀµιναδάβ, ὁ Σαλµών, γιὸς τοῦ Ναασών, ὁ Βοόζ, γιὸς τοῦ Σαλµών, ὁ Ὠβήδ, γιὸς τοῦ Βοὸζ ἀπὸ τὴν Ῥούθ, ὁ Ἰεσσαί, γιὸς τοῦ Ὠβήδ, ὁ Δαβὶδ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰεσσαί, ὁ Σολοµών ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Δαβίδ, ὁ Ῥοβοάµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Σολοµῶντα, ὁ Ἀβιὰ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ῥοβοάµ, ὁ Ἀσὰ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀβιά, ὁ Ἰωσαφάτ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀσά, ὁ Ἰωρὰµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωασαφάτ, ὁ Ὀζίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωράµ, ὁ Ἰωάθαµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ὀζίου, ὁ Ἄχαζ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωάθαµ, ὁ Ἐζεκίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἄχαζ, ὁ Μανασσῆς ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἐζεκίου, ὁ Ἀµµὼν ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Μανασσῆ, ὁ Ἰωσίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀµµών, ὁ Ἰεχονίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωσία, ὁ Σαλαθιήλ, γιὸς τοῦ Ἰεχονία, ὁ Ζοροβάβελ, γιὸς τοῦ Σαλαθιήλ, ποὺ ἀνήγειρε τὸν ναὸ τῶν Ἱεροσολύµων ὅταν εἶχε καεῖ, ὁ Ἀβιούδ, γιὸς τοῦ Ζοροβάβελ, ὁ Ἐλιακείµ, γιὸς τοῦ Ἀβιούδ, ὁ Ἀζώρ, γιὸς τοῦ Ἐλιακείµ, ὁ Σαδώκ, γιὸς τοῦ Ἀζώρ, ὁ Ἀχείµ, γιὸς τοῦ Σαδώκ, ὁ Ἐλιούδ, γιὸς τοῦ Ἀχείµ, ὁ Ἐλεάζαρ, γιὸς τοῦ Ἐλιούδ, ὁ Ματθάν, γιὸς τοῦ Ἐλεάζαρ, ὁ Ἰακώβ, γιὸς τοῦ Ματθάν, ὁ Ἰωσὴφ ὁ µνήστωρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ὁ δίκαιος Μελχισεδέκ, ὁ δίκαιος Ἰώβ, ὁ Προφήτης Μωϋσῆς, Ὢρ καὶ Ἀαρὼν οἱ ἱερεῖς, ὁ δίκαιος Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ, ὁ Προφήτης Σαµουήλ, ὁ Προφήτης Νάθαν, ὁ Προφήτης Δανιήλ, οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες, ἡ δικαία Σάρρα, γυναῖκα τοῦ Ἀβραάµ, ἡ δικαία Ῥεβέκκα, γυναῖκα τοῦ Ἰσαάκ, ἡ δικαία Λεία, πρώτη γυναῖκα τοῦ Ἰακώβ, ἡ δικαία Ῥαχήλ, δεύτερη γυναῖκα τοῦ Ἰακώβ, ἡ δικαία Ἀσινέθ, γυναῖκα τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Παγκάλου, ἡ δικαία Μαρία, ἀδελφὴ τοῦ Μωυσέως, ἡ δικαία Δεβόρα, ἡ δικαία Ῥούθ, ἡ δικαία Σαραφθία, πρὸς τὴν ὁποία ἐστάλη ὁ Ἠλίας, ἡ δικαία Σωµανίτιδα, ποὺ φιλοξένησε τὸν Ἐλισσαῖο, ἡ δικαία Ἰουδήθ, ἡ δικαία Ἐσθήρ, ποὺ λύτρωσε τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τὸν θάνατο, ἡ δικαία Ἄννα, µητέρα τοῦ Σαµουὴλ καὶ ἡ δικαία Σωσάννα.
|
Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη
|